Της Γεωργίας Παγιαβλά,
Το Squid Game, ένα δυστοπικό δράμα της Νότιας Κορέας, έχει γίνει η πιο επιτυχημένη σειρά του Netflix, την οποία παρακολούθησαν πάνω από 111 εκατομμύρια άνθρωποι μετά το ντεμπούτο της το 2021. Η 1η σεζόν σημείωσε ρεκόρ δημοτικότητας, προσελκύοντας 265,2 εκατομμύρια θεατές σε 91 ημέρες. Μετά από αυτή την επιτυχία, το Netflix έπεισε τον δημιουργό Hwang Dong-hyuk να συνεχίσει τη σειρά, οδηγώντας στην κυκλοφορία της 2ης σεζόν τον Δεκέμβριο του 2024. Η 2η σεζόν ξεπέρασε γρήγορα τη μισή τηλεθέαση της 1ης σεζόν μέσα σε μόλις δύο εβδομάδες, σημειώνοντας νέα ρεκόρ. Η συνεχιζόμενη δημοτικότητα της σειράς εδραιώνει τη θέση της ως η σειρά με τη μεγαλύτερη τηλεθέαση στο Netflix, εξασφαλίζοντας τη συνέχισή της και μετά την 3η σεζόν.
Όπως η βραβευμένη με Όσκαρ ταινία Parasite (2019) του Bong Joon-ho και το K-drama Extracurricular (2020) του Netflix, το Squid Game εστιάζει στις κοινωνικοοικονομικές ανισότητες. Αυτό το χαρακτηριστικό το διαφοροποιεί από άλλες δυστοπικές αφηγήσεις, όπως το Battle Royale και το The Hunger Games. Παρόλο που οι διαγωνιζόμενοι του Squid Game συμμετέχουν εθελοντικά, αυτή η ελευθερία είναι ψευδαίσθηση. Όπως και στην πραγματική ζωή, οι συμμετέχοντες είναι δέσμιοι των οικονομικών τους δυσχερειών, αναγκαζόμενοι να λάβουν μέρος από απόγνωση και όχι από επιλογή. Η σειρά απεικονίζει πώς το χρέος και η κοινωνική ανισότητα περιορίζουν τη δυνατότητα πραγματικής ελευθερίας, καθιστώντας το Squid Game έναν καυστικό καθρέφτη του σύγχρονου καπιταλισμού.
Το χρέος αποτελεί κεντρικό θέμα της σειράς. Κάθε παίκτης και παίκτρια φέρει εξοντωτικά οικονομικά βάρη – απώλειες από τυχερά παιχνίδια, επιχειρηματικές αποτυχίες, ιατρικά έξοδα ή το βάρος της υποστήριξης μελών της οικογένειας. Οι χρεωμένοι/ες παίκτες/τριες διαγωνίζονται σε θανατηφόρα παιδικά παιχνίδια για μια ευκαιρία να κερδίσουν 38 δισεκατομμύρια KRW (περίπου 38 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ). Κάθε θάνατος παίκτη/τριας προσθέτει περισσότερα χρήματα σε μια δεξαμενή βραβείων, που συμβολίζεται από έναν γιγαντιαίο κουμπαρά. Η σειρά αναδεικνύει με οδυνηρό τρόπο πώς το ιδιωτικό χρέος λειτουργεί ως μια σύγχρονη μορφή δουλείας, παγιδεύοντας τα άτομα σε κύκλους απόγνωσης.
Η Νότια Κορέα κατέγραψε την υψηλότερη αύξηση του ιδιωτικού χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ παγκοσμίως το 2022, με το ιδιωτικό της χρέος να φτάνει το 281,73% του ΑΕΠ, από 275,17% το 2021. Το εταιρικό χρέος ηγήθηκε αυτής της αύξησης, αυξάνοντας από 166,84% σε 173,61%, ενώ το χρέος των νοικοκυριών μειώθηκε ελαφρώς, αλλά παραμένει ανησυχητικά υψηλό στο 108,12% του ΑΕΠ. Παρά την αύξηση των επιτοκίων από την Τράπεζα της Κορέας (BOK) για τον περιορισμό του χρέους, ο ιδιωτικός δανεισμός συνέχισε να αυξάνεται, τροφοδοτούμενος από τις ακριβές αγορές ακινήτων. Ο δείκτης τιμών προς εισόδημα, στο 26, υποδηλώνει σοβαρά προβλήματα προσιτότητας των κατοικιών, γεγονός που προτρέπει σε αυξημένο ενυπόθηκο δανεισμό. Τα δάνεια των νοικοκυριών, ιδίως για ακίνητα, αυξήθηκαν κατά πάνω από 25 τρισεκατομμύρια γουόν από τον Απρίλιο του 2023, εγείροντας ανησυχίες για χρηματοπιστωτική αστάθεια και μειωμένη οικονομική ανάπτυξη λόγω των αυξανόμενων ποσοστών παραβατικότητας.
Το παγκόσμιο τοπίο χρέους αντικατοπτρίζει τις προκλήσεις της Νότιας Κορέας, με το ιδιωτικό και δημόσιο χρέος να προβλέπεται ότι θα φτάσει το ποσό ρεκόρ των 307 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Αυτό σηματοδοτεί μια συνεχή αύξηση από τα προηγούμενα ρεκόρ των 303 τρισεκατομμυρίων δολαρίων το 2021 και των 226 τρισεκατομμυρίων δολαρίων το 2020. Οι ανεπτυγμένες χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία ευθύνονται για πάνω από το 80% της αύξησης του χρέους, ενώ οι αναδυόμενες οικονομίες όπως η Κίνα, η Ινδία και η Βραζιλία σημείωσαν επίσης σημαντική αύξηση. Ο παγκόσμιος λόγος χρέους προς ΑΕΠ έχει σκαρφαλώσει στο 336%, με την αύξηση των επιτοκίων να επιβαρύνει περαιτέρω τις κυβερνήσεις και τις επιχειρήσεις. Τα υψηλά επίπεδα χρέους αναγκάζουν τις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος να περικόψουν τις δαπάνες σε κρίσιμους τομείς όπως η υγεία και η εκπαίδευση, επιδεινώνοντας την ανισότητα και πυροδοτώντας πιθανές οικονομικές κρίσεις. Το 2022, οι χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος κατέβαλαν 443,5 δισεκατομμύρια δολάρια για την εξυπηρέτηση εξωτερικών χρεών, ποσό πρωτοφανές. Αυτή η μείωση των δημόσιων δαπανών δημιουργεί πρόσθετη οικονομική πίεση στα άτομα, αναγκάζοντάς τα να δανείζονται περισσότερο για να καλύψουν βασικές ανάγκες. Κατά συνέπεια, το ιδιωτικό χρέος αυξάνεται, διαιωνίζοντας κύκλους ανισότητας και οικονομικής αστάθειας. Η δημοτικότητα της σειράς αποδεικνύει ότι η δυστυχία του δυσβάσταχτου χρέους είναι μια παγκόσμια εμπειρία.
Ένα άλλο στοιχείο του Squid Game είναι η ηδονοβλεπτική ευχαρίστηση των πλούσιων VIP, οι οποίοι παρακολουθούν τους συμμετέχοντες να υποφέρουν, ασφαλείς από κάθε κίνδυνο. Αυτοί οι VIP, όπως ο παίκτης 001, όχι μόνο παρακολουθούν αλλά και χειραγωγούν τα παιχνίδια για τη δική τους διασκέδαση, υπογραμμίζοντας την αδιαφορία των ελίτ για τον πόνο των εργαζομένων. Η σειρά παρουσιάζει έναν κόσμο όπου η ανθρώπινη οδύνη γίνεται θέαμα, μια άμεση αναφορά στο πώς οι ολιγάρχες επωφελούνται από την εργασία και τη δυστυχία των κατώτερων τάξεων.
Παράλληλα, στο Squid Game, ο ανταγωνισμός είναι κυριολεκτικός, καθώς οι παίκτες αναγκάζονται να εξοντώσουν ο ένας τον άλλον για να επιβιώσουν. Οι παίκτες εξαναγκάζονται να εξοντώσουν ο ένας τον άλλον, με την εμπιστοσύνη και τις φιλίες να διαλύονται καθώς κυριαρχούν τα ένστικτα επιβίωσης. Αυτή η βίαιη επιταγή για επιβίωση υπονομεύει συστηματικά την αίσθηση κοινότητας και την αλληλεγγύη. Η σειρά εκθέτει τις απάνθρωπες συνέπειες ενός συστήματος που έχει σχεδιαστεί για να δίνει προτεραιότητα στο ατομικό κέρδος έναντι της συλλογικής ευημερίας.
Όπως είπε ο βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθέτης της ταινίας Parasite, Bong Joon Ho, «ο καπιταλισμός είναι μια παγκόσμια γλώσσα», με την έννοια ότι ως παγκόσμιο, τοξικό σύστημα, τα προβλήματα που δημιουργεί είναι, λίγο πολύ, κοινά σε κάθε χώρα που έχει μολύνει. Έννοιες όπως «οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι», η αρπαγή της υπεραξίας των εργαζομένων και η εγκαθίδρυση μιας ψεύτικης «αριστείας» από τους έχοντες είναι πράγματα που μπορεί να καταλάβει ο καθένας και η κάθε μία.
Η σειρά δεν προσπαθεί να είναι βαθυστόχαστη. Ο αντικαπιταλιστικός της χαρακτήρας είναι πολύ περισσότερο μια κραυγή πόνου παρά μια φωνή που εξηγεί τι και πώς ή καλεί σε μια μορφή αγώνα ενάντια στο πρόβλημα. Όλα τα στοιχεία του καπιταλισμού είναι εδώ, αλλά είναι απλοποιημένα, νερωμένα για μαζική κατανάλωση: η εξαθλίωση των κατώτερων τάξεων (εργάτες και λούμπεν προλεταριάτο), η τεράστια διαφορά στο βιοτικό επίπεδο με τους προνομιούχους και η σταδιακή απανθρωποποίηση που προκύπτει από τον διαρκή αγώνα για επιβίωση και τον κοινωνικό ανταγωνισμό αποτελούν δομικά στοιχεία της σειράς. Το ερώτημα που απομένει είναι αν εμείς, όπως και οι διαγωνιζόμενοι, θα συνεχίσουμε να παίζουμε με τους κανόνες ενός στημένου συστήματος – ή αν θα βρούμε το θάρρος να τους ξαναγράψουμε.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Morrison, S. (2024). Why Squid Game Season 1 Was So Popular. Διαθέσιμο εδώ
- Yang, K. (2025). Squid Game Season 2 Jumps Netflix’s All Time Viewership Ranking In Record-Breaking Second Week. Διαθέσιμο εδώ
- Clark,C. (2021). Squid Game Is an Allegory of Capitalist Hell. Διαθέσιμο εδώ
- World Economic Forum (2023). What is ‘global debt’ – and how high is it now?. Διαθέσιμο εδώ
- Suk-yee, J. (2023). Korea Tops World in Private Debt Growth Rate Relative to GDP. Διαθέσιμο εδώ
- Γιακούμελος, Ν. (2021). Squid Game – Mία αντικαπιταλιστική κριτική χαμένη στη μετάφραση. Διαθέσιμο εδώ
- Τhe Guardian (2021). Squid Game lays bare South Korea’s real-life personal debt crisis. Διαθέσιμο εδώ