Της Βάσιας Χατζηγεωργίου,
Τι μπορεί να αναλογιστεί κανείς στο αντίκρισμα του τίτλου Κόκκινος Σεπτέμβρης; Είναι πιο πιθανό να πάει ο νους του σε κάτι επαναστατικό, σε έναν τραγικό μήνα ή ίσως και στις δύο περιπτώσεις; Το μόνο σίγουρο πάντως είναι πως οι συγγραφείς του βιβλίου Κόκκινος Σεπτέμβρης: Το πραξικόπημα της 11ης Σεπτεμβρίου 1973 στη Χιλή, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Θεμέλιο, επέλεξαν πολύ προσεκτικά τις λέξεις που απαρτίζουν την επικεφαλίδα του βιβλίου. Όπως θίγεται και στις πρώτες κιόλας σελίδες, ο τίτλος ορίστηκε να έχει ένα διττό ρόλο με έναν υπαινιγμό τόσο στο πολιτικό χρώμα του κόκκινου όσο και στην αιματηρή κατάληξη.
Ποιοι είναι, όμως, οι Olivier Besancenot και Michael Löwy και πως πήραν την απόφαση να καταπιαστούν με τη συγγραφή ενός όχι αμιγώς ιστορικού βιβλίου, αλλά ιστορικού μυθιστορήματος που βασίζεται στα γεγονότα που συνέβησαν πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την περίοδο του πραξικοπήματος στη Χιλή το 1973; Οι δύο αυτοί άντρες καταρχάς αποτέλεσαν σημαντικές προσωπικότητες της σύγχρονης αριστεράς, ο καθένας ωστόσο με διαφορετικό υπόβαθρο, αλλά πήραν από κοινού την απόφαση να αποδώσουν φόρο τιμής στους αγωνιστές της χιλιανής αριστεράς της εποχής του πραξικοπήματος της 11ης Σεπτεμβρίου του 1973 μέσα από το συγκεκριμένο βιβλίο.
Ο Olivier Besancenot γεννήθηκε το 1974 στη Γαλλία και είναι συνάμα πολιτικός και ακτιβιστής, ενώ ασκεί το επάγγελμα του ταχυδρόμου. Υπήρξε επίσης δυο φορές υποψήφιος της LCR στις προεδρικές εκλογές της Γαλλίας 2002 και 2007 και έκτοτε είναι μέλος του NPA. Έχει γράψει πάνω από δέκα βιβλία για την ιστορία του εργατικού κινήματος και των κοινωνικών στρώσεων. Ο Michael Löwy είναι Γαλλο-Βραζιλιάνος κοινωνιολόγος, μαρξιστής, φιλόσοφος. Είναι επίσης ομότιμος διευθυντής ερευνών στο CNRS και έχει συγγράψει σημαντικά έργα.
Η ιστορία ξεκινάει, λοιπόν, με την εκλογή του Σαλβαδόρ Αλιέντε στις προεδρικές εκλογές της Χιλής στις 4 Σεπτεμβρίου του 1970 λαμβάνοντας την πρώτη θέση με ποσοστό λίγο λιγότερο από 37% των ψήφων. Αξίζει να αναφερθεί πως ο Αλιέντε εκπροσωπούσε τη Λαϊκή Ενότητα, έναν συνασπισμό αριστερών κομμάτων που περιλάμβανε σοσιαλιστές, κομμουνιστές και άλλες προοδευτικές δυνάμεις. Αυτή η εκλογή τάραξε τα νερά στο πολιτικό πεδίο της Αμερικής και έφερε έντονη ανησυχία στον Ρίτσαρντ Νίξον, τον τότε Πρόεδρο των ΗΠΑ, ο οποίος συγκάλεσε μια έκτακτη ολιγομελή σύσκεψη στο γραφείο του, ώστε να καταφέρουν να αντιμετωπίσουν την άνοδο του κομμουνιστικού κόμματος. Κάτι όμως που δεν μπόρεσε να αντιμετωπιστεί σε πρώτη φάση εκείνη τη χρονική στιγμή της ιστορίας, καθώς η εκλογή του Αλιέντε επικυρώθηκε τελικά λίγο μετά στις 24 Οκτωβρίου 1970.
Όλο το βιβλίο είναι γραμμένο σαν ημερολόγιο, καθώς πριν την αφήγηση των γεγονότων αναγράφεται ολογράφως ημερομηνία και τόπος όπου πραγματοποιήθηκαν τα γεγονότα. Η δομή αυτή παραμένει αναλλοίωτη σε όλη την έκταση και ενώ στην αρχή τα γεγονότα που αναγράφονται απέχουν αξιόλογα χρονικά διαστήματα μεταξύ των επόμενων, όσο πλησιάζει το πραξικόπημα οι αφηγήσεις πληθαίνουν. Καθίσταται με αυτόν τον τρόπο σαφές πως τα γεγονότα που αξίζει να τονιστούν είναι εξαιρετικά σημαντικά για τη συνέχεια της πλοκής και γι’ αυτό διαδέχονται το ένα το άλλο με γοργό ρυθμό.
Στο πρώτο μισό του βιβλίου η αφήγηση βασίζεται στις προσπάθειες των αντιπάλων της αριστεράς να καταπνίξουν την επαναστατική τροπή που πήρε ο πολιτικός χώρος της Χιλής, ενώ στο δεύτερο μισό παρουσιάζονται με ιδιαίτερη παραστατικότητα τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος. Είτε στο βασικό πεδίο δράσης που αφορά το Προεδρικό Μέγαρο είτε στην υπόλοιπη πρωτεύουσα Σαντιάγο, καθώς αυτή αποτελεί από την αρχή τον χώρο δράσης.
Σίγουρα ξεφεύγει από ένα ιστορικό βιβλίο, αλλά περικλείει πολλές ιστορικές αναφορές οι οποίες αποδεικνύονται αρκετές για να υπηρετήσουν τον σκοπό τους, που δεν είναι άλλος από το να δώσουν χρήσιμες πληροφορίες στον αναγνώστη για ένα τόσο σημαντικό γεγονός που στιγμάτισε την ιστορία της Χιλής. Η χώρα αυτή της Νότιας Αμερικής, ακολουθώντας το παράδειγμα της πρωτοπόρου Κούβας, αποτέλεσε πρωτοπόρο μεταξύ των χωρών της Λατινικής Αμερικής που επεδίωξαν την άνοδο του σοσιαλισμού και την κάθοδο της ακροδεξιάς και αγωνίστηκαν για την απονομή ίσων ευκαιριών και προστασίας των εργαζομένων.