Του Γιώργου Γιαννούλη,
Μπορούν οι βουλευτές να διορίζονται Υπουργοί; Πρέπει να υπάρχει ασυμβίβαστο καθηκόντων μεταξύ Υπουργού και βουλευτή; Πολλοί Συνταγματολόγοι έχουν τοποθετηθεί πάνω σε αυτό το ζήτημα. Η ελληνική εμπειρία δείχνει ότι και οι δύο πλευρές (μπορεί να) έχουν δίκιο. Ισχύει; Ας δούμε με συνταγματική, αλλά και πολιτική σκοπιά, ένα μείζον ζήτημα το οποίο έχει απασχολήσει πολλές φορές τον δημόσιο διάλογο.
Αρχικά, βάσει του άρθρου 26 του Συντάγματος, υπάρχει διάκριση των λειτουργιών. Η νομοθετική λειτουργία ασκείται από τη Βουλή και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ενώ η εκτελεστική από την Κυβέρνηση και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Εδώ, εγείρεται ο προβληματισμός: μπορεί ο/η βουλευτής που ασκεί ήδη τη νομοθετική λειτουργία και τον κοινοβουλευτικό έλεγχο και να δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στην Κυβέρνηση, να είναι και Υπουργός και να έχει και την εκτελεστική λειτουργία; Αυτό παρατηρείται στην Ελλάδα και είναι η γνωστή διασταύρωση των εξουσιών. Το βλέπει κανείς ακόμη και στην ηγεσία της Δικαιοσύνης, αφού Πρόεδρος και Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ορίζονται με πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου. Αλλά αυτό είναι άλλο ζήτημα.
Σχετικά με την Κυβέρνηση, λοιπόν, κάποιοι, όπως ο Συνταγματολόγος, Κώστας Χρυσόγονος, έχουν τοποθετηθεί υπέρ της σύμπτωσης Βουλής και Κυβέρνησης (Βουλευτή-Υπουργού). Συγκεκριμένα, πριν από λίγα χρόνια υποστήριξε ότι έτσι «θα εξέλιπε έτσι το φαινόμενο των “δοτών” υπουργών και υφυπουργών που καταλαμβάνουν τις θέσεις αυτές χωρίς να έχουν υποστεί επιτυχώς τη βάσανο της διεκδίκησης της λαϊκής ψήφου με “απευθείας ανάθεση” από τον πρωθυπουργό-κομματικό ηγεμόνα, και συνεπώς δεν εκφράζουν παρά μόνο την αυθαιρεσία του τελευταίου». Στο ίδιο περίπου πλαίσιο, φαίνεται να κινούνται κι άλλοι (όπως ο Ευάγγελος Βενιζέλος), καθώς, σχολιάζοντας την προσέγγιση του Montesquieu περί διάκρισης των εξουσιών, έχει ειπωθεί ότι θα πρέπει να κριθεί με βάση το ιστορικό πλαίσιο και τα δεδομένα της εποχής. Ο φιλόσοφος ήθελε να μιλήσει για τον δεσποτισμό της εποχής του, στην οποία και διαμορφώνονταν οι θεσμοί του αστικού κράτους. Σήμερα, δεν υπάρχουν τα ίδια δεδομένα, οπότε και η εξέταση δεν θα πρέπει να είναι απόλυτη.

Από την άλλη, όπως ειπώθηκε παραπάνω, στην ελληνική συνταγματική έννομη τάξη, η εν λόγω διάταξη (άρθρο 26 Σ.) είναι πρωταρχική και μη αναθεωρητέα. Είναι, άλλωστε, θεσμική προϋπόθεση για το Κράτος Δικαίου και τη διασφάλιση της Δημοκρατίας. Σκοπός είναι η προστασία του πολίτη από τις κάθε είδους αυθαιρεσίες της κρατικής εξουσίας. Αυτό επιτυγχάνεται από τα λεγόμενα θεσμικά αντίβαρα (checks and balances) με τα οποία η μία εξουσία-λειτουργία ελέγχει την άλλη, ώστε να υπάρχει αυτή η ελάχιστη ισορροπία που θα επιτρέπει στη Δημοκρατία να λειτουργεί πλήρως.
Επιπλέον, ο ακαδημαϊκός Αριστόβουλος Μάνεσης για τη διασταύρωση των εξουσιών που αναφέρθηκε παραπάνω, υποστήριξε το 1967 ότι «κρατικά όργανα, αρμόδια συνήθως και κυρίως δια πράξεις αναγομένας εις μίαν συγκεκριμένην εξουσίαν είναι [μόνο] δευτερευόντως αρμόδια και δια πράξεις των οποίων η άσκησις ανήκει κατά κανόνα εις την αρμοδιότητα των οργάνων άλλης εξουσίας». Συμβαίνει, πράγματι, αυτό στην Ελλάδα; Τηρούνται τα όρια; Δηλαδή, ισχύει ότι η δεύτερη αρμοδιότητα είναι δευτερεύουσα κι όχι παράλληλη με την κύρια; Είναι θέμα προς μεγάλη συζήτηση.
Ο πυρήνας της διάκρισης πρέπει να παραμένει αναλλοίωτος, για να λειτουργούν τα όργανα, όπως ορίζει η συνταγματική επιταγή. Πάντως, όταν ο βουλευτής, ενεργώντας ως Υπουργός (εκτελεστική εξουσία), φέρνει προς ψήφιση ένα Νομοσχέδιο, μετά ο ίδιος ενεργεί ως βουλευτής (νομοθετική εξουσία) για να ελέγξει και να ψηφίσει το ίδιο Σχέδιο Νόμου που προτείνεται από την Κυβέρνηση. Καμία από τις δύο αυτές λειτουργίες δεν θεωρείται δευτερεύουσα. Είναι δύο πολύ σημαντικές για τη Δημοκρατία εξουσίες. Ο αντίλογος εδώ, είναι ότι οι βουλευτές, στην πλειονότητά τους (μαζί με τα κόμματα της Αντιπολίτευσης) δεν είναι Υπουργοί, άρα, υπάρχει κάποιος έλεγχος, κάποια ισορροπία. Αρκεί; Κρίνεται και θα κρίνεται στο μέλλον.
Φαίνεται ότι με την κρατούσα άποψη, δεν χρειάζεται (όχι ότι δεν επιτρέπεται) να είναι και βουλευτές, καθώς ο Πρωθυπουργός είναι ο Πρόεδρος του πρώτου κόμματος που εκλέγεται από τους πολίτες. Και ουσιαστικά, εκείνος προτείνει όποιον/όποια Υπουργό κρίνει ότι χρειάζεται να μπει στο κυβερνητικό σχήμα. Απολαμβάνει, επίσης, τη δεδηλωμένη εμπιστοσύνη του Κοινοβουλίου και ελέγχεται από τους βουλευτές. Άρα, ακόμη και ο εξωκοινοβουλευτικός Υπουργός έχει τη νομιμοποίηση να πράττει, με βάση την εμπιστοσύνη των βουλευτών, που εκλέγονται από τους πολίτες.

Άλλωστε, υπάρχει και η οπτική, σύμφωνα με την οποία, είναι ζήτημα και πολιτικής κουλτούρας. Έχει υποστηριχθεί από τον καθηγητή Αντώνη Μανιτάκη το ζήτημα του τρόπου με τον οποίο οι βουλευτές ασκούν τα υπουργικά τους καθήκοντα. Υπάρχουν κάποιοι -όχι όλοι, να μην είμαστε απόλυτοι- που έχουν συνειδητά ή ασυνείδητα, το σκεπτικό να δίνουν προτεραιότητα στην Περιφέρειά τους κι όχι συνολικά σε ολόκληρη τη χώρα, όταν ασκούν υπουργικά καθήκοντα. Ο Αντώνης Μανιτάκης έχει πει χαρακτηριστικά -μεταξύ άλλων- ότι η καθιέρωση του ασυμβίβαστου «θα απαλλάξει ακόμη τους βουλευτές από το βάρος των προσωπικών εξαρτήσεων και της αναζήτησης της σταυροδοσίας μέσω αποκλειστικά των προσωπικών εξυπηρετήσεων». Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι κάποιες φορές, αυτές οι λεγόμενες εξυπηρετήσεις δικαιολογούνται, όταν είναι δυσχερής η πρόοδος στη δαιδαλώδη διοίκηση και στο «τέρας» της γραφειοκρατίας. Ορισμένες φορές, χρειάζεται η επιτάχυνσης της -νόμιμης πάντα- διαδικασίας για την αδικαιολόγητη κωλυσιεργία κάποιων δομών. Και πάλι, όμως, χρειάζεται να τεθεί ένα όριο στις παρεμβάσεις, ώστε να φτάσουμε κάποια στιγμή σε ένα πλήρως αξιοκρατικό σύστημα.
Κλείνοντας, θα μπορούσε να πει κανείς ότι υπάρχει μια λογική βάση και στις δύο πλευρές. Αρκεί να μην είμαστε απόλυτοι. Στην Ελλάδα, όλες οι Κυβερνήσεις (Νέας Δημοκρατίας, ΠΑ.ΣΟ.Κ., ΣΥ.ΡΙΖ.Α.) ακολούθησαν την πρακτική του συνδυασμού των κοινοβουλευτικών και των εξωκοινοβουλευτικών Υπουργών. Η καθεμιά Κυβέρνηση είχε τα δικά της επιχειρήματα με χαρακτηριστικότερο εκείνο περί των τεχνοκρατών, των επιστημόνων που δεν μπαίνουν στον πολιτικό στίβο, παρά μόνο για να προσφέρουν την Ελλάδα με τις γνώσεις τους, συνεχίζοντας να υπηρετούν την επιστήμη τους. Εν τέλει, ίσως να χρειάζεται ισορροπία, ωριμότητα και παραγωγή έργου με γνώμονα το γενικό συμφέρον, την Κοινωνία.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- O διορισμός βουλευτών ως υπουργών και η διάκριση των εξουσιών, crime-in-crisis.com, διαθέσιμο εδώ
- Σύνταγμα, hellenicparliament.gr, διαθέσιμο εδώ