Της Άννας Καρρά,
Η χώρα μας είναι παγκοσμίως γνωστή για τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό της και ειδικότερα για τον τεράστιο πλούτο αρχαίων μνημείων που διαθέτει. Ο Παρθενώνας, ο λόφος της Πνύκας, οι Δελφοί, οι Μυκήνες και η Ολυμπία είναι μερικά παραδείγματα μνημείων που κοσμούν τη χώρα μας. Ο ασύλληπτος, όμως, αυτός θησαυρός θα έλεγε κανείς πως δεν εκτιμάται από τους Έλληνες όπως θα έπρεπε, καθώς παρατηρείται πως μεγάλη μερίδα αυτών δεν γνωρίζει πληροφορίες ή δεν τα έχει επισκεφτεί ποτέ. Επιπρόσθετα, είναι γεγονός πως η ελληνική πολιτεία δεν τα αξιοποιεί κατάλληλα, προκειμένου να διαφημίσει τη χώρα αλλά και να αποκομίσει αξιόλογα κέρδη, σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Η σημερινή εικόνα των χώρων που φιλοξενούν τα μνημεία αυτά είναι απογοητευτική, καθώς η φύλαξή τους είναι υποτυπώδη, χωρίς επαρκές προσωπικό να τα προστατεύει και να τα συντηρεί. Συμπληρωματικά, τα εισιτήρια επίσκεψης τους είναι ακριβά, με επακόλουθο οι πολίτες αλλά και οι τουρίστες να μην επιλέγουν να τα επισκεφθούν, γεγονός που ενισχύει το οικονομικό πρόβλημα και την αδυναμία διαμόρφωσης ενός προσεγμένου περιβάλλοντος. Πέραν τούτων, δεν διαθέτουν δωρεάν ξεναγούς παρόλο που όπως προαναφέρθηκε οι τιμές των εισιτηρίων είναι υψηλές, με αποτέλεσμα οι επισκέπτες να αναγκάζονται να προσλάβουν ιδιωτικούς ξεναγούς και να επιβαρύνονται οικονομικά με έξτρα έξοδα, κάτι που σε άλλες χώρες δεν παρατηρείται σε τόσο μεγάλο βαθμό. Ακόμη, πολλοί από τους αρχαιολογικούς χώρους δεν διαθέτουν βοηθητικές υποδομές, λόγου χάρη κυλικείο και όταν υπάρχουν, οι τιμές των προϊόντων τους είναι ιδιαίτερα ανεβασμένες, γεγονός που δημιουργεί την αγανάκτηση των επισκεπτών.
Στην παραμέληση των αρχαιολογικών χώρων συμβάλλει και η μη μεταλαμπάδευση από πλευράς των εκπαιδευτικών φορέων, των γνώσεων και της αγάπης, για τα τεράστιας πολιτισμικής και ιστορικής αξίας μνημεία, με αποτέλεσμα και οι μαθητές να μην ενδιαφέρονται να τα επισκεφτούν και να μάθουν την ιστορία που κρύβουν. Επίσης, οι σχολικές εκδρομές και ξεναγήσεις γίνονται με τέτοιο τρόπο που δεν προσελκύουν το ενδιαφέρον των παιδιών, αλλά μετατρέπεται σε μια βαρετή εμπειρία, αποθαρρύνοντάς τους να τα ξανά επισκεφτούν αλλά και να τους εμφυτευτεί ο «σπόρος» της αγάπης για τα αρχαιολογικά μνημεία.
Ας μη λησμονηθεί πως και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης δεν τα προβάλλουν επαρκώς, ώστε να τραβήξουν την προσοχή των πολιτών αλλά και των τουριστών και να αναδειχθεί η αξία τους. Λίγες έως ελάχιστες είναι οι εκπομπές που πραγματοποιούν ταξίδια και επισκέψεις σε αυτά, καθώς πλέον τη θέση τους έχουν πάρει τα reality shows. Τέλος, η αρχαιοκαπηλία έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις, αφού συνεχώς βγαίνουν στο φως της δημοσιότητας περιστατικά κλοπής αρχαίων αντικειμένων.
Για την αντιμετώπιση όλων των προαναφερθέντων προβλημάτων είναι αδήριτη ανάγκη να ληφθούν μέτρα. Πιο αναλυτικά, είναι απαραίτητο να χρηματοδοτηθεί η συντήρηση τους, αλλά και η πρόσληψη σωστά καταρτισμένου προσωπικού από το κράτος που θα καλύψουν τις κενές θέσεις και έτσι θα δοθεί και λύση στο πρόβλημα της ανεργίας. Θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο τα σχολεία να οργανώνουν υπαίθρια μαθήματα κοντά σε χώρους μνημείων, προκειμένου το μάθημα να γίνει βιωματικό και οι μαθητές να «συνδεθούν» με τον χώρο και την ιστορία. Παράλληλα, θα ήταν ευχής έργο αν αξιοποιηθούν τα τεχνολογικά μέσα, ώστε να πραγματοποιούνται και εξ αποστάσεως επισκέψεις για να έχουν πρόσβαση άνθρωποι που μένουν στην επαρχία ή στο εξωτερικό.
Σε τελική ανάλυση οι χώροι αυτοί δεν αποτελούνται από αντικείμενα χωρίς «ψυχή», καθώς κουβαλάνε στο πέρασμα του χρόνου ανθρώπινο πόνο, δημιουργικότητα και ιστορίες που έχουν αποτυπωθεί πάνω τους. Είναι χρέος όλων μας να αναγνωρίζουμε την αξία τους και να καταβάλλουμε προσπάθειες να τα διατηρήσουμε και να τα κληροδοτήσουμε στις επόμενες γενιές.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Γιατί η Ελλάδα δεν κερδίζει από τα μνημεία της, Capital.gr, διαθέσιμο εδώ