Της Ευδοκίας Μαρκούλα,
Στις 3 Μαρτίου 2025, ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα που καθιστά την αγγλική ως επίσημη γλώσσα της χώρας. Αυτή η απόφαση σηματοδοτεί μια ιστορική αλλαγή στη γλωσσική πολιτική των Η.Π.Α., καθώς για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας θεσπίζεται μια επίσημη γλώσσα σε ομοσπονδιακό επίπεδο.
Ιστορικό πλαίσιο
Παρά το γεγονός ότι η αγγλική ήταν πάντα η κυρίαρχη γλώσσα στις Η.Π.Α., δεν είχε ποτέ καθοριστεί ως η μοναδική επίσημη. Στην πραγματικότητα, από την εποχή της ίδρυσης της χώρας, υπήρχαν μεταφράσεις σημαντικών εγγράφων, όπως το Σύνταγμα, στα γερμανικά και τα ολλανδικά για τους τότε μετανάστες. Στις δυτικές και μεσοδυτικές πολιτείες του 19ου αιώνα, πολλοί νόμοι και δημόσια έγγραφα εκδίδονταν επίσης στα γερμανικά, νορβηγικά και ισπανικά.
Το 2000, ο τότε Πρόεδρος Μπιλ Κλίντον υπέγραψε εκτελεστική εντολή που απαιτούσε από τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες και τις οργανώσεις που λάμβαναν κρατική χρηματοδότηση να παρέχουν γλωσσική υποστήριξη σε μη αγγλόφωνους. Αυτή η πολιτική διευκόλυνε τους μετανάστες και τις εθνοτικές μειονότητες να έχουν πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες, εκπαίδευση και υγειονομική περίθαλψη.
Τι αλλάζει με το διάταγμα του Τραμπ;
Η απόφαση του Τραμπ ανατρέπει την πολιτική του Κλίντον, επιτρέποντας στις ομοσπονδιακές υπηρεσίες και στους οργανισμούς που λαμβάνουν χρηματοδότηση να επιλέγουν αν θα συνεχίσουν να παρέχουν έγγραφα και υπηρεσίες σε άλλες γλώσσες. Δεν επιβάλλεται η κατάργηση αυτών των υπηρεσιών, αλλά αφαιρείται η νομική υποχρέωση για την παροχή τους.

Επιχειρήματα υπέρ της απόφασης
Οι υποστηρικτές της απόφασης υποστηρίζουν ότι η θεσμοθέτηση της αγγλικής ως επίσημης γλώσσας θα βοηθήσει στην ενοποίηση του έθνους και θα προωθήσει την κοινωνική συνοχή:
- Βελτίωση της επικοινωνίας: Η ύπαρξη μίας επίσημης γλώσσας θεωρείται ότι διευκολύνει τη διοικητική λειτουργία και μειώνει τη γραφειοκρατία.
- Οικονομικά οφέλη: Ο περιορισμός των δαπανών για μεταφράσεις και γλωσσικές υπηρεσίες μπορεί να μειώσει τα κρατικά έξοδα.
- Ενθάρρυνση της ένταξης των μεταναστών: Η αγγλική γλώσσα θεωρείται κλειδί για την επαγγελματική και κοινωνική ανέλιξη στις Η.Π.Α. Το διάταγμα παρουσιάζεται ως κίνητρο για τους μετανάστες να μάθουν αγγλικά και να ενταχθούν πλήρως στην αμερικανική κοινωνία.
Επιχειρήματα κατά της απόφασης
Οι επικριτές της απόφασης υποστηρίζουν ότι μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στις μειονοτικές κοινότητες και στους μη αγγλόφωνους πληθυσμούς:
- Περιορισμένη πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες: Η κατάργηση της υποχρέωσης για παροχή μεταφράσεων μπορεί να δυσκολέψει την πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας, εκπαίδευσης και νομικής βοήθειας για εκατομμύρια ανθρώπους που δεν μιλούν άπταιστα αγγλικά.
- Διακρίσεις και αποκλεισμός: Ορισμένοι φοβούνται ότι το μέτρο μπορεί να ενισχύσει την περιθωριοποίηση των μεταναστών και των εθνοτικών μειονοτήτων, καθιστώντας πιο δύσκολη την κοινωνική τους ένταξη.
- Αντίθεση στην πολιτιστική πολυμορφία: Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι μια χώρα που βασίζεται στην πολυπολιτισμικότητα. Πάνω από 350 γλώσσες ομιλούνται σήμερα στις Η.Π.Α., με περισσότερους από 68 εκατομμύρια κατοίκους να μιλούν άλλη γλώσσα πέρα από τα αγγλικά.
Πολιτικές και κοινωνικές επιπτώσεις
Η απόφαση έχει προκαλέσει ισχυρές αντιδράσεις από οργανώσεις για τα δικαιώματα των μεταναστών, ενώ η πολιτική αντιπαράθεση γύρω από το ζήτημα είναι έντονη. Δημοκρατικοί και οργανώσεις πολιτικών δικαιωμάτων έχουν χαρακτηρίσει την απόφαση ως «έμμεση διάκριση» εις βάρος των μη αγγλόφωνων πληθυσμών. Αντίθετα, Ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές, όπως ο Έρικ Σμιτ από το Μιζούρι και ο Μάικ Λι από τη Γιούτα, έχουν υποστηρίξει την κίνηση ως «μια απόφαση που έπρεπε να είχε ληφθεί εδώ και δεκαετίες».
Πώς θα επηρεάσει η απόφαση την καθημερινότητα;
Για πολλούς Αμερικανούς, η αλλαγή δεν θα είναι αισθητή στην καθημερινότητά τους, καθώς η αγγλική είναι ήδη η κυρίαρχη γλώσσα στη δημόσια διοίκηση και την εκπαίδευση. Ωστόσο, για τις κοινότητες μεταναστών, η αλλαγή θα μπορούσε να σημαίνει μεγαλύτερη δυσκολία στην επικοινωνία με κυβερνητικές υπηρεσίες, νοσοκομεία και σχολεία.
Συμπέρασμα
Η απόφαση του Τραμπ να καταστήσει την αγγλική την επίσημη γλώσσα των Η.Π.Α. αποτελεί μια σημαντική αλλαγή στη γλωσσική πολιτική της χώρας. Ενώ οι υποστηρικτές θεωρούν ότι ενισχύει την εθνική ενότητα και μειώνει τη γραφειοκρατία, οι επικριτές ανησυχούν για τις επιπτώσεις στις μειονότητες και την πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες. Το αν αυτή η πολιτική θα διατηρηθεί στο μέλλον ή αν θα ανατραπεί από μια νέα κυβέρνηση, παραμένει ανοιχτό ερώτημα.
Σε μια χώρα στην οποία η πολιτισμική και γλωσσική ποικιλομορφία ήταν πάντα βασικό χαρακτηριστικό, η συζήτηση για το τι σημαίνει να είσαι Αμερικανός συνεχίζεται.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Trump makes English official language, BBC, διαθέσιμο εδώ
- Trump Made English the Official Language. What Does It Mean for the Country?, New York Times, διαθέσιμο εδώ
- Πώς γίνεται μία γλώσσα επίσημη, FYI, διαθέσιμο εδώ