15.9 C
Athens
Σάββατο, 12 Απριλίου, 2025
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΑυστηροποίηση των ποινών: Λύση ή αδιέξοδο;

Αυστηροποίηση των ποινών: Λύση ή αδιέξοδο;


Της Βασιλικής Χαραλάμπους,

Το ζήτημα της αυστηροποίησης των ποινών είναι ένα θέμα που εγείρεται ολοένα και εντονότερα, ιδίως σε κρίσιμες περιόδους αναταραχών, και έχοντας κυρίως ως γνώμονα την ενίσχυση της εγκληματοπροληπτικής λειτουργίας των ποινών. Παρότι συνήθως οι αλλαγές στους ποινικούς κώδικες δεν πραγματοποιούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, καθώς εκφράζουν μια εσωτερική συνοχή και συνάμα μια ορθολογική διάρθρωση, στην Ελλάδα δυστυχώς οι παρεμβάσεις στις ποινικές διατάξεις είναι αρκετά συχνές, έχοντας μια ροπή – ιδίως στις τελευταίες αλλαγές- προς την αυστηροποίηση του ποινικού πλαισίου.

Τί σημαίνει όμως πράγματι αυστηροποίηση των ποινών; Ήδη αυξήθηκε με τον νέο Ποινικό Κώδικα το ανώτατο όριο της πρόσκαιρης κάθειρξης στα είκοσι έτη, αυξήθηκε το ανώτατο όριο της ποινής επί συρροής εγκλημάτων, αυξήθηκε ο αριθμός των εγκλημάτων, για τα οποία μπορεί να επιβληθεί σε ανηλίκους ποινή περιορισμού σε κατάστημα κράτησης και όχι μόνον θεραπευτικά/αναμορφωτικά μέτρα ή επιπλήξεις, αυξάνονται οι προϋποθέσεις με βάση τις οποίες μπορεί να δοθεί αναστολή επί μικρών ποινών και τέλος αυξάνεται ο ελάχιστος χρόνος παραμονής στην φυλακή για την χορήγηση της υφ’ όρων απόλυσης.

Σημαίνει όμως η αυστηροποίηση των ποινών και αντίστοιχη μείωση της εγκληματικότητας; Και εάν ίσχυε αυτό, τότε πως εξηγείται το γεγονός ότι το έγκλημα άνθιζε ακόμη και σε περιόδους, όποτε υπήρχαν η θανατική ποινή και τα βασανιστήρια, ως κυρώσεις επί βαρύτατων εγκλημάτων;

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα Χρήσης: Pixabay

Οι ποινές λοιπόν, όσο αυστηρές και να είναι, δεν μπορούν να αποτρέψουν από μόνες τους το έγκλημα. Υπάρχει όμως ένας δείκτης, ο οποίος σύμφωνα με μελέτες μπορεί και αυτός είναι η πιθανότητα σύλληψης σε συνδυασμό με την πιθανότητα εκτέλεσης των ποινών που θα επιβληθούν στους δράστες. Πρόκειται για έναν παράγοντα ο οποίος δεν έχει ληφθεί αρκετά υπόψη και δεν έχει τεθεί ως αρμόζει στον δημόσιο λόγο. Τωόντι, η εξιχνίαση εγκλημάτων από την αστυνομία σε συνδυασμό με την εκτέλεση των ποινών φέρνουν πιο κοντά τον εγκληματία με τις συνέπειες των πράξεών του. Το γεγονός αυτό μπορεί να λειτουργήσει αν όχι «εκφοβιστικά» τουλάχιστον εγκληματοπροληπτικά, αφού ο εγκληματίας ενδεχομένως να απέχει από μια παράνομη ενέργεια ή παράλειψη, η οποία μοιάζει μεν δελεαστική, πλην όμως γνωρίζει ότι θα αποτελέσει την «δαμόκλειο σπάθη» της ελευθερίας του. Αν ο ίδιος γνωρίζει εκ των προτέρων ότι οι πιθανότητες να συλληφθεί είναι λίγες, είναι περισσότερο διατεθειμένος να αψηφήσει το δίκαιο και να τελέσει το έγκλημα. Ειδικότερα, αναφορικά με το ζήτημα της εξιχνίασης εγκλημάτων από τις αστυνομικές αρχές, σύμφωνα με έρευνες που διεξήχθησαν, τα αποτελέσματα είναι ιδιαίτερα αποθαρρυντικά: το 2022 από τα 22.113 βεβαιωμένα εγκλήματα κατά της περιουσίας, παρέμειναν ανεξιχνίαστα τα 9.388, ενώ από τα 104.472 βεβαιωμένα εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας, έμειναν ανεξιχνίαστα τα 83.061. Τα νούμερα είναι εξόχως αποκαρδιωτικά, με αποτέλεσμα το ρίσκο της σύλληψης να είναι τόσο μικρό, ώστε καμία ποινή – όσο αυστηρή και να είναι- να μην δύναται να μειώσει την εγκληματικότητα.

Μια ακόμη επομένως αυστηροποίηση των ποινών δεν είναι από μόνη της ικανή να λύσει το πρόβλημα, ενώ αρκετές φορές παρουσιάζεται και το εξής παράδοξο: όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ελληνικής αστυνομίας, ενώ κατά το έτος 2020 -πριν δηλαδή το πρώτο «κύμα» αυστηροποίησης των ποινών- ο αριθμός των βεβαιωμένων εγκλημάτων ανερχόταν στα 191.224, το έτος 2022 ο συνολικός αριθμός ανερχόταν στα 241.549, δηλαδή αυξήθηκαν κατά 26,27%!

Παρατηρείται, λοιπόν, ότι οι έντονες αμφιβολίες που διατηρούσε η επιστημονική κοινότητα σχετικά με την αυστηροποίηση των ποινών δεν διαψεύστηκαν, ως μαρτυρούν και τα επίσημα ποσοστά των ελληνικών αρχών, καθώς εκείνη δεν κατάφερε να επιτύχει τον στόχο της: τη μεγιστοποίηση της γενικής και ειδικής πρόληψης των εγκλημάτων.

Σύμφωνα με τη θεωρία της ειδικής πρόληψης, η ποινή ενδέχεται να αποτρέψει τον δράστη από την διάπραξη περαιτέρω εγκλημάτων (ενδεχομένως όμως και να μην τον αποτρέψει απόλυτα, ιδίως αν λάβουμε υπόψη και τον υπότροπο εγκληματία). Στη θεωρία της γενικής πρόληψης, η ποινή δεν αποσκοπεί μόνο στην αποτροπή του εγκλήματος από τον δράστη, αλλά περαιτέρω απευθύνεται και στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, ήτοι όταν οι πολίτες απέχουν από την τέλεση εγκλημάτων ακριβώς επειδή φοβούνται την προβλεπόμενη από τον νόμο ποινή.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: RDNE Stock project

Όπως καθίσταται σαφές, η αυστηροποίηση των ποινών, καίτοι παρουσιάζεται συχνά ως πανάκεια της αντιμετώπισης της εγκληματικότητας, αυτοτελώς δεν μπορεί να επιτύχει τους στόχους μιας ολοκληρωμένης αντεγκληματικής πολιτικής. Τούτο είναι εμφανές από τα ίδια τα αυξημένα ποσοστά εγκληματικότητας, παρά την πρόσφατη περαιτέρω αυστηροποίηση, η οποία σε κάθε περίπτωση καταδεικνύει ότι το ζήτημα της εγκληματικής πρόληψης μόνον ένα συνονθύλευμα πολυπαραγοντικών κριτηρίων δύναται να είναι.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Γεώργιος Γιαννούλης, Οι θεωρίες ποινής και η σχέση τους με τις εγκληματολογικές θεωρίες, Νομική Βιβλιοθήκη, 2024

  • Ελισάβετ Συμεωνίδου – Καστανίδου, Το νέο νομοσχέδιο του Υπουργού Δικαιοσύνης- Επεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα, 2024
  • Ιάκωβος Φαρσεδάκης, Η πρόληψη του εγκλήματος ως μέσον αντεγκληματικής πολιτικής, διαθέσιμο εδώ


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Βασιλική Χαραλάμπους
Βασιλική Χαραλάμπους
Είναι επί πτυχίω φοιτήτρια της Νομικής Σχολής Αθηνών. Θα ήθελε να ασχοληθεί με τη μάχιμη δικηγορία και βρίσκει ιδιαίτερα ενδιαφέροντα τον τομέα του ποινικού δικαίου. Στον ελεύθερό της χρόνο της αρέσει πολύ να διαβάζει βιβλία Ψυχολογίας και Φιλοσοφίας, ενώ έχει και μια ιδιαίτερη αδυναμία στον Φρόυντ και τον Ντοστογιέφσκι. Μιλάει αγγλικά, γερμανικά και λίγα ισπανικά.