15.6 C
Athens
Κυριακή, 12 Ιανουαρίου, 2025
ΑρχικήΙστορίαΗ «μάχη της παράγκας»: Η αντίσταση των σκιών στη Δραπετσώνα

Η «μάχη της παράγκας»: Η αντίσταση των σκιών στη Δραπετσώνα


Της Ράνιας Μουστάκα,

Το πρωί της 14ης Νοεμβρίου 1960, το καρδιοχτύπι της Δραπετσώνας δεν ήταν πια μόνο ο ήχος της ζωής που πάλευε να επιβιώσει κάτω από την τσιγκοσκεπή και τους κακοτράχαλους δρόμους. Ήταν η κραυγή ενός λαού φτωχού, διωγμένου, πληγωμένου από τις ιστορικές αδικίες, που αμφισβητούσε το σύστημα και το ίδιο το κράτος που το είχε καταδικάσει. Και όταν η κρατική εξουσία —κραταιά και αδίστακτη, με την πειθώ της βίας— επιχείρησε να κατεδαφίσει τις τελευταίες γωνιές αυτού του «ανομολόγητου» χώρου, οι κάτοικοι της Δραπετσώνας έγιναν οι φύλακες των αμετάκλητων δικαιωμάτων τους: Το δικαίωμα να ζουν με αξιοπρέπεια. Έτσι, σημειώνεται ένα δράμα που υπερέβαινε το τοπικό και το υλικό —μια σύγκρουση που αντανακλούσε τη βαθύτερη αντιπαράθεση ανάμεσα σε δύο κόσμους: τον κόσμο της εξουσίας που προωθούσε την «ανάπτυξη», αδιαφορώντας για τις κοινωνικές παραμέτρους και τον κόσμο των αδικημένων, οι οποίοι αγωνίζονταν να διασφαλίσουν το δικαίωμα σε μια αξιοπρεπή ζωή.

Η Δραπετσώνα, ένας από τους μεγαλύτερους προσφυγικούς συνοικισμούς της Ελλάδας, είχε ιδρυθεί στα τέλη της δεκαετίας του 1920 ως καταφύγιο για τους ξεριζωμένους της Μικρασιατικής Καταστροφής, του Πόντου και των ανταλλάξιμων πληθυσμών της ίδιας δεκαετίας. Οι κάτοικοί της, άνθρωποι που είχαν χάσει τα πάντα, ξανάχτισαν τη ζωή τους πάνω στα ερείπια, δημιουργώντας έναν οικισμό από τσίγκο, πισσόχαρτο και ξύλινες δομές. Οι παράγκες, αν και προσωρινές και φτωχικές, δεν ήταν μόνο στέγη, αλλά και σύμβολα αγώνα, προσαρμοστικότητας και αυτοσχέδιας λύτρωσης. 

Στη μεταπολεμική Ελλάδα, εξάλλου, η κοινωνική ανασυγκρότηση συχνά παραγκώνιζε τους πιο ευάλωτους. Ενώ, οι παραγκουπόλεις συνέχιζαν να εξαπλώνονται, το στεγαστικό πρόβλημα των προσφύγων παρέμενε εκρηκτικό. Έτσι, στις αρχές του 1960, η κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή εξήγγειλε την υλοποίηση ενός μεγαλόπνοου στεγαστικού προγράμματος, ύψους 260 εκατομμυρίων δραχμών, που περιλάμβανε την ανέγερση 3.500 διαμερισμάτων σε πολυκατοικίες. Απ’ αυτά, 1.200 προορίζονταν για τη Δραπετσώνα.

Απεικόνιση της Δραπετσώνας της δεκαετία του 1960. Πηγή εικόνας: press.ert.gr

Ωστόσο, το σχέδιο αγνοούσε επιδεικτικά την κοινωνική πραγματικότητα. Οι νέες κατοικίες σχεδιάστηκαν χωρίς διαβούλευση με τους ίδιους τους κατοίκους και βασίζονταν σε κριτήρια, τα οποία απέκλειαν σημαντικό μέρος του πληθυσμού. Οι άνθρωποι που ζούσαν στις παράγκες δεν έβλεπαν μόνο το σπίτι τους να κατεδαφίζεται, αλλά και τον κοινωνικό τους ιστό να διαλύεται. Η «λύση» δεν ήρθε να ενσωματώσει τις ανάγκες και τα όνειρα των προσφύγων, αλλά να επιβάλλει ένα νέο, ψυχρό οικιστικό σχέδιο: πολυώροφα διαμερίσματα στην καρδιά της προσφυγικής γειτονιάς, που εκτόπιζαν τους ανθρώπους από τη δική τους γη και τους υποχρέωναν σε μια νέα μορφή εξορίας. Τα 3.500 διαμερίσματα του κρατικού προγράμματος ήταν μονάχα μια νέα κατανομή της αδικίας.

Όταν οι πρόσφυγες αντέτειναν την αυτοστέγαση —να χτίσουν δηλαδή οι ίδιοι τα σπίτια τους, όχι ως ανώνυμοι θεατές του κρατικού σχεδίου, αλλά ως φορείς της δικής τους ιστορίας και εμπειρίας— η κρατική εξουσία δεν είδε απλώς μια αντίσταση. Είδε μία επανάσταση. Και όπως πάντα συμβαίνει με την εξουσία που έχει απολέσει κάθε ίχνος κοινωνικής νομιμοποίησης, η απάντηση ήταν βία. Από το καλοκαίρι του 1960, η Δραπετσώνα μετατράπηκε σε σκηνικό ενός πολύμορφου κινήματος αντίστασης. Η κυβέρνηση, απαντώντας με σκληρότητα, έστελνε συστηματικά απειλές, προθεσμίες και τελεσίγραφα σημειώματα έξωσης σε 499 οικογένειες, απαιτώντας την κατεδάφιση των παραγκών μέχρι τις 15 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους. Παρ’ όλα αυτά, μόλις 138 οικογένειες υπάκουσαν.

Το πρωινό της 14ης Νοεμβρίου 1960, το κλίμα οξύνθηκε. Χίλιοι αστυνομικοί περικύκλωσαν τη Δραπετσώνα, συνοδευόμενοι από συνεργεία κατεδάφισης. Οι κάτοικοι, με πρωτεργάτριες τις γυναίκες —οι περισσότεροι άνδρες βρίσκονταν στις δουλείες τους εκείνη την ώρα—, αντιστάθηκαν ηρωικά. Σχημάτισαν ανθρώπινες αλυσίδες, αντιπαρατέθηκαν στις δυνάμεις καταστολής και μετέτρεψαν τη μέρα σε σύμβολο ανυποχώρητου αγώνα. Τα μόλις τέσσερα παραπήγματα που κατεδαφίστηκαν αντηχούσαν ένα ξεκάθαρο μήνυμα: η αποφασιστικότητα των κατοίκων μπορούσε να νικήσει τη βία της εξουσίας.

Η «μάχη της παράγκας» δεν ήταν μια απλή αντίσταση απέναντι στην κατεδάφιση. Ήταν μια διεκδίκηση δικαιωμάτων, μια παραδοχή της ταξικής τους θέσης και της πολιτικής τους ταυτότητας. Η Δραπετσώνα, μια «κόκκινη» εργατική γειτονιά, ενσάρκωνε το πνεύμα της αντίστασης που είχε διαμορφωθεί μέσα από την εμπειρία της Κατοχής, του Εμφυλίου και των μετεμφυλιακών διώξεων.

Η στάση των κατοίκων απέναντι στις παράγκες δεν αντανακλούσε προσκόλληση στη φτώχεια, αλλά μια απαίτηση για μια καλύτερη ζωή. Αρνήθηκαν να δεχτούν το στεγαστικό πρόγραμμα, που επιβαλλόταν από πάνω, διεκδικώντας αξιοπρέπεια και αυτονομία. Ήθελαν σπίτια, που θα αντανακλούσαν την ιστορία, την κουλτούρα και τον αγώνα τους, όχι πολυκατοικίες-καλουπότυπους που διέλυαν την κοινότητά τους. «Εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί», όπως λένε και οι αλησμόνητοι στίχοι του ομώνυμου τραγουδιού του Γρηγόρη Μπιθικώτση —πηγή έμπνευσης του τραγουδιού αποτέλεσε, εξάλλου, το εν λόγω συμβάν.

Γυναίκες που αντιτίθενται στην κατεδάφιση των οικιών τους. Πηγή εικόνας: keratsini-drapetsona.gr

Σήμερα, ο αγώνας τους διατηρεί ανατριχιαστική επικαιρότητα, καθώς η στεγαστική κρίση στην Ελλάδα αποτελεί ένα από τα πιο οξυμένα κοινωνικά προβλήματα. Η ελλιπής προσφορά κατοικιών, οι παράλογες αυξήσεις στα ενοίκια, η κυριαρχία των Airbnb και η συγκέντρωση ακινήτων σε χέρια μεγάλων εταιρειών έχουν δημιουργήσει ασφυκτικές συνθήκες για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Νέοι, οικογένειες και ευάλωτοι συμπολίτες παλεύουν να εξασφαλίσουν το βασικό δικαίωμα της στέγης, ενώ οι πιέσεις της αγοράς και οι ανεπαρκείς πολιτικές επιτείνουν το αδιέξοδο.

Η «μάχη της παράγκας» μας υπενθυμίζει ότι η ιστορία δεν γράφεται μόνο από κυβερνητικά προγράμματα και σχέδια ανάπτυξης, αλλά από τη συλλογική δύναμη των ανθρώπων που αγωνίζονται για το δίκαιο. Οι εικόνες των κατοίκων της Δραπετσώνας, που υπερασπίζονταν τις παράγκες τους, δεν ανήκουν στο παρελθόν, αλλά μας διδάσκουν πως κάθε αγώνας για αξιοπρέπεια, ακόμη και όταν φαντάζει άνισος, έχει τη δύναμη να διαμορφώσει το μέλλον. Σε μια εποχή που η κοινωνική συνοχή και η πρόσβαση στη στέγη απειλούνται από τη λαίλαπα της κερδοσκοπίας και του καπιταλισμού, το μήνυμα της αντίστασης εκείνων των ανθρώπων παραμένει ζωντανό: δεν υπάρχει «ανάπτυξη» χωρίς κοινωνική δικαιοσύνη. 


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Δραπετσώνα 1960: Η «μάχη της παράγκας», efsyn.gr, διαθέσιμο εδώ 
  • Η μάχη της παράγκας (η ιστορία του τραγουδιού «Δραπετσώνα»), alerta.gr, διαθέσιμο εδώ 

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ράνια Μουστάκα
Ράνια Μουστάκα
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου ζει έκτοτε. Σπουδάζει Πολιτικές Επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο με παράλληλες σπουδές στο Marketing .Έχει συμμετάσχει σε πληθώρα πολιτικών και κοινωνικών συνεδρίων και σεμιναρίων. Αγαπά τα ταξίδια, τις ξένες γλώσσες και τα βιβλία, ιδιαίτερα αυτά της Κοινωνιολογίας, της Ιστορίας, της Πολιτικής και της Φιλοσοφίας.