7.8 C
Athens
Παρασκευή, 7 Φεβρουαρίου, 2025
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΟι ελληνοτουρκικές διαφορές υπό το πρίσμα του δικαίου της θάλασσας

Οι ελληνοτουρκικές διαφορές υπό το πρίσμα του δικαίου της θάλασσας


Της Νικολέτας Παναγιωτοπούλου,

Το Δίκαιο της Θάλασσας αποτελεί έναν από τους θεμελιώδεις κλάδους του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου, ρυθμίζοντας τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των κρατών όσον αφορά τη χρήση των θαλασσίων ζωνών. Ιδιαίτερη σημασία έχει η έννοια της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ), η οποία έχει αναδειχθεί σε ένα κρίσιμο ζήτημα στο πλαίσιο των ελληνοτουρκικών σχέσεων και της γενικότερης γεωπολιτικής δυναμικής στην Ανατολική Μεσόγειο. Η διαμόρφωση της ΑΟΖ και η οριοθέτησή της αποτελούν αντικείμενο αμφισβήτησης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, με τις δύο χώρες να διατηρούν αποκλίνουσες ερμηνείες του ισχύοντος διεθνούς νομικού πλαισίου.

Το νομικό καθεστώς των θαλάσσιων ζωνών αποτυπώνεται στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), η οποία υιοθετήθηκε το 1982 και τέθηκε σε ισχύ το 1994. Η Ελλάδα έχει κυρώσει τη Σύμβαση και θεωρεί ότι οι κανόνες της δεσμεύουν το σύνολο της διεθνούς κοινότητας ως εθιμικό δίκαιο. Αντίθετα, η Τουρκία δεν έχει προσχωρήσει στην UNCLOS και αρνείται τη δεσμευτικότητά της, ιδίως σε ό,τι αφορά το καθεστώς των νησιών και το δικαίωμά τους σε πλήρη θαλάσσια ζώνη. Σύμφωνα με την UNCLOS, η ΑΟΖ μπορεί να εκτείνεται έως 200 ναυτικά μίλια από τις ακτές ενός παράκτιου κράτους, εντός των οποίων το κράτος αυτό ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα για την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, ζώντων και μη, καθώς και για τη ρύθμιση της περιβαλλοντικής προστασίας και των ερευνητικών δραστηριοτήτων. Η σημασία της ΑΟΖ είναι πολυδιάστατη. Καταρχάς, αποτελεί ζωτικό εργαλείο για την οικονομική ανάπτυξη ενός κράτους, καθώς περιλαμβάνει πολύτιμους φυσικούς πόρους, όπως αλιεύματα, υδρογονάνθρακες και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Παράλληλα, προσφέρει τη δυνατότητα ελέγχου των θαλάσσιων δραστηριοτήτων εντός της περιοχής, ενισχύοντας την περιβαλλοντική προστασία και τη βιώσιμη διαχείριση των πόρων. Επιπλέον, η ΑΟΖ έχει κρίσιμες γεωπολιτικές προεκτάσεις, δεδομένου ότι η ανακήρυξη και η οριοθέτησή της συχνά αποτελούν αντικείμενο αντιπαραθέσεων και συγκρούσεων συμφερόντων μεταξύ των κρατών.

Η ελληνική θέση στηρίζεται στην αρχή της μέσης γραμμής, που έχει επικυρωθεί από τη διεθνή νομολογία, καθώς και στο άρθρο 121(2) της UNCLOS, το οποίο αναγνωρίζει ότι τα νησιά διαθέτουν ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα, όπως και οι ηπειρωτικές περιοχές. Η Τουρκία, από την πλευρά της, αμφισβητεί την επήρεια των ελληνικών νησιών, υποστηρίζοντας ότι αυτά δεν μπορούν να δημιουργούν θαλάσσιες ζώνες σε βάρος της ηπειρωτικής ακτογραμμής της. Η θέση αυτή, αν και δεν βρίσκει στήριξη στη διεθνή νομολογία, εξυπηρετεί τις στρατηγικές επιδιώξεις της Άγκυρας, οι οποίες περιλαμβάνουν την αποτροπή της διαμόρφωσης μιας ελληνικής και κυπριακής ΑΟΖ που θα περιόριζε τη δική της πρόσβαση στην Ανατολική Μεσόγειο.

Πηγή εικόνας: istock.com / Δικαιώματα χρήσης: Oleksii Liskonih

Η διεθνής νομολογία έχει ασχοληθεί επανειλημμένα με ζητήματα οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών, παρέχοντας σημαντικές κατευθύνσεις για την επίλυση διαφορών. Η υπόθεση του Κόλπου του Μέιν (1984), η απόφαση για τη Θάλασσα του Μπέρινγκ (1981) και η υπόθεση της Μαύρης Θάλασσας (2009) αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα εφαρμογής των γενικών αρχών του Δικαίου της Θάλασσας στην πράξη. Σε αρκετές περιπτώσεις, τα διεθνή δικαστήρια έχουν προχωρήσει σε «σταθμισμένη» εφαρμογή της αρχής της μέσης γραμμής, λαμβάνοντας υπόψη τις γεωγραφικές και γεωμορφολογικές ιδιαιτερότητες κάθε περίπτωσης.

Η επίλυση της ελληνοτουρκικής διαφοράς αναφορικά με την ΑΟΖ μπορεί να ακολουθήσει διάφορες νομικές οδούς. Πρωτίστως, οι διμερείς διαπραγματεύσεις συνιστούν την προτιμώμενη μέθοδο, αν και, μέχρι σήμερα, έχουν αποτύχει να αποφέρουν ουσιαστικά αποτελέσματα. Η εναλλακτική λύση της προσφυγής σε διεθνή δικαστήρια, όπως το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, θα μπορούσε να προσφέρει μια δίκαιη και αμερόληπτη κρίση, υπό την προϋπόθεση ότι τα δύο κράτη θα συμφωνήσουν εκ των προτέρων σε συνυποσχετικό. Τέλος, η προώθηση πολυμερών πρωτοβουλιών, μέσω της συνεργασίας με άλλες χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, μπορεί να ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας και να συμβάλει στη διαμόρφωση ενός σταθερού περιφερειακού πλαισίου.

Συμπερασματικά, η ελληνοτουρκική αντιπαράθεση για την ΑΟΖ αποτελεί ένα από τα πλέον σύνθετα ζητήματα του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, με σημαντικές πολιτικές, οικονομικές και στρατηγικές προεκτάσεις. Το Διεθνές Δίκαιο παρέχει ένα σαφές νομικό πλαίσιο, το οποίο, εφόσον εφαρμοστεί ορθά, μπορεί να οδηγήσει σε δίκαιες και ισορροπημένες λύσεις. Ωστόσο, η επιτυχής επίλυση της διαφοράς εξαρτάται πρωτίστως από την πολιτική βούληση των δύο κρατών και τη διάθεσή τους να προσφύγουν στις διαδικασίες που προβλέπει το διεθνές σύστημα. Η Ελλάδα, στηριζόμενη στις προβλέψεις της UNCLOS και στη διεθνή νομολογία, διαθέτει ισχυρά νομικά επιχειρήματα για τη διασφάλιση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων και οφείλει να συνεχίσει να επιδιώκει λύσεις που βασίζονται στο διεθνές δίκαιο και τη διπλωματία.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Εμμανουήλ Ρούκουνας, Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο, Νομική Βιβλιοθήκη, 2021.
  • Θεόδωρος Κατσούφρος, Τι σημαίνει “οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας;”, huffingtonpost.gr. Διαθέσιμο εδώ.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νικολέτα Παναγιωτοπούλου, Υπεύθυνη Διόρθωσης
Νικολέτα Παναγιωτοπούλου, Υπεύθυνη Διόρθωσης
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Σπάρτη και πλέον σπουδάζει στη Νομική σχολή του Πανεπιστημίου Λευκωσίας. Το ενδιαφέρον της έχει συλλάβει ο Ιδιωτικός τομέας Δικαίου. Σκοπός της μέσα από την αρθρογραφία είναι η ενημέρωση των πολιτών για νομικές έννοιες και προβλήματα με απλό και κατανοητό τρόπο, καθιστώντας τους πιο συνειδητοποιημένους για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους.