Της Νικόλ Καστόρα,
«Υποσχέσου πως δεν θα με ξεχάσεις!», «Θα σε θυμάμαι για πάντα!», «Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτά τα μάτια… αυτό το βλέμμα». Μπορεί να ακούγονται κλισέ, όμως, ακόμα και αν κάποιος δεν θέλει να το παραδεχτεί, κάθε ερωτευμένος θέλει να τα ακούσει και κυρίως να νιώσει με κάθε χτύπο της καρδιάς του πως εκείνος που αγαπά, εννοεί την κάθε λέξη. Αυτό θέλουν να βιώσουν και η Μυρτώ Γκόνη με τον Κωνσταντίνο Μπιμπή, οι οποίοι εκτός από πρωταγωνιστές του έργου, συνυπογράφουν και τη σκηνοθεσία του.
Όλα ξεκινούν σε κάποιο εστιατόριο, όπου ο Κωνσταντίνος εργάζεται ως πιανίστας. Εκεί γνωρίζει τη Μυρτώ, την οποία φλερτάρει επίμονα. Δηλώνει πως είναι διαφορετική από κάθε γυναίκα που έχει γνωρίσει. Όταν εκείνη τον ρωτάει «γιατί», εκείνος της απαντάει, «επειδή τον κάνει να γελάει πολύ». Και τότε ξεκινούν όλα… ο πρώτος ενθουσιασμός, το πρώτο φιλί, το πρώτο πάθος, η σύνδεση, η συγκατοίκηση, ο γάμος, το παιδί και τα γεράματα… Άραγε θα καταφέρουν να τηρήσουν την υπόσχεσή τους και να μην ξεχάσει ο ένας τον άλλον; Ή μήπως κάποιες καταστάσεις είναι αναπόφευκτο να συμβούν; Κι αν πάλι δύο άνθρωποι αγαπιούνται πολύ, όμως η ζωή τα φέρνει έτσι που είναι αναπόφευκτο να μην ξεχάσει ο ένας τον άλλον… τότε; Μπορούν να τα καταφέρουν;

Η Μυρτώ και ο Κωνσταντίνος καλούνται να εισέλθουν σε ένα χορό χαρμολύπης και χωρίς δεύτερη σκέψη βουτάνε! Και τα αποτελέσματα είναι συνταρακτικά! Μέσα σε μόνο 75 λεπτά, οι δύο πρωταγωνιστές καλούνται όχι μόνο να παρουσιάσουν ολόκληρη τη ζωή ενός ζευγαριού μέσα από την καθημερινή φθορά, στα καλά και στα άσχημα, αλλά και να μεταβαίνουν μέσα σε λίγα λεπτά από το γέλιο στο κλάμα, από τον τσακωμό στο πάθος και κυρίως… από τη νεότητα στα γηρατειά. Οι πρωταγωνιστές κατορθώνουν από πολύ νωρίς να περάσουν στο κοινό, τα όσα βιώνει το ζευγάρι, γεγονός ιδιαίτερα απαιτητικό, καθώς η αφήγηση του έργου δεν είναι ευθύγραμμη, αλλά ανάδρομη, αφού μεταπηδά αστραπιαία από το παρόν στο παρελθόν και το μέλλον. Η σκηνοθετική επιλογή αυτή, σίγουρα δεν είναι τυχαία, αφού μέσα από το συνεχές αυτό “flash back” παρουσιάζεται βιωματικά και ρεαλιστικά η ροή της ζωής και η εξέλιξη της σχέσης τους. Όσο για τη μία και μοναδική σκηνή —που παίζουν όνομα-ζώο-πράγμα-φυτό—, η οποία επαναλαμβάνεται πολλές φορές κατά τη διάρκεια του έργου χωρίς καμία αλλαγή… τι να σημαίνει άραγε;
Δεσπόζουσα σκηνοθετική επιλογή είναι αδιαμφισβήτητα και η παρουσία του νερού πάνω στη σκηνή. Η χρήση του προσδίδει μια ιδιαίτερη αισθητική γεμάτη ζωντάνια και παραστατικότητα, ειδικά στις σκηνές που οι πρωταγωνιστές βρέχονται με τις σταγόνες του. Απλή, λιτή σκηνοθεσία, κατά τ’ άλλα, σκοπίμως, καθώς το νερό αποτελεί από μόνο του πολλαπλά σκηνικά. Έτσι, χωρίς να χρειάζεται τίποτα άλλο, μαγνητίζει τα βλέμματα των θεατών και αυξάνει το ενδιαφέρον τους!
Η ερμηνεία της Μυρτώς Γκόνη είναι συγκλονιστική! Με απίστευτη ευχέρεια εναλλάσσεται από το γέλιο στο δάκρυ και ταυτοχρόνως σχεδόν απνευστί υποδύεται δύο ρόλους τελείως διαφορετικούς μεταξύ τους, με το αποτέλεσμα να είναι άρτιο. Ο Κωνσταντίνος Μπιμπής με γλυκύτητα υποδύεται τον ρόλο του, δίνοντας μια τρυφερή νότα στην παράσταση, ενώ η υποκριτική του ως ηλικιωμένος μάς ραγίζει την καρδιά. Μία παράσταση που αξίζει να δει κάθε ρομαντική ψυχή που πιστεύει στο «για πάντα» και μάχεται για το εμείς!
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Forget me not, athinorama.gr, διαθέσιμο εδώ