11.9 C
Athens
Πέμπτη, 27 Φεβρουαρίου, 2025
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο έγκλημα της πλαστογραφίας: Βασικές έννοιες και κανόνες

Το έγκλημα της πλαστογραφίας: Βασικές έννοιες και κανόνες


Της Ξένης Φλώρου, 

Σύμφωνα με το άρθρο 216 του Ποινικού Κώδικα (ΠΚ) πλαστογραφία τελεί «Όποιος καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες» και «όποιος για τον παραπάνω σκοπό εν γνώσει χρησιμοποιεί πλαστό ή νοθευμένο έγγραφο». Πρόκειται για ένα σωρευτικά μικτό έγκλημα καθώς μπορεί να πραγματωθεί με δύο διαφορετικούς τρόπους οι οποίοι δεν μπορούν να εναλλαχθούν: είτε με κατάρτιση πλαστού εγγράφου είτε με νόθευση εγγράφου. Σε περίπτωση που ο δράστης πραγματώσει αμφότερους τους τρόπους διαπράττει δυο εγκλήματα σε αληθινή πραγματική συρροή.

Όσον αφορά τον πρώτο τρόπο τέλεσης του εγκλήματος, δηλαδή την κατάρτιση πλαστού εγγράφου, ισχύουν τα εξής: πλαστογραφία υφίσταται όταν δημιουργείται εξ αρχής ένα έγγραφο που φαίνεται να προέρχεται από συγκεκριμένο εκδότη, ενώ στην πραγματικότητα δεν έχει εκδοθεί από αυτόν. Με άλλα λόγια, το περιεχόμενο του εγγράφου αποδίδεται ψευδώς σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, το οποίο στην πραγματικότητα δεν το έχει συντάξει ή εκδώσει. Το ουσιώδες στοιχείο σε αυτή την περίπτωση είναι η διάσταση ανάμεσα στον πραγματικό και τον φαινομενικό εκδότη του εγγράφου.
Όσον αφορά τη νόθευση εγγράφου, αυτή συντελείται όταν μεταβάλλεται το περιεχόμενο ή η αποδεικτική του δύναμη, με αποτέλεσμα να αλλοιώνεται το αρχικό του νόημα. Ουσιαστικά, ο δράστης προσδίδει διαφορετικό περιεχόμενο σε ένα αυθεντικό έγγραφο, παραποιώντας την αρχική του σημασία. Ωστόσο, δεν υπάρχει νόθευση σε περιπτώσεις που οι μεταβολές είναι τόσο ασήμαντες ώστε να μην επηρεάζουν την ουσία του εγγράφου, όπως, για παράδειγμα, η διόρθωση ενός ορθογραφικού λάθους. Σημαντικό στοιχείο σε αυτήν την περίπτωση είναι η μεταβολή του περιεχομένου, δηλαδή το γεγονός ότι ο δράστης προσδίδει άλλο νοηματικό περιεχόμενο σε ένα γνήσιο έγγραφο.

Πηγή Εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: Andrea Piacquadio

Η κατάσταση περιπλέκεται όταν ο ίδιος ο εκδότης ενός εγγράφου το νοθεύει εκ των υστέρων. Αυτό συμβαίνει όταν μεταβάλει το περιεχόμενο του εγγράφου χωρίς αντίστοιχο δικαίωμα σε χρονικό σημείο κατά το οποίο το έγγραφο έχει ήδη ενταχθεί στις συναλλαγές ή κάποιο τρίτο πρόσωπο έχει αποκτήσει δικαίωμα στη διατήρηση του αρχικού του περιεχομένου. Σε αυτή την περίπτωση, η πάροδος του χρόνου αποκτά καθοριστική σημασία, καθώς σηματοδοτεί την απώλεια του δικαιώματος του εκδότη να τροποποιήσει το έγγραφο, ενώ παράλληλα συνεπάγεται την υποχρέωσή του να διατηρήσει το αρχικό του περιεχόμενο.

Στην παράγραφο 2 του άρθρου 216 ΠΚ στοιχειοθετείται ως αδίκημα η χρήση πλαστού. Αυτό συμβαίνει όταν ο δράστης καταστήσει το πλαστό έγγραφο προσιτό σε αυτόν που επιδιώκει να παραπλανήσει. Για παράδειγμα, χρήση πλαστού τελείται μόλις ο οδηγός-δράστης εμφανίσει το πλαστό δίπλωμα οδήγησης στον αστυνομικό που τον σταμάτησε στον δρόμο και αυτός λάβει γνώση του περιεχομένου του. Αντίθετα, αν το δίπλωμα βρίσκεται απλώς στο πορτοφόλι του και δεν το εμφανίσει, δεν διαπράττει χρήση του πλαστού, καθώς δεν έχει γίνει γνωστό το περιεχόμενο του εγγράφου στον τρίτο.

Εάν το πλαστό έγγραφο χρησιμοποιείται από το ίδιο το πρόσωπο που το κατήρτισε ή το νόθευσε, τότε γίνεται δεκτό ότι υπάρχει φαινομενική συρροή, με αποτέλεσμα η χρήση πλαστού εγγράφου να απορροφάται από την αρχική πράξη της πλαστογραφίας (κατάρτιση ή νόθευση). Αυτό διαφοροποιείται από το προηγούμενο καθεστώς του Ποινικού Κώδικα, όπου η χρήση πλαστού από τον ίδιο τον πλαστογράφο θεωρούνταν επιβαρυντική περίπτωση και συνεπαγόταν αυστηρότερη ποινική αντιμετώπιση.

Πηγή Εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: Mattias Zomer

Ως προς την υποκειμενική υπόσταση, γίνεται δεκτό ότι αρκεί ενδεχόμενος δόλος. Απαιτείται ταυτόχρονα ο δράστης να έχει διπλό σκοπό, δηλαδή τόσο σκοπό να κάνει χρήση του εγγράφου όσο και σκοπό να παραπλανήσει άλλον. Ο σκοπός αυτός αποτελεί υποκειμενικό στοιχείο του αδίκου, ελλείψει του οποίου δεν στοιχειοθετείται το έγκλημα της πλαστογραφίας. Μάλιστα, εκτός από τον σκοπό παραπλάνησης απαιτείται το έγγραφο να είναι σε θέση να παραπλανήσει για γεγονός που έχει έννομες συνέπειες. Με άλλα λόγια πρέπει να αφορά μια νομικά σημαντική συμπεριφορά. Κατά τον Άρειο Πάγο, αυτή η προσφορότητα του εγγράφου για παραπλάνηση είναι αναγκαία για την στοιχειοθέτηση του εγκλήματος.

Συμπερασματικά, η πλαστογραφία αποτελεί ένα σοβαρό ποινικό αδίκημα, το οποίο προστατεύει την αξιοπιστία των εγγράφων και, κατ’ επέκταση, την ασφάλεια των συναλλαγών. Ανεξαρτήτως του τρόπου τέλεσης, απαραίτητα στοιχεία της παραμένουν η πρόθεση και η προσφορότητα παραπλάνησης δηλαδή, η δυνατότητα του εγγράφου να επηρεάσει έννομες σχέσεις και να επιφέρει έννομες συνέπειες.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Νικόλαος Κ. Ανδρουλάκης, Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης, Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα, 2020


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ξένη Φλώρου
Ξένη Φλώρου
Γεννήθηκε το 2002 στην Αθήνα όπου και μεγάλωσε. Σπουδάζει στη Νομική Σχολή του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τον τομέα του εμπορικού και του ποινικού δικαίου. Στον ελεύθερο χρόνο της, επιλέγει να ασχολείται ενεργά με τον αθλητισμό, τη μουσική και την εξερεύνηση νέων προορισμών, μέσα από ταξιδιωτικές εμπειρίες.