Του Γιώργου Κοσματόπουλου,
Ο πρώην Πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης πέρασε ολοκληρωτικά στα χέρια της Ιστορίας, την παραμονή των Φώτων. Η εκδημία του, καίτοι διακριτική, αποτέλεσε αφορμή σφοδρών συγκρούσεων γύρω από τα έργα και τις ημέρες του. Ήταν, δηλαδή, απολύτως συμβατή με τον πολιτικό του βίο…
Προ δεκαετίας περίπου, στην καρδιά της μνημονιακής περιπέτειας, όταν η απότομη κατάρρευση συλλογικών «βεβαιοτήτων» τροφοδοτούσε συζητήσεις για τη φάση στην οποία βρισκόταν η Μεταπολίτευση, ο Σημίτης διατύπωσε δημοσίως την άποψη ότι ο κύκλος της είχε ήδη κλείσει από το 2004 διακρίνοντας τρεις επιμέρους περιόδους σε αυτήν. Ως πρώτη, θεωρούσε την περίοδο του Κωνσταντίνου Καραμανλή (1974-1980), με την τυπική αποκατάσταση της Δημοκρατίας, τη λήξη του Πολιτειακού και την είσοδο της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Έπειτα, την περίοδο Ανδρέα Παπανδρέου (1981-1989) όπου πραγματώθηκε η «Αλλαγή», με τη θωράκιση και εμβάθυνση της Δημοκρατίας, την «Εθνική Συμφιλίωση», τις προοδευτικές κοινωνικές τομές, τη θεμελίωση του κοινωνικού κράτους και τη θεαματική αύξηση του βιοτικού επιπέδου των μικρομεσαίων στρωμάτων. Και τέλος, την δική του περίοδο του «Εκσυγχρονισμού» (1996-2004), με την ένταξη της Ελλάδας και της Κύπρου στον σκληρό πυρήνα της Ενωμένης Ευρώπης, την είσοδο της χώρας στη ζώνη του ευρώ, τα μεγάλα έργα υποδομής και την περαιτέρω εμβάθυνση της Δημοκρατίας.
Η ανωτέρω ανάλυση της Μεταπολίτευσης είναι ίσως η πλέον σοβαρή. Πράγματι, το 2004 με συμβολικό σταθμό την επιτυχή διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων στη χώρα που τους γέννησε, ολοκληρώθηκε μια διαδικασία τριάντα ετών, η οποία βρήκε την Ελλάδα στο καλύτερο σημείο της σύγχρονης ιστορίας της, από πολλές απόψεις. Είναι αναντίρρητο, δε, ότι το στίγμα του Σημίτη εντοπίζεται στο σύνολο αυτής της περιόδου (αλλά και πριν και μετά από αυτή) με το τρίτο και τελευταίο της κεφάλαιο να φέρει την υπογραφή του.
Τρία ήταν τα βασικά χαρακτηριστικά του αειμνήστου πρώην Πρωθυπουργού. Πρώτον, είχε όραμα, μια συγκροτημένη, μακρόπνοη ιδέα για το πώς επιθυμούσε να δει την Ελλάδα. Δεύτερον, είχε μεθοδικότητα, μιας και η συνολική προσωπική του διαδρομή από το 1974 μέχρι την ανάλυση της πρωθυπουργίας και την άσκηση κυβερνητικής εξουσίας αποδεικνύει ότι είναι ένα στοχοπροσηλωμένο πολιτικό ον. Τρίτον, είχε θάρρος, καθότι δεν δίστασε να γίνει αντιδημοφιλής, να έρθει σε αντιπαράθεση με τον μεγάλο Ανδρέα Παπανδρέου, να παραιτηθεί τρεις φορές από κυβερνητικές και κομματικές θέσεις, να θέσει σκληρά διλήμματα, να συνεχίσει τις επιλεκτικές πλην αιχμηρές του παρεμβάσεις μετά το τέλος της θητείας του, πληρώνοντας ακόμη και το τίμημα της διαγραφής του.
Ακριβώς αυτά τα χαρακτηριστικά της προσωπικής του ιδιοσυστασίας και της πολιτικής του συγκρότησης, του επέτρεψαν να πετύχει την πλειοψηφία των στόχων που έθεσε. Ακριβώς σε αυτά τα χαρακτηριστικά βρίσκεται η απάντηση για τα έντονα πάθη που η παρουσία του προκάλεσε και ο θάνατός του αναζωπύρωσε. Το κύμα χυδαιότητας που έχει εξαπολυθεί εις βάρος της μνήμης του, τα τελευταία εικοσιτετράωρα, αποτελεί απόδειξη βαθιάς ηθικής παρακμής της ελληνικής κοινωνίας, που καθρεφτίζεται στο πολιτικό της σύστημα.
Πέτυχε ο Σημίτης; Σε άλλους τομείς ναι, σε άλλους όχι. Ο «Εκσυγχρονισμός», αφενός είναι διαρκής διαδικασία, αφετέρου δύναται να λάβει ευρύ περιεχόμενο. Το βέβαιον είναι ότι παρέδωσε την Ελλάδα σε καλύτερη κατάσταση απ’ ό,τι την παρέλαβε και ότι ο διάδοχός του, Κώστας Καραμανλής, την παρέδωσε σε πολύ χειρότερη απ’ ό,τι τη βρήκε από τον Σημίτη. Δεν είναι ζήτημα κομματικής ή προσωπικής εκτιμήσεως. Τα στοιχεία είναι αμείλικτα. Ας δει κάποιος την πορεία της ελληνικής οικονομίας από το 1996 μέχρι το 2004 κι ας τη συγκρίνει με την κατάσταση χρεωκοπίας στην οποία αυτή παραδόθηκε από τον Καραμανλή το 2009. Ας συγκρίνει τα έργα του καθενός. Ας θυμηθεί τη διεθνή εικόνα της χώρας το 2004, με τα μάτια της υφηλίου στραμμένα με θαυμασμό στους καλύτερους Ολυμπιακούς Αγώνες της σύγχρονης ιστορίας που λάμβαναν χώρα στην κοιτίδα τους. Ας την αντιπαραβάλλει με αυτή μιας χώρας—παρία της Ευρώπης, στιγματισμένη για την απάτη των “greek statistics”, για τα χαλκευμένα στοιχεία που παρουσίαζε στους εταίρους της προκειμένου να κρύψει ότι το πραγματικό της έλλειμμα ήταν υπερδιπλάσιο, με τα στοιχήματα να δίνουν και να παίρνουν για το πότε θα κηρυχτεί και τυπικά σε κατάσταση χρεωκοπίας και θα εκδιωχθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη.
Ας θυμηθεί ποιος έβαλε την Κύπρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση με το Κυπριακό να μη έχει λυθεί, κι ας ανατρέξει στα έργα και τις ημέρες της παράταξης του «η Κύπρος κείται μακράν» (αν θέλουν ορισμένοι να πάει η συζήτηση σε αυτό το επίπεδο…). Ας συγκρίνει κάποιος την υπεύθυνη και πολιτικά γενναία στάση του Σημίτη στο ζήτημα της αναγραφής του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες, σύμφωνα με τα συνταγματικώς προβλεπόμενα και το ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο κι ας τη συγκρίνει με την εξαπάτηση των πιστών από τον Καραμανλή που υπέγραφε για δημοψηφίσματα που ήταν παράνομο να διεξαχθούν.
Έκανε λάθη; Σίγουρα. Όσο πιο δραστήριος είναι κάποιος, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να υποπέσει σε σφάλματα. Είναι δε προφανές ότι ως πρωθυπουργός της χώρας και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, εκ των πραγμάτων, φέρει πολιτική ευθύνη για οτιδήποτε αρνητικό έλαβε χώρα επί θητείας του. Είναι, όμως, διαφορετική η σκληρή κριτική στα πεπραγμένα του και διαφορετική η γκεμπελίστικη απόπειρα να επωμιστεί την ευθύνη ακόμη και για το… προπατορικό αμάρτημα. Να μελετήσουμε κριτικά κι ας κρίνουμε αυστηρά τις επιλογές του σε ορισμένα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και στη διαχείριση ορισμένων κρίσεων. Να λάβουμε όμως υπόψη την εσωτερική κατάσταση της χώρας, τους διεθνείς συσχετισμούς της περιόδου (με τον Ψυχρό Πόλεμο να έχει λήξει και τις ΗΠΑ να αποτελούν τη μόνη υπερδύναμη του κόσμου…). Να τοποθετήσουμε τα γεγονότα στο πλαίσιο της γενικότερης εθνικής στρατηγικής, ενθυμούμενοι παράλληλα ποιοι είναι αυτοί οι οποίοι κραυγάζουν περί μειοδοσίας. Ας συνυπολογίσουμε π.χ. ότι ο Σημίτης ήταν μόλις λίγες ημέρες πρωθυπουργός στην κρίση των Ιμίων, καθώς και τα σοβαρά επιχειρησιακά σφάλματα που έλαβαν χώρα με ευθύνη της τότε στρατιωτικής ηγεσίας. Κι ας αναλογιστούμε ότι τον κατηγορούν για μειοδοσία αυτοί που έριχναν γκρίζο χρώμα στο Αιγαίο δεκαετίες πριν, φορώντας «εθνικόφρονη» προβιά. Είναι αυτοί της παράταξης που υποστήριζε ότι ουδείς θα θυμάται τη παραχώρηση του ονόματος της Μακεδονίας στα Σκόπια, στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Να θυμηθούμε επίσης ότι η εξ αριστερών κριτική για την υπόθεση Οτσαλάν προέρχεται από ανθρώπους που ήθελαν να στείλουν «πακέτο» στον Ερντογάν τους Τούρκους στρατιωτικούς που αιτήθηκαν άσυλο, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, στη γείτονα χώρα (χωρίς φυσικά τα ανωτέρω να αποτελούν δικαιολογίες για αποτυχημένους χειρισμούς και για την παρουσία σε θέσεις ευθύνης επιεικώς ακατάλληλων ανθρώπων).
Να ψέξουμε τα φαινόμενα διαφθοράς, αλλά να παραδεχθούμε ότι οι δομές του νεοτέρου ελληνικού κράτους, από συστάσεως αυτού, δεν ήταν οι πλέον ευνοϊκές για τη αψεγάδιαστη διαχείριση της αθρόας εισροής κεφαλαίων. Να δεχθούμε το λογικό. Δεν φταίει ο Σημίτης αν διάφοροι αστοιχείωτοι αρχοντοχωριάτες θεώρησαν ότι είναι οι Γκόρντον Γκέκο της Βαλκανικής και τζόγαραν σαν μην υπήρχε αύριο στο χρηματιστήριο. Ούτε φυσικά, μπορούσε ένας εν ενεργεία πρωθυπουργός να βγει και να αποτρέψει υποψηφίους επενδυτές από το να επενδύσουν σε επιχειρήσεις της χώρας, όπως κουτοπόνηρα υποστηρίζουν εκ των υστέρων κάποιοι «νοικοκυραίοι». Να αποδώσουμε ευθύνες για παρακμιακά φαινόμενα εσωκομματικής λειτουργίας του ΠΑΣΟΚ, αλλά να τα εντάξουμε επίσης στο πλαίσιο της εποχής, όπου ο Σημίτης ουδέποτε κατόρθωσε να ελέγξει το κόμμα του στο βαθμό που το έτυχαν όλοι οι άλλοι πρόεδροί του, συγκρίνοντας αυτά με όσα άλλα προηγήθηκαν και ακολούθησαν.
Ο Κώστας Σημίτης θα κριθεί από την ιστορία. Με όλα τα θετικά και τα αρνητικά του, το μόνο σίγουρο είναι ότι ουδέποτε δείλιασε στην αναμέτρηση μαζί της, ακόμη κι όταν ηττήθηκε ή όταν στρατηγικά υποχώρησε. Αν κάτι του οφείλει το ΠΑΣΟΚ είναι να προσπαθήσει να αποδώσει το έργο του στη συλλογική κρίση, απαλλαγμένο από συκοφαντίες. Τότε, θα καταστεί σαφές κι αποδεκτό ότι το ισοζύγιο είναι θετικό…
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Η πολιτική διαδρομή του Κώστα Σημίτη: Από τη διαδοχή του Ανδρέα Παπανδρέου στα Ίμια και το ευρώ, CNN.gr, διαθέσιμο εδώ