Του Χάρη Καλπάκη,
Α. Προλεγόμενα
Όταν γίνεται λόγος για το Ναυτικό δίκαιο εύκολα γίνεται αντιληπτό πως κομβικότατη έννοια αποτελεί αυτή του πλοίου. Οτιδήποτε αφορά την εκτέλεση της ναυσιπλοΐας, από τη ναυπήγηση πλοίου, τον απόπλου του από το λιμάνι, τον κατάπλου του και τη ρύθμιση των εννόμων σχέσεων μετά την εκπλήρωση της ναυτικής αποστολής, γίνεται σε συνάρτηση με το πλοίο
Β. Η έννοια του πλοίου
Παρά τη μεγάλη του οικονομική σημασία και την κεντρική του θέση στη ναυτική νομοθεσία, εύλογα θα αναμενόταν να υπάρχει ένας ακριβής, λεπτομερής κι αυστηρά δομημένος ορισμός για την έννοια του πλοίου, κοινώς παγκοσμίως. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει.
Σύμφωνα με τον ν. 4078/12, ο οποίος κύρωσε τη Διεθνή σύμβαση Ναυτικής Εργασίας του 2006, το πλοίο ορίζεται αρνητικά ως «οποιοδήποτε πλοίο εκτός αυτού που πλέει αποκλειστικά σε εσωτερικά ύδατα ή ύδατα εντός ή πλησίον προασπισμένων υδάτων ή περιοχών, όπου εφαρμόζονται κανονισμοί λιμένα».
Κατά των Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου (εφεξής ΚΔΝΔ) «πλοίον… είναι παν σκάφος, προωρισμένον όπως μετακινήται επί του ύδατος προς μεταφοράν προσώπων ή πραγμάτων, ρυμούλκησιν, επιθαλάσσιον αρωγήν, αλιείαν, αναψυχήν, επιστημονικάς ερεύνας ή αλλον σκοπόν».
Αντίστοιχος ήταν κι ο ορισμός του πλοίου υπό το προηγούμενο καθεστώς του Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου (εφεξής ΚΙΝΔ), ο οποίος πλέον από το 2023 ορίζει το πλοίο ως «κάθε πλωτή κατασκευή, ικανή να κινείται αυτοδύναμα στη θάλασσα για εκτέλεση ναυσιπλοΐας».
Οι διαφορές που εντοπίζονται μεταξύ των ορισμών οφείλονται στους σκοπούς του κάθε νόμου, ενόψει των οποίων κι αποκρυσταλλώνεται η έννοια του πλοίου σε κάθε περίπτωση. Βασικότεροι κι επικρατέστεροι φαίνονται οι ορισμοί του ΚΔΝΔ και ΚΙΝΔ. Ο ορισμός του ΚΙΝΔ είναι συνάμα ευρύτερος και στενότερος αυτού του ΚΔΝΔ:
- Στον βαθμό που ο τελευταίος χαρακτηρίζει ως πλοία μόνο σκάφη, εξαίρει από το πεδίο εφαρμογής του άλλες πλωτές κατασκευές που δεν έχουν κοίλο σώμα, οι οποίες, όμως, μπορούν να χαρακτηρισθούν ως πλοία από τον ΚΙΝΔ.
- Η απαίτηση, μάλιστα, για «μετακίνηση επί του ύδατος» κατά τον ΚΔΝΔ, αν και συμπεριλαμβάνει σκάφη που κινούνται στα εσωτερικά ύδατα (σε αντίθεση με τον ΚΙΝΔ), αποκλείει τον χαρακτηρισμό ως πλοίων των σκαφών υπό του ύδατος, όπως τα υποβρύχια, που χαρακτηρίζονται, ωστόσο, πλοία κατά τον ΚΙΝΔ.
Ανεξαρτήτως ορισμού, γίνεται δεκτό πως το πλοίο ως σύνθετο πράγμα συμπεριλαμβάνει και τα συστατικά και τα παραρτήματά του. «Συστατικό μέρος πράγματος, [είναι αυτό] που δεν μπορεί να αποχωριστεί από το κύριο πράγμα χωρίς βλάβη αυτού του ίδιου ή του κύριου πράγματος ή χωρίς αλλοίωση της ουσίας ή του προορισμού τους», ενώ «παράρτημα είναι το κινητό πράγμα που, χωρίς να είναι συστατικό του κύριου πράγματος, έχει προοριστεί να εξυπηρετεί διαρκώς τον οικονομικό του σκοπό κι έχει τεθεί ήδη σε τοπική σχέση προς το κύριο πράγμα, αντίστοιχη προς αυτό το σκοπό».
![](https://www.offlinepost.gr/wp-content/uploads/2025/02/michael-afonso-BQgAYwERXhs-unsplash.jpg)
Γ. Νομική φύση του πλοίου
Το πλοίο θα μπορούσε να ειπωθεί πως συνιστά ένα κατεξοχήν κινητό πράγμα, πληρώντας τους όρους του εμπραγμάτου δικαίου, αφού είναι ενσώματο, αυθύπαρκτο και δεκτικό ανθρώπινης εξουσίασης (άρ. 947, 948 ΑΚ). Ωστόσο, ο νομοθέτης αντιλαμβανόμενος τη δυσκολία εφαρμογής που θα έβρισκαν αρκετές διατάξεις του Αστικού Κώδικα ως προς το πλοίο και λαμβάνοντας υπόψιν την τεράστια οικονομική του σημασία το μεταχειρίζεται σε αρκετές περιπτώσεις ως οιονεί ακίνητο. Συγκεκριμένα:
- Για το πλοίο υπάρχει σύστημα δημοσιότητας, αντίστοιχο εκείνου που λειτουργεί για τα κινητά (1033ΑΚ). «Εγγράφεται στο νηολόγιο του κράτους, με αίτηση του κυρίου αυτού» (άρ. 3 ΚΙΝΔ) ή «σε ειδικό δημόσιο βιβλίο μικρών πλοίων» (άρ. 4 ΚΙΝΔ, βλ. Και άρ. 6 ΚΙΝΔ)
- Όπως τα ακίνητα μεταγράφονται προκειμένου να μεταβιβασθεί η κυριότητά τους, έτσι κι «η συμφωνία [μεταβίβασης κυριότητας] γίνεται εγγράφως κι υποβάλλεται σε καταχώριση στο νηολόγιο» (άρ. 12 παρ. 2 ΚΙΝΔ). Αυτή η σύμβαση μεταβίβασης είναι αιτιώδης, προσιδιάζοντας στην αντίστοιχη συμφωνία για τα ακίνητα (άρ. 12 παρ. 1 ΚΙΝΔ, 1033 ΑΚ). Παράλληλα, ομοίως, με τα ακίνητα απαγορεύεται η καλόπιστη κτήση (άρ. 12 ΚΙΝΔ)
- Σε αντίθεση με τον Αστικό Κώδικα, κ.ά. τον οποίο στα κινητά μπορεί να συσταθεί ενέχυρο, ως εμπράγματη ασφάλιση (1209 ΑΚ), στα πλοία συστήνεται (ναυτική) υποθήκη (άρ. 17 ΚΙΝΔ)
- Τέλος, η η αναγκαστική εκτέλεση επί πλοίου ακολουθεί σε γενικές γραμμές τη διαδικασία των ακινήτων (άρ. 992 ΚΠολΔ)
Λαμβάνοντας υπόψιν τα ανωτέρω, λοιπόν, μπορούμε να χαρακτηρίσουμε το πλοίο ως «sui generis κινητό».
![](https://www.offlinepost.gr/wp-content/uploads/2025/02/27250609448_eb5aaf07c8_c.jpg)
Δ. Εξατομίκευση του πλοίου
Η αρχή της διαφάνειας, της ασφάλειας των συναλλαγών κι η ανάγκη διοικητικής εποπτείας απαιτούν την ύπαρξη χαρακτηριστικών μέσω των οποίων είναι δυνατή η ταυτοποίηση του πλοίου:
α) Βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα ενός πλοίου που είναι εμφανές τόσο στην πρύμνη, όσο και στην πράξη νηολόγησης και τα διάφορα ναυτιλιακά έγγραφα (άρ.7, 8 ΚΔΝΔ, 3 ΚΙΝΔ) είναι το όνομα του πλοίου. Προσδιορισμός κατά βάση λεκτικός κι ονοματικός που επιλέγεται ελεύθερα από τον κύριο του πλοίου (άρ. 6 παρ. 3 ΚΔΝΔ). Υπάρχει κι η δυνατότητα μετονομασίας του πλοίου (άρ. 12 ΚΔΝΔ) υπό όρους στον βαθμό που είναι ενυπόθηκο (άρ. 36 ΚΙΝΔ).
β) Η εθνικότητα του πλοίου αποτελεί ένα επίσης σημαντικό του στοιχείο. Βάσει αυτής, μεταξύ άλλων, ρυθμίζονται τα εμπράγματα δικαιώματα που είναι δυνατόν να αποκτηθούν επ’ αυτού (άρ. 16, 47 ΚΙΝΔ), καθώς κι οριοθετούνται οι δημόσιες εξουσίες του Κράτους, όπως λ.χ. η εφαρμογή του ποινικού δικαίου (άρ. 5 ΠΚ). Πρόκειται για τον δεσμό του πλοίου με ορισμένη έννομη τάξη, ο οποίος, εφόσον κτηθεί- υπό τους όρους του νόμου (άρ. 5-6 ΚΔΝΔ), του επιτρέπει να φέρει τη σημαία της εν λόγω έννομης τάξης (άρ. 10 ΚΔΝΔ).
γ) Η χωρητικότητα του πλοίου συνιστά χαρακτηριστικό τεχνικής εξατομίκευσής του κι ορίζεται ως «ο όγκος των χώρων του πλοίου» (αρ. 21 επ. ΚΔΝΔ)
![](https://www.offlinepost.gr/wp-content/uploads/2025/02/boat-8163905_1280.png)
δ) Επιπρόσθετο γνώρισμα ενός πλοίου εξίσου σημαντικό είναι η νόμιμη κατοικία του, ή ορολογικά ακριβέστερα ο λιμένας νηολόγησής του. Ρυθμίζεται λεπτομερώς στο βασιλικό διάταγμα του 1910 περί νηολογίων κ.τλ. (άρ. 28 επ.). Κι αυτός, όπως και το όνομα, είναι εμφανής στην πρύμνη του πλοίου από διάφορα ναυτιλιακά έγγραφα (άρ. 7-8 ΚΔΝΔ) και μπορεί να μεταβληθεί, ομοίως όπως το όνομα (άρ. 12 ΚΔΝΔ, 36 ΚΙΝΔ), ενώ παράλληλα κατοχυρώνει τη συντρέχουσα δωσιδικία του άρ. 58 ΚΙΝΔ για τις διαφορές από συμπλοιοκτησία.
ε) Ένα στοιχείο που δεν είναι απαραίτητο για την εξατομίκευση όλων των πλοίων είναι το διεθνές διακριτικό σήμα. Αυτό σχηματίζεται από τέσσερα λατινικά γράμματα κι υπάρχει υποχρεωτικά σε πλοία χωρητικότητας άνω των τριάντα κόρων (και κάτω εφόσον διαθέτουν ασύρματο τηλέγραφο και τηλέφωνο) και σε ναυαγοσωστικά πλοία (άρ. 43 β.δ. 1910).
στ) Τελευταίο διακριτικό γνώρισμα ενός πλοίου αποτελεί ο αριθμός ΙΜΟ∙ ένας επταψήφιος κωδικός με την προσθήκη «ΙΜΟ» στο τέλος του, ο οποίος συνοδεύει το πλοίο καθ’ όλη τη διάρκεια «ζωής» του και δεν είναι δυνατό να μεταβληθεί.
Ε. Επίλογος
Μπορεί να γίνει αντιληπτό από την ανάλυση που προεκτάθηκε είναι πολύ σημαντική αυτή η λεπτομερής ρύθμιση του πλοίου. Αφενός, λόγω της σημασίας του για την οικονομία και της εγγενούς αξίας του που δεν επιτρέπουν τη μεταχείρισή του με τα μέσα του κοινού δικαίου κι αφετέρου λόγω της πολυσχιδούς ύλης του Ναυτικού Δικαίου. Οι διάφορες εκφάνσεις του στο εταιρικό, εμπράγματο, εργατικό κ.τλ. Δίκαιο δημιουργούν τέτοια ανάμειξη κανονιστικών παραγόντων που καθιστούν επιτακτική τη ρύθμιση της συρροής τους.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Αχιλλέας Μπεχλιβάνης, Εγχειρίδιο Ναυτικού Δικαίου, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2023
- Α. Αντάπασης, Λ. Αθανασίου, Ναυτικό Δίκαιο, Νομική Βιβλιοθήκη 2020
- Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2007
- Ρόκας Ι., Θεοχαρίδης Γ., Ναυτικό Δίκαιο, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2021