15.6 C
Athens
Τετάρτη, 12 Μαρτίου, 2025
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο έννομο συμφέρον ως προϋπόθεση του παραδεκτού της αίτησης ακυρώσεως

Το έννομο συμφέρον ως προϋπόθεση του παραδεκτού της αίτησης ακυρώσεως


Της Φωτεινής Παπανικολάου,

Το έννομο συμφέρον αποτελεί μία από τις υποκειμενικές προϋποθέσεις του παραδεκτού της αίτησης ακύρωσης, καθώς σχετίζεται με το πρόσωπο του αιτούντος. Ουσιαστικά, συνίσταται στη χρησιμότητα που έχει για τον αιτούντα η ακύρωση μιας διοικητικής πράξης ή η άρση μιας παράλειψης, προκειμένου να αποκατασταθεί η νομική του κατάσταση που έχει διαταραχθεί.

Σύμφωνα με το άρθρο 47 παρ. 1 του π.δ. 18/1989, για να γίνει δεκτή η αίτηση ακύρωσης, απαιτείται το έννομο συμφέρον του αιτούντος να είναι προσωπικό, άμεσο κι ενεστώς. Δηλαδή, πρέπει να υπάρχει ένας ιδιαίτερος δεσμός μεταξύ του αιτούντος και της προσβαλλόμενης πράξης, ο οποίος να συνεπάγεται την πρόκληση υλικής ή ηθικής βλάβης. Το ενδιαφέρον του κάθε πολίτη για τη νομιμότητα της διοικητικής δράσης δεν επαρκεί, ούτε αρκεί ένα μελλοντικό ή αόριστο συμφέρον. Επιπρόσθετα, όσον αφορά στις κανονιστικές πράξεις, προκειμένου να καταφαθεί το έννομο συμφέρον πρέπει ο αιτών την ακύρωση της επίμαχης πράξης να ανήκει σε έναν ευρύτερο κύκλο προσώπων ο οποίος θίγεται ήδη από την τελευταία, χωρίς να απαιτείται να εκδοθούν κι οι αναμενόμενες ατομικές πράξεις κατ’ εφαρμογή των κανονιστικών. Επιπλέον, η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 643/2020) έχει διαμορφώσει δύο σωρευτικές προϋποθέσεις για την αναγνώριση του εννόμου συμφέροντος. Η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να προκαλεί υλική ή ηθική βλάβη στον αιτούντα κι ο αιτών να υφίσταται τη βλάβη αυτή υπό ορισμένη ιδιότητα που αναγνωρίζεται από το δίκαιο, ώστε να υπάρχει ειδική έννομη σχέση με την πράξη.

Πηγή εικόνας: pixabay.com / Δικαιώματα χρήσης: garzapaloelhermano

Ειδικότερα, το έννομο συμφέρον δεν πρέπει να αντίκειται στο δίκαιο ή στην καλή πίστη. Ως εκ τούτου, δεν απαιτείται να είναι κι άξιο προστασίας, σύμφωνα με τη θεωρία. Ωστόσο, δεν θεμελιώνεται έννομο συμφέρον όταν ο αιτών ασκεί αυθαίρετα μια δραστηριότητα χωρίς την απαιτούμενη άδεια. Αντίθετα, το γεγονός ότι ο αιτών έχει παραβιάσει διάταξη του νόμου δεν τον στερεί αυτομάτως από το έννομο συμφέρον του. Συχνά, το έννομο συμφέρον συγχέεται με την ενεργητική νομιμοποίηση. Η τελευταία αφορά το ποια πρόσωπα έχουν το δικαίωμα να ασκήσουν ένδικο βοήθημα, ενώ το έννομο συμφέρον αφορά τη συγκεκριμένη ανάγκη δικαστικής προστασίας. Επομένως, ενώ η ενεργητική νομιμοποίηση κρίνεται in abstracto, το έννομο συμφέρον κρίνεται in concreto, με βάση τις συνθήκες κάθε περίπτωσης.

Από συνταγματική άποψη, το έννομο συμφέρον αποτελεί θεμιτή προϋπόθεση πρόσβασης στη δικαιοσύνη, αρκεί να μην υπερβαίνει τα όρια που θα καθιστούσαν ανεφάρμοστη την έννομη προστασία. Τέλος, η απόδειξη του εννόμου συμφέροντος βαρύνει τον αιτούντα, εφόσον αυτό δεν προκύπτει αυτονόητα από την προσβαλλόμενη πράξη (άρθρο 33 π.δ. 18/1989). Το δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως τη συνδρομή του, χωρίς όμως να αναζητεί αποδεικτικά στοιχεία. Συμπερασματικά, το έννομο συμφέρον αποτελεί βασικό στοιχείο της αίτησης ακύρωσης, καθώς διαχωρίζει την έννομη δικαστική προστασία από την actio popularis. Η ερμηνεία του στη νομολογία είναι αυστηρή, προκειμένου να διασφαλίζεται η αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Πρόδρομος Δαγτόγλου, Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2014.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Φωτεινή Παπανικολάου
Φωτεινή Παπανικολάου
Γεννήθηκε το 2003 στην Θεσσαλονίκη. Είναι φοιτήτρια του τέταρτου έτους στην Νομική σχολή του ΑΠΘ. Της αρέσει ιδιαίτερα η ενασχόληση με τον τομέα του Εμπορικού και Δημόσιου δικαίου ενώ στον ελεύθερο της χρόνο ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την εμβάθυνση σε άλλους κλάδους του δικαίου.