Του Παναγιώτη Πάλλη,
Ένα θέμα, το οποίο άργησε να μελετηθεί ιστοριογραφικά, αλλά αποτέλεσε εναρκτήριο μέσο για την κατανόηση του μισογυνισμού και των προκαταλήψεων στην Ευρώπη, είναι η μαγεία. Η μαγεία, άρρηκτα συνδεδεμένη με το θηλυκό φύλο, αποτελεί το άκρον άωτον της κοινωνικής διαφοροποίησης ανάμεσα στους άνδρες και τις γυναίκες, αλλά και της απομόνωσης των τελευταίων από τη δημόσια σφαίρα. Η μαγεία, προτού συγκεραστεί με το «κατώτερο κι αδύναμο φύλο», ήταν ένα φαινόμενο στο οποίο δεν δινόταν έμφαση ούτε από τις αρχές, ούτε από την εκκλησία. Η μαύρη μαγεία, για την οποία πολλές γυναίκες κατηγορήθηκαν, είναι η σατανική χρήση υπερφυσικών δυνάμεων με στόχο να βλάψει αλλά και να εξυπηρετήσει μόνο προσωπικούς σκοπούς των μαγισσών.
Οι μάγισσες κυνηγήθηκαν κι εκδιώχθηκαν ως «συνεργάτιδες του σατανά», ενώ τις βάραιναν κατηγορίες απάνθρωπες και βέβηλες. Οι πιο συχνές κατηγορίες ήταν για θυσίες βρεφών, αλλά και σεξουαλικά όργια, αφού ήταν «λάτρεις της σάρκας», όπως τις χαρακτήριζαν, ενώ πολλές ήταν αυτές που έριχναν κατάρες κι είχαν επιθετικές συμπεριφορές. Δεν εξαιρούνται κι οι μάγοι κι οι μάγισσες οι οποίοι, χρησιμοποιώντας βότανα κι άλλου είδους φαρμακευτικά φυτά, βοηθούσαν και θεράπευαν αρρώστους. Αυτό μας δείχνει τη «συνετή» πλευρά της τέχνης της μαγείας, την οποία οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν για ιαματικούς σκοπούς. Ήταν άνθρωποι κατωτέρων και λαϊκών τάξεων, αξιοσέβαστοι, χωρίς να έχουν τον φόβο της κατηγορίας για μαύρη μαγεία (εν μέρει), οπότε δεν τους θεωρούσαν βλαπτικούς μάγους, αλλά γητευτές, οι οποίοι μπορούσαν να ελέγξουν τα δαιμόνια και να χρησιμοποιήσουν τα μαγικά τους για ευεργετικούς σκοπούς. Ο όρος γητευτής μπορεί να μεταφραστεί στα αγγλικά ως sorcerer, εκ των γαλλικών sorcier (αρσ.) και sorciere (θηλ.).

Το κυνήγι των μαγισσών ξεκίνησε από όταν οι αρχές εξέφραζαν ανησυχίες για μάγισσες και τρομακτικές σατανικές φιγούρες μέσα από απεσταλμένους «κυνηγούς», οι οποίοι, γυρνώντας από χωριό σε χωριό, όχι μόνο προπαγάνδιζαν το αφήγημα περί μαγείας, αλλά κι επιδείκνυαν τρόπους αναγνώρισης των συγκεκριμένων γυναικών. Την εποχή που προσεγγίζουμε, έχει ξεκινήσει η αστικοποίηση των πόλεων, ενώ όσο απομακρυνόμαστε από τον μεσαίωνα και φτάνουμε στη νεωτερικότητα, τόσο πιο πρώιμα στάδια του καπιταλισμού συναντάμε. Έτσι, λοιπόν, όσο έβλεπαν οι αρχές κι οι άνδρες της εποχής τις γυναίκες να συμμετέχουν σε ελεύθερα επαγγέλματα μισθωτής εργασίας, τόσο επιθυμούσαν να βρουν έναν τρόπο να τις περιορίσουν και να τις υποτάξουν, αφού σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία, και σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό καθεστώς, οι ανεξάρτητες γυναίκες αποτελούσαν πρόβλημα.
Οι πιο ύποπτες για γνώση της μαγείας ήταν οι «στρίγγλες» (R. Scott: «Το βασικό παράπτωμα των μαγισσών είναι πως είναι στρίγγλες»), οι γυναίκες δηλαδή που δημιουργούσαν αναταραχή στο κοινωνικό ιδεώδες, απλώς και μόνο, μέσω της ομιλίας τους. Επίσης ήταν έγκλημα για μια γυναίκα να ασχολείται με τον λόγο (ποιήματα, στίχοι, συγγραφή) διότι μια έξυπνη γυναίκα αποτελούσε απειλή για το ανδροκρατούμενο καθεστώς. Στο μυαλό των ανθρώπων, από τότε μέχρι και σήμερα, η μάγισσα είναι μια άσχημη, «σκυλομούρα» και γριά γυναίκα, με μεγάλη μύτη κι ένα μεγάλο τρυπητό καπέλο, η οποία καβαλάει μια σκούπα. Οι μάγισσες, ιππεύοντας σκουπόξυλα, πήγαιναν σε κρυφά συμβούλια και δαιμονικές συγκεντρώσεις, τις σαββατιανές δαιμονικές συναθροίσεις (sabbath), όπου συναντούσαν τον ίδιο τον σατανά, ο οποίος τις συμβούλευε αλλά και τους έδινε τα κατάλληλα μέσα, όπως χρήματα, φαγητό αλλά κι «υπερσεξουαλικές» ορμόνες, ούτως ώστε να κάνουν κακό στην ανθρωπότητα με τον πλέον σατανικό τρόπο τους. Πολλές ομολογίες γυναικών μας πληροφορούν για σεξουαλικές συνευρέσεις με τον ίδιο τον Σατανά, θυσίες βρεφών, ξόρκια και πολλές ακόμη δαιμονικές μεθόδους, με στόχο την αλλοίωση της χριστιανοσύνης και των ίδιων των Χριστιανών σε πνευματικό και σωματικό επίπεδο.
Τομή στη δίωξη και στο κυνήγι των μαγισσών ήταν η τυπογραφία. Μέσω της τελευταίας, οι αρχές κι η εκκλησία μπορούσαν να προωθήσουν την «αντι-μαγική» τους προπαγάνδα και να δημιουργήσουν ένα κλίμα φόβου και μίσους, ειδικά απέναντι στις γυναίκες. Τον Δεκέμβριο του 1484, με παπική βούλα του Ιννοκέντιου Η’, επισημοποιήθηκε η παρουσία ομάδων που, «αδιαφορώντας για τη δική τους σωτηρία και αποκηρύσσοντας την καθολική πίστη, παραδίδονται σε δαίμονες […] και […] προκαλούν τον αφανισμό του σπόρου των γυναικών, των ζώων, των προϊόντων της γης […] και των καρπών των δένδρων» ενώ «[…] εμποδίζουν […] κάθε ολοκλήρωση γάμου».
Το διωκτικό κλίμα που εξαπλώθηκε με ραγδαία ταχύτητα στη Δυτική Ευρώπη από τις αρχές του 15ου αιώνα, αντανακλούσε τα εσωτερικά προβλήματα της Καθολικής Εκκλησίας, προβλήματα που ενέτεινε η εξάπλωση ριζοσπαστικών αιρετικών κινημάτων. Ο αντιαιρετικός λόγος της Καθολικής Εκκλησίας τόνιζε την εξώκοσμη, δαιμονική φύση αυτών των ομάδων. Το 1486, εκδόθηκε το Malleus Maleficarum (H σφύρα των μαγισσών), έργο των Δομινικανών μοναχών Heinrich Kramer και Jacob Sprenger, διορισμένων ιεροεξεταστών με τη βούλα του Ιννοκέντιου Θ΄. Το Malleus αποσκοπούσε στο να προσφέρει οδηγίες για την άμεση ανάληψη δράσης κι αναγνώρισης των μαγισσών.

Το κυνήγι των μαγισσών στη Δύση τον 16ο και 17ο αιώνα, δεν αποτέλεσε πόλεμο εναντίον του γυναικείου φύλου καθ’ αυτό. Όμως, ο πόλεμος του δαιμονικού εχθρού της χριστιανοσύνης, έφερε στο προσκήνιο μια, κατασκευασμένη από τους ιεροεξεταστές, ζώνη του ημίφωτος, όπου κατοικούσαν δυνάμεις ταγμένες να υπονομεύουν την πνευματική και σωματική υγεία των χριστιανών. Η ζώνη αυτή είχε προ πολλού θεωρηθεί προτιμητέος χώρος των γυναικών. Στόχος των διώξεων της περιόδου 1550-1750 ήταν οι μάγισσες, οι οποίες για προσδιορισμένους πολιτισμικά λόγους θεωρούνταν φυσικό να είναι γυναίκες (Αριστοτελική θεώρηση: η γυναίκα είναι ένα ατελές αρσενικό).
Τα βασανιστήρια που υφίσταντο οι κατηγορούμενες ήταν τόσο απάνθρωπα κι επίπονα, που αναγκάζονταν να ομολογήσουν τη μαγική τους υπόσταση για να γλυτώσουν από τον πόνο μέσα από τον θάνατο. Με το πέρας των χρόνων, οι διώξεις, τα κυνήγια, οι κατηγορίες κι οι δίκες κατά των μαγισσών μειώθηκαν. Τον 18ο αιώνα είχαν πλήρως εξαλειφθεί, κυρίως λόγω της προόδου της επιστήμης και του Διαφωτισμού που διαπέρασε την Ευρώπη. Όλα όσα (πριν τον 18ο αιώνα) θεωρούνταν θεϊκά και δαιμονικά, πλέον μπορούσαν να εξηγηθούν επιστημονικά. Φυσικά, αυτή η μείωση (και τελικώς η εξάλειψη) της μαγείας, δεν έγινε σε κάθε κράτος την ίδια στιγμή, αλλά με λίγα ή κι αρκετά χρόνια διαφορά το ένα από το άλλο. Ο «εκκλησιαστικός σκοταδισμός» πλέον φαίνεται να θεωρείται λήξας, ενώ ο καταστατικός μισογυνισμός έχει πλέον ξεκινήσει να παίρνει μια στροφή με την ελπίδα να αποτελέσει κι αυτός παρελθόν.
«Αν ο Θεός, μέσω ενός αγγέλου, δεν αναγκάσει τον Σατανά να αρνηθεί τη βοήθειά του στη μάγισσα, αυτή θα είναι τόσο αναίσθητη στους πόνους των βασανιστηρίων, που θα προτιμήσει να της ξεριζώσουν τα χέρια και τα πόδια παρά να ομολογήσει την αλήθεια!».
-Heinrich Kramer, Malleus Maleficarum (1430 – 1505).
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Ανδρονίκη Διαλέτη (2023), Η Μαγεία στην Ευρώπη (15ος-18ος αι.) – Μια κοινωνική και πολιτισμική ιστορία, Αθήνα: εκδ. Κάλλιπος, ανοιχτές ακαδημαϊκές εκδόσεις
- Kramer Heinrich – Malleus Maleficarum (2024), Το σφυρί των μαγισσών, Αθήνα: εκδ. Δαιδάλεος
- Lady Stardust (2010), Γυναίκες στην πυρά – Το κυνήγι των μαγισσών στην Ευρώπη, οι περιφράξεις και η άνοδος του καπιταλισμού, εκδ. Κόκκινο Νήμα
- Robert W. Thurston (2006), Μάγοι και Μάγισσες, Αθήνα: εκδ. Παπαζήση