Της Άννας Μαρίας Γερακάρη,
Η προάσπιση της γενετήσιας ελευθερίας συνιστά θεμελιώδη αρχή του ελληνικού Ποινικού Δικαίου, με τον βιασμό να αποτελεί ένα από τα ειδεχθέστερα εγκλήματα κατά της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Η τυποποίησή του στον ελληνικό Ποινικό Κώδικα έχει υποστεί διαχρονικές μεταβολές, τόσο ως προς τον ορισμό του εγκλήματος όσο κι ως προς το ποινικό πλαίσιο που το περιβάλλει. Η εξέλιξη αυτή αντικατοπτρίζει τις μεταβαλλόμενες κοινωνικές αντιλήψεις και την αδήριτη ανάγκη ενίσχυσης της προστασίας των θυμάτων.
Η πρώτη νομοθετική κατοχύρωση του εγκλήματος του βιασμού στην Ελλάδα απαντάται στον Ποινικό Νόμο του 1834, ο οποίος στηρίχθηκε στον Βαυαρικό Ποινικό Κώδικα. Το έγκλημα οριζόταν αποκλειστικά ως εξαναγκαστική συνουσία ανδρός προς γυναίκα, γεγονός που μαρτυρεί τις τότε πατριαρχικές αντιλήψεις περί φύλου. Επιπλέον, ο γάμος αποτελούσε έναν νομικά θεμελιωμένο θεσμό, εντός του οποίου η συναίνεση της γυναίκας στη σεξουαλική πράξη εκλαμβανόταν ως δεδομένη, καθιστώντας ανέφικτη την ποινική δίωξη του ενδογαμιαίου βιασμού.
Με την εισαγωγή του Ποινικού Κώδικα του 1950 (Νόμος 1492/1950), ο βιασμός περιγράφηκε στο άρθρο 336 ως εξαναγκασμός γυναίκας σε εξώγαμη συνουσία διά της χρήσεως σωματικής βίας ή απειλής σοβαρού κι άμεσου κινδύνου. Η διάταξη αυτή, ωστόσο, εξακολουθούσε να διατηρεί μία περιοριστική προσέγγιση, αποκλείοντας αφενός το ενδεχόμενο ανδρών θυμάτων κι αφετέρου την ποινική θεώρηση του βιασμού εντός γάμου. Η αντίληψη περί «συζυγικής υποχρέωσης» παρέμεινε αλώβητη επί δεκαετίες, ενώ ο κοινωνικός στιγματισμός και η απουσία θεσμικών μηχανισμών αποθάρρυναν τις γυναίκες από την καταγγελία τέτοιων περιστατικών.
![](https://www.offlinepost.gr/wp-content/uploads/2025/02/gavel-with-books-old-wooden-desk_93675-128746.jpg)
Η πρώτη ουσιαστική μεταρρύθμιση στη νομική διατύπωση του βιασμού επήλθε το 1984 με τον Νόμο 1419/1984, ο οποίος διεύρυνε την έννοια του εγκλήματος, περιλαμβάνοντας κι άλλες γενετήσιες πράξεις πέραν της συνουσίας. Εντούτοις, ο βιασμός εξακολουθούσε να μην αναγνωρίζεται ως αξιόποινη πράξη εντός γάμου.
Η νομοθετική αυτή δυσαρμονία αποκαταστάθηκε το 2006 με την ψήφιση του Νόμου 3500/2006 περί ενδοοικογενειακής βίας, ο οποίος ρητώς ποινικοποίησε τον βιασμό εντός έγγαμου βίου. Η εν λόγω ρύθμιση αποτέλεσε νομοθετική τομή, καθώς αναγνώρισε ότι η συναίνεση αποτελεί “sine qua non” στοιχείο κάθε σεξουαλικής πράξης, ανεξαρτήτως της ύπαρξης συζυγικής σχέσης μεταξύ δράστη και θύματος.
Η πλέον καταλυτική νομοθετική εξέλιξη στον τομέα της αντιμετώπισης του βιασμού επήλθε το 2019 με την αναθεώρηση του Ποινικού Κώδικα (Νόμος 4619/2019), η οποία εισήγαγε ρηξικέλευθες τροποποιήσεις τόσο στον ορισμό του εγκλήματος όσο και στη διαδικασία ποινικής του δίωξης. Ο αναθεωρημένος ορισμός του βιασμού, όπως αποτυπώθηκε στο άρθρο 336 Π.Κ., έθεσε ως κεντρικό στοιχείο την έλλειψη συναίνεσης, καθιστώντας παρωχημένη την προγενέστερη αντίληψη που απαιτούσε τη συνδρομή σωματικής βίας ή απειλής για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος. Η προσέγγιση αυτή εναρμονίστηκε πλήρως με τις επιταγές της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης και τις σύγχρονες αντιλήψεις περί σεξουαλικής αυτοδιάθεσης.
Παράλληλα, η αναθεώρηση του άρθρου 344 Π.Κ. έθεσε τέλος στην κατ’ έγκληση δίωξη του βιασμού, καθιστώντας την αυτεπάγγελτη, ανεξαρτήτως της βούλησης του θύματος. Η εν λόγω τροποποίηση κατέστησε εμφανές ότι το κράτος οφείλει να δρα αυτεπάγγελτα για την καταπολέμηση της σεξουαλικής βίας, εξαλείφοντας τον κίνδυνο θυματοποίησης των επιζωσών μέσω κοινωνικών πιέσεων ή εκβιασμών.
Η συγκεκριμένη εξέλιξη επέφερε μία νομική θεώρηση περισσότερο προσανατολισμένη στην προστασία των θυμάτων, αναγνωρίζοντας ότι ο εξαναγκασμός δεν είναι αποκλειστικό απότοκο φυσικής βίας, αλλά δύναται να ασκηθεί μέσω ψυχολογικών, κοινωνικών ή οικονομικών πιέσεων. Οι προβλεπόμενες ποινές για τον βιασμό κυμαίνονται από δέκα έτη κάθειρξης, ενώ σε περιπτώσεις επιβαρυντικών περιστάσεων (όπως ομαδικός βιασμός ή σοβαρή σωματική βλάβη του θύματος) επιβάλλεται ποινή ισόβιας κάθειρξης.
Η εξέλιξη του εγκλήματος του βιασμού στον ελληνικό Ποινικό Κώδικα αποτυπώνει την κοινωνική πρόοδο ως προς την αναγνώριση και την προστασία των θυμάτων σεξουαλικής βίας. Από τη στενή, σχεδόν πρωτόγονη προσέγγιση του 19ου και του 20ού αιώνα, η ελληνική νομοθεσία μετασχηματίστηκε, ενσωματώνοντας θεμελιώδεις αρχές της σύγχρονης πολιτικής και προάγοντας ένα πιο ανθρωποκεντρικό και προστατευτικό νομικό πλαίσιο.
Παρά τις ουσιώδεις αυτές μεταρρυθμίσεις, η πλήρης εξάλειψη της σεξουαλικής βίας εξακολουθεί να αποτελεί ζητούμενο, καθώς η κοινωνική προκατάληψη και ο φόβος του στιγματισμού εξακολουθούν να αποτρέπουν πολλά θύματα από την καταγγελία του εγκλήματος. Κατά συνέπεια, η περαιτέρω βελτίωση του θεσμικού πλαισίου, η ενδελεχής επιμόρφωση των δικαστικών κι αστυνομικών αρχών, καθώς και η ενίσχυση των υποστηρικτικών μηχανισμών για τα θύματα, συνιστούν αδήριτη ανάγκη για την πλήρη καταπολέμηση της σεξουαλικής βίας στην ελληνική κοινωνία.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Υπόμνημα για τον ποινικό ορισμό του βιασμού στην Ελλάδα, Amnesty International, διαθέσιμο εδώ
- Βιασμός: Ένα διαχρονικό κατ’ εξακολούθηση συγκαλυμμένο έγκλημα, TVXS, διαθέσιμο εδώ