Της Ιωάννας Ζαπονάκη,
Η Συνθήκη της Λωζάννης, το 1923, σηματοδότησε μία από τις μεγαλύτερες υποχρεωτικές ανταλλαγές πληθυσμών στη σύγχρονη ιστορία, οδηγώντας στον ξεριζωμό εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων. Ανάμεσα σε αυτούς που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές τους εστίες ήταν και οι Τουρκοκρητικοί, οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της Κρήτης. Παρότι, οι περισσότεροι από αυτούς μιλούσαν ελληνικά και είχαν υιοθετήσει πολλές κρητικές πολιτισμικές συνήθειες, η θρησκεία τους τούς καθόρισε ως «Τούρκους» και τους οδήγησε στην αναγκαστική απομάκρυνσή τους. Η ιστορία τους αποτελεί ένα εμβληματικό παράδειγμα του πως οι πολιτικές των εθνικών κρατών και οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις επηρεάζουν τις ζωές των απλών ανθρώπων, συχνά χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι πολιτισμικές και γλωσσικές τους ταυτότητες.

Οι μουσουλμάνοι της Κρήτης εγκαταστάθηκαν στο νησί κατά την οθωμανική κατάκτηση, το 1669. Μετά από μια πολιορκία που διήρκεσε 21 χρόνια, ο Χάνδακας (το σημερινό Ηράκλειο) παραδόθηκε στους Οθωμανούς, σηματοδοτώντας την πλήρη κυριαρχία τους στην Κρήτη. Κατά τη διάρκεια των επόμενων δεκαετιών, ένας αριθμός Κρητικών προσηλυτίστηκε στο Ισλάμ, είτε λόγω φορολογικών ελαφρύνσεων, είτε λόγω κοινωνικών πιέσεων. Οι άνθρωποι αυτοί, που έγιναν γνωστοί ως Τουρκοκρητικοί, παρέμειναν αναπόσπαστο μέρος του κρητικού κοινωνικού ιστού. Αν και ήταν μουσουλμάνοι, μιλούσαν την ελληνική γλώσσα –κυρίως την κρητική διάλεκτο– και διατηρούσαν πολλές από τις παραδόσεις του νησιού, όπως η μουσική, ο χορός και η τοπική ενδυμασία.
Ωστόσο, καθώς το ελληνικό εθνικό κίνημα ενισχύθηκε τον 19ο αιώνα, η θέση των μουσουλμάνων της Κρήτης άρχισε να κλονίζεται. Οι συγκρούσεις μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων εντάθηκαν, με αποκορύφωμα τις εξεγέρσεις του 1866-1869 και του 1897, που είχαν ως στόχο την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Μετά την ίδρυση της Κρητικής Πολιτείας το 1898, η κατάσταση για τους Τουρκοκρητικούς έγινε ακόμα πιο δύσκολη. Πολλοί από αυτούς αντιμετώπισαν εχθρότητα και αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το νησί πριν από την επίσημη ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, το 1913. Μερικοί μετανάστευσαν σε άλλες περιοχές, όπως η Μικρά Ασία, η Κύπρος, η Λιβύη και η Συρία.
Η μεγάλη έξοδος, όμως, ήρθε το 1923, με την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Οι μουσουλμάνοι της Κρήτης, όπως και οι υπόλοιποι μουσουλμάνοι της Ελλάδας, θεωρήθηκαν «Τούρκοι» και στάλθηκαν στην Τουρκία, ανεξάρτητα από τη γλώσσα ή την πολιτισμική τους ταυτότητα. Πολλοί εγκαταστάθηκαν στη Σμύρνη, την Αττάλεια, τη Μερσίνα και άλλα παράκτια μέρη της Μικράς Ασίας, όπου συνάντησαν δυσκολίες προσαρμογής. Αντιμετωπίστηκαν με καχυποψία από τον τοπικό πληθυσμό, καθώς δεν μιλούσαν τουρκικά και διατηρούσαν διαφορετικά έθιμα.
Η πολιτισμική και κοινωνική ενσωμάτωσή τους στην Τουρκία, ήταν μια διαδικασία επίπονη. Αν και σταδιακά έμαθαν την τουρκική γλώσσα, πολλά στοιχεία της κρητικής τους ταυτότητας παρέμειναν ζωντανά. Σε περιοχές όπου εγκαταστάθηκαν, συνέχισαν να μιλούν την κρητική διάλεκτο μεταξύ τους για αρκετές δεκαετίες, ενώ η κρητική μουσική και η παραδοσιακή διατροφή τους επιβίωσαν μέσα στις κοινότητές τους. Μάλιστα, μέχρι και σήμερα, σε ορισμένες περιοχές της Τουρκίας, συναντά κανείς απογόνους Τουρκοκρητικών που διατηρούν μνήμες και ιστορίες για την Κρήτη, αν και οι περισσότεροι δεν μιλούν πλέον ελληνικά.

Η περίπτωση των Τουρκοκρητικών αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της πολύπλοκης σχέσης μεταξύ εθνικής ταυτότητας, γλώσσας και θρησκείας. Οι άνθρωποι αυτοί βρέθηκαν διπλά ξεριζωμένοι: από την Κρήτη, όπου γεννήθηκαν, αλλά και από την Τουρκία, όπου τους υποδέχθηκαν ως «ξένους». Ενώ στην Ελλάδα θεωρήθηκαν «Τούρκοι» λόγω της θρησκείας τους, στην Τουρκία αντιμετωπίστηκαν ως «Έλληνες» λόγω της γλώσσας και του πολιτισμού τους. Αυτό το παράδοξο δείχνει πόσο ρευστές μπορούν να είναι οι εθνικές ταυτότητες και πόσο βαθιά επηρεάζονται από τις πολιτικές αποφάσεις και τις γεωπολιτικές εξελίξεις.
Σήμερα, οι απόγονοι των Τουρκοκρητικών εξακολουθούν να επισκέπτονται την Κρήτη, αναζητώντας τις ρίζες τους και διατηρώντας μια πολιτισμική σύνδεση με το νησί. Η ιστορία τους δεν είναι απλώς μια ιστορία προσφυγιάς, αλλά και μια μαρτυρία για το πως οι άνθρωποι μπορούν να επιβιώσουν και να διατηρήσουν την ταυτότητά τους, ακόμα και όταν ξεριζώνονται από τις πατρίδες τους. Η μελέτη της ιστορίας τους, υπενθυμίζει τη σημασία της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών, πέρα από τις εθνικές και θρησκευτικές διαφορές.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Συνθήκη της Λωζάννης: Πού βρίσκονται και τι απέγιναν οι Τουρκοκρητικοί. Από την ιστοσελίδα, tovima.gr, διαθέσιμο εδώ
- Η τουρκοκρατία στην Κρήτη και οι Τουρκοκρητικοί, protothema.gr, διαθέσιμο εδώ
- Τουρκοκρητικοί – Οι άλλοι ανταλλάξιμοι, youtube.com, διαθέσιμο εδώ