Της Ζωής Φουρκιώτη,
Είναι ευρέως γνωστό ότι οι γαστρεντερικές δυσλειτουργίες, όπως η διάρροια και η δυσκοιλιότητα, συχνά πυροδοτούνται από στρεσογόνες καταστάσεις στη ζωή του ατόμου, επιβεβαιώνοντας τη στενή σχέση μεταξύ του εγκεφάλου και του εντέρου. Το στρες επηρεάζει άμεσα την υγεία του γαστρεντερικού συστήματος μέσω μιας πολύπλοκης αμφίδρομης επικοινωνίας που περιλαμβάνει το νευρικό, το ενδοκρινικό και το ανοσοποιητικό σύστημα.
Πολλαπλές μελέτες έχουν δείξει ότι το οξύ στρες μπορεί να οδηγήσει σε άμεσες, βραχυπρόθεσμες αλλαγές στην κινητικότητα του εντέρου, όπως επιτάχυνση της διέλευσης του εντερικού περιεχομένου ή παροδική αναστολή της κινητικότητας, ανάλογα με τη φύση του στρεσογόνου παράγοντα. Αντίθετα, το χρόνιο στρες φαίνεται να έχει πιο μακροχρόνιες επιπτώσεις, προκαλώντας επίμονες διαταραχές στη γαστρεντερική κινητικότητα, αυξημένη ευαισθησία στον πόνο, φλεγμονώδεις αντιδράσεις και αλλοιώσεις στη σύνθεση του μικροβιώματος του εντέρου. Αυτές οι μεταβολές ενδέχεται να συμβάλλουν στην εμφάνιση ή την επιδείνωση λειτουργικών γαστρεντερικών διαταραχών, όπως το Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου (ΣΕΕ). Η κατανόηση των διαφορών μεταξύ οξέος και χρόνιου στρες είναι κρίσιμη για την ανάπτυξη στοχευμένων θεραπειών που θα βοηθήσουν στη διαχείριση αυτών των διαταραχών.
Στην επιστημονική κοινότητα υπάρχει μια αδυναμία για τον ορισμό της έννοιας του «στρες». Ωστόσο, μια τυπική διάκριση των στρεσογόνων παραγόντων είναι εκείνη σε φυσικούς (όπως πόνος, ενόχληση) και ψυχολογικούς. Πιο συγκεκριμένα, σε ερευνητικά πλαίσια, στο φυσικό στρες υπάγονται διαδικασίες όπως η δοκιμασία ψυχρής πίεσης, όπου το άτομο βυθίζει, για συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα, το χέρι του σε παγωμένο νερό. Στο ψυχολογικό στρες από την άλλη υπάρχουν δραστηριότητες όπως η παρακολούθηση ταινιών και η εκτέλεση νοητικής αριθμητικής. Διαφορετικοί παράγοντες μπορεί να έχουν ποικίλες επιδράσεις στη γαστρεντερική κινητικότητα μέσω του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος.

Το στρες, όπως καθίσταται μέχρι τώρα κατανοητό, διαδραματίζει μείζονα ρυθμιστικό ρόλο στη λειτουργία του γαστρεντερικού συστήματος. Μάλιστα, δύναται να προκαλέσει συσπάσεις του οισοφάγου με διαφορετικό αποτέλεσμα σε υγιή άτομα συγκριτικά με άτομα που πάσχουν από ΣΕΕ. Ακόμη, το άγχος μπορεί να μειώσει, όσο και να αυξήσει τη γαστρική κένωση. Σε όλα τα ανωτέρω σημεία, εμπλέκονται νευρικοί και ορμονικοί μηχανισμοί. Αξίζει να σημειωθεί πως διαφορετικά είδη στρες (οξύ ή χρόνιο) προκαλούν διαφορετικές αντιδράσεις στη γαστρεντερική κινητικότητα. Επομένως, το χρόνιο στρες σχετίζεται ενδεχομένως με την ανάπτυξη γαστρεντερικών διαταραχών.
Η διαφοροποίηση μεταξύ οξέος και χρόνιου στρες είναι κρίσιμη για την κατανόηση των παθοφυσιολογικών μηχανισμών που εμπλέκονται στις λειτουργικές γαστρεντερικές διαταραχές. Το οξύ στρες μπορεί να προκαλέσει παροδικές μεταβολές στην κινητικότητα, ενώ το χρόνιο στρες ενδέχεται να οδηγήσει σε μόνιμες δυσλειτουργίες, ακόμα και μετά την άρση του στρεσογόνου παράγοντα.
Οι αλλαγές στην κινητικότητα του εντέρου λόγω στρες μπορεί να οδηγήσουν σε συμπτώματα όπως διάρροια, δυσκοιλιότητα, κοιλιακό άλγος και φούσκωμα, επηρεάζοντας σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών. Το χρόνιο στρες μπορεί να διαταράξει αυτή την ισορροπία, αυξάνοντας τα επίπεδα φλεγμονής και μεταβάλλοντας τη νευρομυϊκή λειτουργία του εντέρου, γεγονός που συμβάλλει στην επιμονή των συμπτωμάτων.
Πολλά ερωτήματα παραμένουν παρ’ αυτά αναπάντητα. Ποιες είναι οι επιπτώσεις του μακροχρόνιου στρες στη γαστρεντερική κινητικότητα και παρατηρείται προσαρμογή των αντιδράσεων του εντέρου όταν το άτομο εκτίθεται επανειλημμένα σε στρεσογόνες καταστάσεις; Αντιδρούν οι ασθενείς με λειτουργικές γαστρεντερικές διαταραχές διαφορετικά στο στρες σε σχέση με τους υγιείς, και αν ναι, ποιες είναι οι βασικές διαφορές; Πώς διαφοροποιούνται οι επιδράσεις του οξέος και του χρόνιου στρες στη γαστρεντερική κινητικότητα και μπορεί το χρόνιο ή επαναλαμβανόμενο στρες να επιφέρει μόνιμες αλλαγές στα πρότυπα κινητικότητας, ακόμα και μετά την απομάκρυνση του στρεσογόνου παράγοντα; Τέλος, ποια είναι η σχέση ανάμεσα στις στρεσογενείς μεταβολές της γαστρεντερικής κινητικότητας και την εμφάνιση συμπτωμάτων σε ασθενείς με λειτουργικές γαστρεντερικές διαταραχές;
Παρά την πρόοδο στην έρευνα, οι ακριβείς μηχανισμοί που συνδέουν το στρες με τις γαστρεντερικές διαταραχές παραμένουν ασαφείς. Απαιτούνται περαιτέρω μελέτες για την καλύτερη κατανόηση αυτών των αλληλεπιδράσεων και την ανάπτυξη στοχευμένων θεραπευτικών παρεμβάσεων που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής των ασθενών.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Motility disorders and stress, Springer Nature, διαθέσιμο εδώ
- Stress and Gastrointestinal Motility in Humans: A Review of the Literature, Wiley, διαθέσιμο εδώ