Της Χαράς Γρίβα,
Η επανάσταση της 23ης Οκτωβρίου 1862 σηματοδότησε μια σημαντική καμπή στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας. Το κομβικό αυτό γεγονός κορυφώθηκε με την ανατροπή του βασιλιά Όθωνα της Βαυαρίας, του πρώτου μονάρχη της ανεξάρτητης Ελλάδας και εγκαινίασε μια νέα εποχή διακυβέρνησης που οδήγησε τελικά στην ενθρόνιση του βασιλιά Γεωργίου Α’ της γνωστής δυναστείας των Γλύξμπουργκ. Για να κατανοήσουμε καλύτερα τα αίτια, την εξέλιξη και τις συνέπειες της επανάστασης, είναι απαραίτητο να διερευνήσουμε το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο της Ελλάδας στα μέσα του 19ου αιώνα, τον ρόλο των εγχώριων και διεθνών παραγόντων και τις προσδοκίες του ελληνικού λαού.
Ο βασιλιάς Όθωνας ανέβηκε στο θρόνο της Ελλάδας το 1832 υπό την αιγίδα των Μεγάλων Δυνάμεων -Βρετανίας, Γαλλίας και Ρωσίας- μετά την επιτυχημένη επανάσταση της Ελλάδας κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Όθωνας, ο δεύτερος γιος του βασιλιά Λουδοβίκου Α΄ της Βαυαρίας, έφτασε στην Ελλάδα ως νέος και άπειρος ηγεμόνας. Αρχικά, κυβέρνησε με τη βοήθεια ενός αντιβασιλικού συμβουλίου αποτελούμενου από Βαυαρούς αξιωματούχους. Ωστόσο, η ξένη καταγωγή τους και η αντιληπτή έλλειψη κατανόησης του ελληνικού πολιτισμού αποξένωσαν πολλούς Έλληνες.
Το 1835, ο Όθωνας ανέλαβε πλήρως τις βασιλικές εξουσίες που έπρεπε αλλά ο αυταρχικός τρόπος διακυβέρνησης και η εξάρτησή του από ξένους συμβούλους συνέχισαν να προκαλούν δυσαρέσκεια. Η αποτυχία του βασιλιά να αντιμετωπίσει πιεστικά ζητήματα, όπως η αναδιανομή της γης, η οικονομική ανάπτυξη και η ενοποίηση όλων των ελληνόφωνων εδαφών, υπονόμευσε περαιτέρω τη δημοτικότητά του. Παρά την υιοθέτηση ενός συντάγματος το 1844 μετά την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843, η διοίκηση του Όθωνα παρέμεινε αναποτελεσματική και οι πολιτικές του έμοιαζαν συχνά να μην έχουν καμία επαφή με τις προσδοκίες του ελληνικού πληθυσμού.
Η επανάσταση του 1862 αποτέλεσε το αποκορύφωμα της πολυετούς απογοήτευσης από τη διακυβέρνηση του Όθωνα. Πολλοί παράγοντες συνέβαλαν στο ξέσπασμα της εξέγερσης. Το πρώτο και κυριότερο ζήτημα που ταλάνιζε το μικρό ελληνικό κράτος ήταν η οικονομική δυσπραγία. Η οικονομία της Ελλάδας παρέμενε υπανάπτυκτη και η βαριά φορολογία επιβάρυνε τον αγροτικό πληθυσμό. Η έλλειψη σημαντικών υποδομών και βιομηχανικής ανάπτυξης επέτεινε αυτές τις δυσκολίες, σε αντίθεση με τα ευρωπαϊκά κράτη της Δύσης που βρίσκονταν εν μέσω της δεύτερης βιομηχανικής επανάστασης υποδεχόμενες τον ηλεκτρισμό, λέξη άγνωστη για τους Έλληνες. Επιπλέον, ήταν έντονη η πολιτική δυσαρέσκεια των Ελλήνων. Παρά τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις του 1844, η διοίκηση του Όθωνα θεωρήθηκε αυταρχική. Η άρνηση του βασιλιά να διορίσει Έλληνες πολιτικούς σε θέσεις-κλειδιά αποξένωσε την πολιτική ελίτ. Ακόμη, πολλοί Έλληνες ήταν δυσαρεστημένοι με την περιορισμένη εδαφική έκταση του βασιλείου, καθώς σημαντικοί ελληνικοί πληθυσμοί παρέμεναν υπό οθωμανική, βρετανική ή άλλη ξένη κυριαρχία. Η αποτυχία επίτευξης της «Μεγάλης Ιδέας» (το όραμα της ενοποίησης όλων των ελληνικών εδαφών) αποτελούσε πηγή διάχυτης απογοήτευσης. Ένα ακόμα σημαντικό ζήτημα που δίχαζε την ελληνική κοινωνία της εποχής ήταν η βαυαρική καταγωγή του Όθωνα και ο γάμος του με τη βασίλισσα Αμαλία, μιας μη ορθόδοξης χριστιανής αλλά προτεστάντισσας, οδήγησαν σε εντάσεις σε ένα κυρίως ορθόδοξο χριστιανικό έθνος. Επιπλέον, η αδυναμία του βασιλιά να εξασφαλίσει ισχυρή υποστήριξη από κάποια από τις Μεγάλες Δυνάμεις αποδυνάμωσε τη θέση του. Τέλος, ο ελληνικός στρατός, κακοπληρωμένος και συχνά παραγκωνισμένος από τη λήψη πολιτικών αποφάσεων, αποτέλεσε εκτροφείο επαναστατικών αισθημάτων. Αξιωματικοί και στρατιώτες έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στα γεγονότα του Οκτωβρίου 1862.
Η επανάσταση ξεκίνησε από το Ναύπλιο, μια πόλη με ιστορική σημασία ως η πρώτη πρωτεύουσα της σύγχρονης Ελλάδας, και γρήγορα εξαπλώθηκε σε άλλες περιοχές. Η λεγόμενη Ναυπλιακή Επανάσταση χαρακτηρίστηκε από συντονισμένες προσπάθειες μεταξύ αξιωματικών, πολιτικών και τοπικών ηγετών, όπως του Δημητρίου Γρίβα, του Δημητρίου Μπότσαρη και του Πέτρου Μαυρομιχάλη. Παρ’ όλο που χορηγήθηκε γενική αμνηστία, ο αναβρασμός των Ελλήνων για την έξωση του Όθωνα πήρε μορφή. Στις 23 Οκτωβρίου 1862, μια αποφασιστική εξέγερση ξέσπασε στην Αθήνα, όπου στρατιώτες και πολίτες ένωσαν τις δυνάμεις τους για να απαιτήσουν την παραίτηση του Όθωνα.
Το βασιλικό ζεύγος, λίγες ημέρες πριν το ξέσπασμα της επανάστασης, είχε πάει στην Πελοπόννησο για την σύσφιξη των σχέσεων λαού-στέμματος. Οι επαναστάτες, με επικεφαλής τους Κωνσταντίνο Κανάρη, τον Βενιζέλο Ρούφο και τον Δημήτριο Βούλγαρη, βρήκαν αφορμή και επέλεξαν να ξεκινήσει το κίνημα πρώτα στην Βόνιτσα και μέσα σε λίγες μέρες να φτάσει στην Αθήνα. Εξέδωσαν διακηρύξεις με τις οποίες κατήγγειλαν την εξουσία του Όθωνα και ζητούσαν την απομάκρυνσή του. Οι διακηρύξεις αυτές τόνιζαν την αποτυχία του βασιλιά να εκπληρώσει τις προσδοκίες του έθνους και την εξάρτησή του από ξένους συμβούλους. Μεγάλα πλήθη συγκεντρώθηκαν στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις, εκφράζοντας την υποστήριξή τους στην επανάσταση. Οι διαδηλώσεις αυτές αντανακλούσαν τη διάχυτη λαϊκή δυσαρέσκεια με το καθεστώς του Όθωνα. Υπήρξε και στρατιωτική συμμετοχή, καθώς μονάδες του ελληνικού στρατού, συμπεριλαμβανομένων επιφανών αξιωματικών, αυτομόλησαν στον επαναστατικό αγώνα. Η συμμετοχή τους ήταν καθοριστική για την εξασφάλιση της επιτυχίας του κινήματος. Αντιμέτωποι με συντριπτική αντιπολίτευση και χωρίς την υποστήριξη των Μεγάλων Δυνάμεων, ο Όθωνας και η βασίλισσα Αμαλία αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα στις 23 Οκτωβρίου 1862. Η αναχώρησή τους σηματοδότησε το τέλος της βαυαρικής κυριαρχίας στην Ελλάδα.
Οι Μεγάλες Δυνάμεις διαδραμάτισαν διαφοροποιημένο ρόλο στην επανάσταση. Ενώ αρχικά είχαν υποστηρίξει τη βασιλεία του Όθωνα, η δέσμευσή τους μειώθηκε καθώς το καθεστώς του παραπαίει. Η Βρετανία, η Γαλλία και η Ρωσία ενδιαφέρονταν κυρίως για τη διατήρηση της σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο και τη διασφάλιση ότι η Ελλάδα παρέμενε ευθυγραμμισμένη με τα στρατηγικά τους συμφέροντα. Μετά την παραίτηση του Όθωνα, οι Μεγάλες Δυνάμεις ανέλαβαν ενεργό ρόλο στην επιλογή του διαδόχου του. Η επιλογή τους έπεσε στον πρίγκιπα Γουλιέλμο της Δανίας, ο οποίος ανέβηκε στο θρόνο ως βασιλιάς Γεώργιος Α΄ της Ελλάδας το 1863. Η επιλογή ενός Δανού πρίγκιπα αντανακλούσε την επιθυμία να εγκαθιδρυθεί μια πιο ουδέτερη και ευρέως αποδεκτή μοναρχία.
Η επανάσταση του 1862 είχε εκτεταμένες συνέπειες για την Ελλάδα. Το βασικότερο ήταν το τέλος της βαυαρικής κυριαρχίας στην Ελλάδα. Η αποχώρηση του Όθωνα σηματοδότησε το τέλος της ξενόφερτης διακυβέρνησης και την έναρξη μιας νέας φάσης στην ελληνική πολιτική ζωή. Οι σπουδαίες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις που θα υιοθετούνταν στην Ελλάδα την έφεραν ένα βήμα πιο κοντά με τις αξίες της δυτικής Ευρώπης. Η επανάσταση άνοιξε το δρόμο για σημαντικές συνταγματικές αλλαγές. Υπό τον βασιλιά Γεώργιο Α’, η Ελλάδα υιοθέτησε το Σύνταγμα του 1864, το οποίο καθιέρωσε ένα πιο δημοκρατικό σύστημα διακυβέρνησης και διεύρυνε τις πολιτικές ελευθερίες. Ενισχύθηκε, με αυτόν τον τρόπο, η εθνική ταυτότητα. Η επανάσταση ενίσχυσε τη σημασία της εθνικής ενότητας και της επιδίωξης της Μεγάλης Ιδέας. Ενώ οι προσδοκίες αυτές παρέμειναν ανεκπλήρωτες, συνέχισαν να διαμορφώνουν την ελληνική πολιτική τις επόμενες δεκαετίες. Τέλος, βελτιώθηκαν σημαντικά οι διεθνείς σχέσεις της Ελλάδας με τα υπόλοιπα κράτη της Ευρώπης. Η ενθρόνιση του βασιλιά Γεωργίου Α’ βελτίωσε τη θέση της Ελλάδας έναντι των Μεγάλων Δυνάμεων, ιδίως της Βρετανίας, η οποία είδε τον νέο μονάρχη ως σταθεροποιητική επιρροή.
Η επανάσταση της 23ης Οκτωβρίου 1862 μνημονεύεται ως κρίσιμη καμπή της ελληνικής ιστορίας. Κατέδειξε τη δύναμη των λαϊκών κινημάτων και τη σημασία της αντιμετώπισης των προσδοκιών του λαού. Αν και τα άμεσα αποτελέσματα της επανάστασης ήταν μικτά, έθεσε τις βάσεις για ένα πιο περιεκτικό και συμμετοχικό πολιτικό σύστημα.
Επιπλέον, η επανάσταση υπογράμμισε τις προκλήσεις της οικοδόμησης του έθνους σε ένα νέο ανεξάρτητο κράτος. Η εξισορρόπηση των εγχώριων απαιτήσεων με τις διεθνείς προσδοκίες αποδείχθηκε ένα επαναλαμβανόμενο θέμα στην ελληνική ιστορία. Τα γεγονότα του 1862 παραμένουν μια απόδειξη της ανθεκτικότητας και της αποφασιστικότητας του ελληνικού λαού στην προσπάθειά του για αυτοδιάθεση και εθνική κυριαρχία.
Εκ των υστέρων, η επανάσταση δεν ήταν απλώς μια αντίδραση στις ελλείψεις του Όθωνα, αλλά και μια αντανάκλαση των ευρύτερων αγώνων ενός νεαρού έθνους που προσπαθούσε να καθορίσει την ταυτότητα και τη θέση του στον κόσμο. Τα διδάγματά της συνεχίζουν να έχουν απήχηση, προσφέροντας ιδέες για την πολυπλοκότητα της διακυβέρνησης, τη δυναμική των λαϊκών κινημάτων και τη διαρκή αναζήτηση της δικαιοσύνης και της ισότητας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Douglas Dakin (1973), The Greek Struggle for Independence: 1821-1833, εκδ: University of California Press
- M. Woodhouse (1998), Modern Greece: A Short History, εκδ: Faber and Faber
- Richard Clogg (2002), Η Συνοπτική Ιστορία της Ελλάδας, εκδ: Cambridge University Press
- Thomas W. Gallant (2016), Modern Greece: From Independence to the Present, εκδ: Bloomsbury Academic
- Ιωάννης Α. Πετρόπουλος (1997), Πολιτική και Συγκρότηση Κράτους στο Ελληνικό Βασίλειο (1833-1843), εκδ: ΜΙΕΤ
- Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης (2013), Enlightenment and Revolution: The Making of Modern Greece, εκδ: Harvard University Press
- Η παραγνωρισμένη Επανάσταση: Το 1862 ως προέκταση και ολοκλήρωση του 1821, διαθέσιμο εδώ