16.7 C
Athens
Τρίτη, 25 Μαρτίου, 2025
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΟ ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας ως ρυθμιστή του πολιτεύματος

Ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας ως ρυθμιστή του πολιτεύματος


Της Ελένης Κοκαβέση, 

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αποτελεί άμεσο όργανο του κράτους. Συμμετέχει στην άσκηση της εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας, συμπράττοντας με την κυβέρνηση και τη Βουλή αντίστοιχα. Αποτελεί την ανώτατη αρχή της πολιτικής εξουσίας και είναι επιφορτισμένος με σημαντικές εξουσίες που βοηθούν στην ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος. Μία από τις πιο σημαντικές αρμοδιότητές του είναι ο ρόλος του ως «ρυθμιστής του πολιτεύματος». Σε αυτό το άρθρο θα εξεταστεί ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας (ΠτΔ) συλλήβδην στην ελληνική έννομη τάξη και η σημασία των αρμοδιοτήτων του για τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας του πολιτεύματος.

Αρχικά είναι σημαντικό να τονιστούν τα προσόντα εκλογιμότητας που απαιτείται να διαθέτει κάποιο πρόσωπο, προκειμένου να καταλάβει αυτή τη σημαντική θέση. Σύμφωνα με το άρθρο 31 του Συντάγματος «Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να εκλεγεί όποιος είναι Έλληνας πολίτης πριν από πέντε τουλάχιστον έτη, έχει από πατέρα ή μητέρα ελληνική καταγωγή, έχει συμπληρώσει το τεσσαρακοστό έτος της ηλικίας του και έχει νόμιμη ικανότητα του εκλέγειν». Επομένως τα προσόντα εκλογιμότητας είναι η ελληνική ιθαγένεια, η οποία πρέπει να έχει αποκτηθεί τουλάχιστον 5 έτη πριν από την εκλογή του στο αξίωμα, η καταγωγή από Έλληνα πατέρα ή Ελληνίδα μητέρα, η συμπλήρωση του 40ου έτους της ηλικίας και η νόμιμη ικανότητα του εκλέγειν. Ωστόσο στο άρθρο 30 στην παρ. 5 του Συντάγματος ορίζονται ως κωλύματα εκλογιμότητας η επανεκλογή του στο αξίωμα για μόνο μία φορά και δεύτερον το κώλυμα εκλογής για δεύτερη συνεχή φορά, εφόσον η πρώτη θητεία έληξε πρόωρα λόγω παραίτησής του. Το κώλυμα δεν ισχύει για δεύτερη εκλογή αν αυτή δεν είναι συνεχόμενη.

Η διαδικασία εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας αποτελεί ένα ζήτημα που έχει απασχολήσει αρκετά την έννομη τάξη λόγω των συνεπειών της στο πολιτικό σύστημα. Με την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2019 αναθεωρήθηκε το άρθρο 32 του Συντάγματος που προκαλούσε αρκετή δυσφορία ειδικότερα στην εκάστοτε κυβέρνηση, όταν ήταν υποχρεωμένη να εκλέξει κοινοβουλευτικώς Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Πριν την αναθεώρηση του 2019, το άρθρο 32 όριζε πως, αν δεν συγκεντρωνόταν η απαιτούμενη πλειοψηφία για την εκλογή Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην τρίτη ψηφοφορία (180 βουλευτές), αυτό οδηγούσε σε πρόωρη διάλυση της Βουλής και διενέργεια εκλογών, ώστε να εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας από τη Νέα Βουλή με βάση τις απαιτούμενες ψηφοφορίες που ορίζονταν στο άρθρο 32. Αυτό οδηγούσε σε εργαλειοποίηση του άρθρου αυτού κυρίως από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, για να μην εκλέξουν Πρόεδρο της Δημοκρατίας και να οδηγήσουν την χώρα και πάλι στον σκόπελο των εθνικών εκλογών. Με την αναθεώρηση του 2019 τροποποιήθηκε αυτή η διάταξη και πλέον δε διαλύεται η Βουλή σε περίπτωση που δεν συγκεντρωθούν 180 βουλευτές για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας αλλά διενεργείται εκ νέου ψηφοφορία με σκοπό την συγκέντρωση της απαιτούμενης πλειοψηφίας.

Πηγή εικόνας: kathimerini.gr

Σε αυτό το σημείο αξίζει να δοθεί έμφαση στις αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας, έτσι όπως έχουν καθοριστεί αυτές μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 1986, όπου οι αρμοδιότητές του περιορίσθηκαν σε σημαντικό βαθμό και πλέον δεν του επιτρέπεται να παρεμβαίνει αποφασιστικώς στη ρύθμιση της πολιτικής ζωής. Σαν μονοπρόσωπο όργανο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει νομοθετικές αρμοδιότητες, τις οποίες ασκεί ως νομοθετικό όργανο. Νομοθετικές αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας αποτελούν η αναπομπή των νόμων σε περίπτωση που προκύπτουν ασάφειες ή θέματα συνταγματικότητας (άρθρο 42 Συντ.), η έκδοση εκτελεστικών και κανονιστικών διαταγμάτων σύμφωνα με το άρθρο 43 του Συντάγματος και η έκδοση πράξεων νομοθετικού περιεχομένου σε έκτακτες περιπτώσεις με βάση τις προϋποθέσεις των άρθρων 44 και 48 του Συντάγματος αντίστοιχα. Οι διοικητικές αρμοδιότητες που διαθέτει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι αυτές που ασκεί ως όργανο της εκτελεστικής εξουσίας και είναι αφενός η έκδοση και δημοσίευση των νόμων και αφετέρου ο διορισμός του προσωπικού της Προεδρίας της Δημοκρατίας. Τέλος, το Σύνταγμα αναθέτει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας αρμοδιότητες που προσιδιάζουν με δικαστικές, όπως είναι η απονομή χάριτος και η παροχή αμνηστίας.

Εκτός από τις παραπάνω αρμοδιότητες, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διαθέτει και ρυθμιστικές αρμοδιότητες που καθορίζουν τον ρόλο του ως ρυθμιστή του πολιτεύματος. Ρυθμιστικές καλούνται οι αρμοδιότητες που ασκεί για την εφαρμογή και τήρηση της κοινοβουλευτικής αρχής. Τέτοιες είναι:

1) οι αρμοδιότητες που οδηγούν στην ανάδειξη και διορισμό κυβέρνησης που ρυθμίζονται στο άρθρο 37, όπου καθορίζεται ο διορισμός της κυβέρνησης που διαθέτει την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών ή σε περίπτωση που αυτή δεν είναι εφικτή σχηματίζεται κυβέρνηση που διαθέτει σχετική πλειοψηφία με τη διαδικασία των διερευνητικών εντολών,

2) η σύγκληση της Βουλής σε τακτική σύνοδο κάθε πρώτη δευτέρα του Οκτώβρη ή σε έκτακτη σύνοδο, αν κρίνεται σκόπιμο από την Κυβέρνηση,

3) η απαλλαγή της κυβέρνησης από τα καθήκοντά της, αν καταψηφιστεί από τη Βουλή με πρόταση δυσπιστίας ή μετά από παραίτηση της ίδια της Κυβέρνησης. Στην περίπτωση αυτή, αν η κυβέρνηση που παραιτήθηκε διαθέτει την απόλυτη πλειοψηφία της Βουλής, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διαλύει τη Βουλή, αν όμως καταψηφίστηκε ή παραιτήθηκε επειδή δεν έχει την πλειοψηφία, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναθέτει διερευνητικές εντολές για τον σχηματισμό κυβέρνησης, και αν αυτές δεν τελεσφορήσουν, τότε διαλύει τη Βουλή και προκηρύσσει εκλογές,

4) τέλος, διαλύει τη Βουλή μετά την πάροδο της 4ετους θητείας της ή όταν η κυβέρνηση ζητάει τη διάλυση, για να αντιμετωπισθεί κρίσιμο εθνικό θέμα με δημοψήφισμα. Τέλος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διαλύει τη Βουλή, αν έχουν παραιτηθεί ή καταψηφιστεί δυο κυβερνήσεις αλλά και εφόσον κρίνει ότι η Βουλή δεν μπορεί να εξασφαλίσει κυβερνητική σταθερότητα.

Πηγή εικόνας: lifo.gr / Δικαιώματα χρήσης: EUROKINISSI

Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε πως πιο σημαντικές είναι οι αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας στο ρυθμιστικό κομμάτι, για την εξασφάλιση κυβερνητικής και κοινοβουλευτικής σταθερότητας. Για την εφαρμογή των παραπάνω αρμοδιοτήτων του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας χρειάζεται τη σύμπραξη είτε της κυβέρνησης είτε της Βουλής, όπου απαιτείται. Για τη διενέργεια των ρυθμιστικών αρμοδιοτήτων του ο Προέδρου της Δημοκρατίας χρειάζεται την έγκριση της εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας μέσω της προσυπογραφής. Σύμφωνα με το άρθρο 35 του Συντάγματος καμία πράξη του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν ισχύει ούτε εκτελείται χωρίς την απαραίτητη προσυπογραφή του αρμόδιου Υπουργού, ο οποίος είναι και πολιτικά υπεύθυνος περί των αποτελεσμάτων. Έτσι κατοχυρώνεται ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας ως «πολιτικά ανεύθυνου», καθώς δεν μπορεί να προβεί στην εκτέλεση των πράξεων χωρίς την έγκριση της κυβέρνησης. Κατοχυρώνεται επομένως ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας ως ρυθμιστή του πολιτεύματος, απαραίτητου για τη διασφάλιση της σταθερότητας στην πολιτική σκηνή χωρίς να έχει αποφασιστικό ρόλο προς αυτήν.

Συμπερασματικά, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στα πλαίσια του προεδρευόμενης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας είναι αιρετό μονοπρόσωπο όργανο του κράτους, τυπικός αρχηγός του κράτους και διεθνής παραστάτης. Αποτελεί υπερκομματικό, μονοπρόσωπο όργανο, καθώς δεν εκπροσωπεί κάποιο κοινοβουλευτικό κόμμα αλλά την πολιτική εξουσία συλλήβδην. Τελειώνοντας αποτελεί ρυθμιστής του πολιτεύματος, βασικός πυλώνας για την εξασφάλιση πολιτικής σταθερότητας και κοινοβουλευτικής συνοχής και είναι πολιτικά ανεύθυνος, καθώς δεν μπορεί να εκδώσει καμία πολιτική πράξη χωρίς τη σύμπραξη της κυβέρνησης, όταν λειτουργεί ως όργανο εκτελεστικής εξουσίας και του κοινοβουλίου στα πλαίσια της νομοθετικής λειτουργίας.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Φίλιππος Κ. Σπυρόπουλος, Συνταγματικό Δίκαιο, 2η Έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2020

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ελένη Κοκαβέση
Ελένη Κοκαβέση
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1999. Σπούδασε στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης στο ΕΚΠΑ και συνεχίζει τις σπουδές της στη Νομική Αθηνών, ως τελειόφοιτη φοιτήτρια. Κατάγεται από τη Χιμάρα και μένει στο Μαρκόπουλο. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με τη μουσική, είναι μέλος στη Μουσική Φιλαρμονική Μαρκοπούλου και παίζει κλαρινέτο, κάνει εθελοντική εργασία και διαβάζει βιβλία.