15.7 C
Athens
Παρασκευή, 25 Απριλίου, 2025
ΑρχικήΙστορίαΚατάληψη του Καρπενησίου: Η δράση του ΔΣΕ

Κατάληψη του Καρπενησίου: Η δράση του ΔΣΕ


Της Αλεξίας Κυριαζοπούλου,

Το Καρπενήσι, κεντρική πόλη της ορεινής περιοχής της Βοιωτίας, κατείχε ιδιαίτερη στρατηγική σημασία κατά τη διάρκεια του εμφυλίου. Το Καρπενήσι, με το ιδιαίτερα δυσπρόσιτο γεωγραφικό του περιβάλλον, οχυρωμένο από τα υψώματα του Βελουχίου, είχε αποκτήσει ιδιαίτερη στρατηγική σημασία για την επίτευξη ενός μεγάλου πολιτικοστρατιωτικού χτυπήματος κατά του κυβερνητικού ελληνικού στρατού, επέτρεπε στους αντάρτες να χρησιμοποιήσουν το φυσικό τοπίο για ενέδρες και ταχεία μετακίνηση. Ο ελληνικός Εμφύλιος, που ξέσπασε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, χαρακτηριζόταν από βαθιές πολιτικές διχαστικές γραμμές, από τη μία πλευρά βρισκόταν οι δυνάμεις του ελληνικού στρατού που υποστήριζαν το «παραδοσιακό» έθνος και την καθιερωμένη τάξη, ενώ από την άλλη εκείνοι που αγωνίζονταν για την εγκαθίδρυση μιας σοσιαλιστικής πολιτείας, με στόχο την κοινωνική δικαιοσύνη και την αναδιανομή της εξουσίας. Στο πλαίσιο αυτό, η κατάληψη του Καρπενησίου δεν ήταν απλώς μια στρατιωτική ενέργεια, αλλά και ένα ισχυρό πολιτικό μήνυμα που στόχευε να ανατρέψει την αντίληψη περί «ανίκητων» κυβερνητικών δυνάμεων. Στην πόλη είναι εγκατεστημένες ισχυρές κυβερνητικές δυνάμεις αποτελούμενες από δύο ενισχυμένα τάγματα πεζικού, χωροφύλακες, εθνοφρουρά καθώς και πολλούς φανατισμένους μαυροσκούφηδες, αρκετοί εκ των οποίων είχαν καταφτάσει ακόμη και από τη Λαμία, θορυβημένοι μετά την επιτυχή επέμβαση των ανταρτών στην Καρδίτσα

Στις 19 Ιανουαρίου 1949 ξεκίνησε η μεγάλη μάχη του Καρπενησίου, όταν ανάμεσα στις δυνάμεις του ΔΣΕ και του κυβερνητικού στρατού, ξέσπασε μια σφοδρή σύγκρουση σε ένα από τα πιο οχυρωμένα σημεία της Ευρυτανίας. Στις πρώτες πρωινές ώρες της 20ης Ιανουαρίου, γύρω στις 2:30 το πρωί, οι αντάρτες εξαπολύουν ξαφνική επίθεση κατά των εξωτερικών φυλακίων της πόλης. Στην επιχείρηση συμμετείχαν η 1η Μεραρχία υπό τον Χαρίλαο Φλωράκη (γνωστός ως «Γιώτης») και η 2η Μεραρχία με διοικητή τον Γιάννη Αλεξάνδρου (γνωστός ως «Διαμαντής»). Συνολικά, περίπου 3.000 αντάρτες είχαν οργανωθεί για την επίθεση, οι οποίοι είχαν ετοιμαστεί με συνεχείς νυχτερινές πορείες και προετοιμασίες που περιλάμβαναν την ανάκτηση πληροφοριών (μέσω κώδικα επικοινωνίας) και τον ακριβή σχεδιασμό της επίθεσης.

Ο Γιάννης Αλεξάνδρου (καπετάν Διαμαντής) αριστερά και ο Χαρίλαος Φλωράκης (Καπετάν Γιώτης) δεξιά, ως διοικητές της 2ης και 1ης κομμουνιστικής μεραρχίας αντίστοιχα. Πηγή εικόνας: ellinoistorin.gr

Το Κλιμάκιο του Γενικού Αρχηγείου (ΚΓΑΝΕ) είχε επιλέξει ως βασικό στόχο το Καρπενήσι, η 1η Μεραρχία είχε διαταχθεί να προχωρήσει απευθείας μέσα από τα δυσπρόσιτα τοπία (με έμφαση στον αιφνιδιασμό), ώστε να σπάσει τα εξωτερικά φρούρια της πόλης, ενώ η 2η Μεραρχία να καλύπτει τις πλευρικές κινήσεις και να εμποδίζει πιθανές ενισχύσεις από το περιβάλλον (π.χ. από Λαμία και Αγρίνιο). Οι ανταρτικές μονάδες κινητοποιήθηκαν από διάφορα σημεία της ορεινής περιοχής, προσεγγίζοντας το Καρπενήσι από τις πλευρές που ήταν λιγότερο προσβάσιμες για τις κυβερνητικές δυνάμεις. Στην αρχή της νύχτας, ομάδες ανταρτών διείσδυσαν μέσω του «χιονισμένου αδιάβατου» του Βελουχίου, περνώντας ανάμεσα από σταθερά οχυρωμένες θέσεις όπως τα Ρόβια και το αντέρεισμα του Προφήτη Ηλία. Περίπου 200 μαχητές, με επικεφαλής τον ταγματάρχη Δ. Πρίκο, προχώρησαν προς τη θέση «Δεξαμενής», όπου επιχείρησε να σπάσει το κρίσιμο σημείο, της οργάνωσης του εχθρού. Η τοποθεσία αυτή επιλέχθηκε με στόχο το «αδύνατο σημείο» ανάμεσα στα Ρόβια και το αντέρεισμα του Προφήτη Ηλία, σημείο στο οποίο η διάταξη του εχθρού ήταν πιο αραιή λόγω των δύσκολων καιρικών συνθηκών και του ορεινού εδάφους. Μετά από έντονες συγκρούσεις, οι δυνάμεις του ΔΣΕ κατάφεραν να καταλάβουν σημαντικά σημεία, ενώ οι κυβερνητικές ενισχύσεις, παρά την αριθμητική υπεροχή τους και με πολύ μεγαλύτερο οπλισμό και εξοπλισμό, δεν μπόρεσαν να αντισταθούν στην αιφνιδιαστική επιθετικότητα των ανταρτών.

Καθώς, η μάχη εξελισσόταν, οι αντάρτες κατάφεραν να πετύχουν σημαντικές νίκες στα εξωτερικά φρούρια του Καρπενησίου. Μέσα στην πόλη, οι συγκρούσεις έγιναν «σώμα με σώμα» με μεγάλες απώλειες και για τις δύο πλευρές, σημαντικό γεγονός ήταν η κατάρριψη ενός αμερικανικού αεροπλάνου, με τον οποίο επιβεβαιώθηκε η ανάμιξη ξένων δυνάμεων στον εμφύλιο. Τα ξημερώματα της 21ης Ιανουαρίου 1949 το Καρπενήσι πέρασε στα χέρια του ΔΣΕ, ενώ οι κυβερνητικές δυνάμεις αναγκάστηκαν να αποσύρουν τις ενισχύσεις τους. Οι δυνάμεις του ΔΣΕ κατάφεραν να ελέγξουν τα κρίσιμα σημεία της πόλης, όπως το φρούριο του Αγίου Δημητρίου και τις θέσεις γύρω από το κέντρο, καταφέρνοντας να υποδείξουν στον αντίπαλο τη συνολική τους υπεροχή. Σύμφωνα με τις πηγές, οι απώλειες από την πλευρά του καθεστώτος ανήλθαν περίπου σε 245 νεκρούς/τραυματίες και 550 αιχμαλώτους, ανάμεσα τους και 17 αξιωματικοί ενώ από την πλευρά του ΔΣΕ σημειώθηκαν περίπου 115 νεκροί/τραυματίες (συμπεριλαμβανομένων και δυσμενών επιπτώσεων από κρυοπαγήματα). Επιπλέον, το Καρπενήσι απέκτησε πολυάριθμα λάφυρα (όπλα, πυρομαχικά, τρόφιμα και άλλα στρατιωτικά υλικά) και έγινε σημείο στρατολόγησης νέων μαχητών.

Εφημερίδα της εποχής αναφέρεται στην κατάληψη του Καρπενησίου από τους αντάρτες, τον Ιανουάριο του 1949. Πηγή εικόνας:greekhistoryreposirory.gr

Ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας (ΔΣΕ) κράτησε το Καρπενήσι υπό τον έλεγχό του για περίπου 18 ημέρες, από τις 21 Ιανουαρίου έως τις 8 Φεβρουαρίου 1949. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι αντάρτες οργάνωσαν την πόλη, πήραν εφόδια, στρατολόγησαν νέους μαχητές και προσπάθησαν να σταθεροποιήσουν την κατοχή τους. Ωστόσο, στις αρχές Φεβρουαρίου, ο κυβερνητικός στρατός εξαπέλυσε αντεπίθεση με ισχυρές δυνάμεις, αεροπορική υποστήριξη και βαριά όπλα. Στις 8 Φεβρουαρίου 1949, ο ΔΣΕ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πόλη, καθώς η αντίσταση απέναντι στις υπέρτερες κυβερνητικές δυνάμεις έγινε αδύνατη. Οι αντάρτες αποχώρησαν οργανωμένα προς τα γύρω βουνά, συνεχίζοντας τις επιχειρήσεις τους στην περιοχή.

Η κατάληψη του Καρπενησίου είχε καθοριστική πολιτικοστρατιωτική σημασία, καθώς προσέφερε στον ΔΣΕ μια βάση για περαιτέρω επιχειρήσεις στη Ρούμελη και τη Δυτική Θεσσαλία, και αποτελούσε πλήγμα. Οι επιχειρησιακές οδηγίες του Δημοκρατικού Στρατού επικεντρώνονταν στην άμεση εγκαθίδρυση ελέγχου και στην απόκτηση στρατηγικών θέσεων που θα επέτρεπαν τη συνέχιση της επιχειρησιακής κίνησης σε ευρύτερη κλίμακα. Με την κατάληψη του Καρπενησίου, το κομμάτι αυτό της κεντρικής Ελλάδας βρέθηκε να αποτελεί πλέον έδρα ανασυγκρότησης για τις ανταρτικές δυνάμεις, δίνοντας ώθηση στον ευρύτερο επαναστατικό αγώνα.

Η μάχη του Καρπενησίου είχε βαθιές πολιτικές συνέπειες, τόσο σε τοπικό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Οι ηγέτες του Δημοκρατικού Στρατού εκμεταλλεύτηκαν την επιτυχία αυτή για να ενισχύσουν το πολιτικό τους μήνυμα ότι «ο λαός, όταν ενωθεί και κινητοποιηθεί, μπορεί να αντισταθεί  και να διεκδικήσει την ελευθερία του». Σε πολιτικό επίπεδο, η κατάληψη αποτέλεσε επίσης εργαλείο νομιμοποίησης για την αριστερή παράταξη, που έβλεπε στο γεγονός αυτό απόδειξη ότι οι επαναστατικές ιδέες είχαν το ενδιαφέρον και την υποστήριξη του λαού. Ο αγώνας για την εγκαθίδρυση ενός νέου πολιτικού συστήματος, βασισμένου στις αρχές της κοινωνικής δικαιοσύνης και της λαϊκής αυτοδιοίκησης, βρήκε στο Καρπενήσι ένα ισχυρό σύμβολο ελπίδας και αποφασιστικότητας.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Γιώργος Μαργαρίτης (2005), Ιστορία του ελληνικού εμφυλίου πολέμου 1946-1949 (τόμος Α’), εκδ. Βιβλιόραμα
  • Συλλογικό έργο (2012), Ελλήνων ιστορικά: 1946-1949 οι μεγάλες του εμφυλίου πολέμου, εκδ. Εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος»
  • Αποστολόπουλος Βασίλης (2017), Το χρονικό μιας εποποιίας, ο δημοκρατικός στρατός Ελλάδας στη Ρούμελη, (επμ. Παφίλης Θανάσης), εκδ. Σύγχρονη Εποχή
  • Ο ΔΣΕ καταλαμβάνει το Καρπενήσι, rizospastis.gr, διαθέσιμο εδώ
  • «Δύο κομμουνιστικαί μεραρχίαι υπό τους αρχισυμμορίτας Διαμαντήν και Γιώτην…» – Η μάχη και κατάληψη του Καρπενησιού από τον ΔΣΕ (19-21 Γενάρη 1949), katiousa.gr, διαθέσιμο εδώ

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αλεξία Κυριαζοπούλου, Β΄ Αρχισυντάκτρια Ιστορίας
Αλεξία Κυριαζοπούλου, Β΄ Αρχισυντάκτρια Ιστορίας
Γεννήθηκε στην Πάτρα το 2001, είναι απόφοιτος του τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια, το εργαστήριο Διαχρονικής μελέτης της ελληνικής γλώσσας και γραμματείας. Στον ελεύθερο χρόνο της διαβάζει βιβλία, βλέπει ταινίες ιστορικού περιεχομένου και ασχολείται με το πλέξιμο και το κέντημα.