Της Αντωνίας Αποστόλου,
Η πολιτική σκηνή του Ιράκ άλλαξε ολοκληρωτικά μετά το πραξικόπημα που έφερε στην προεδρία τον στρατηγό Αχμάντ αλ Μπακρ. Πρόκειται για μία νίκη των Ιρακινών υποστηρικτών του κόμματος “Ba’ath”, και κατ’ επέκταση του Saddam Hussein, ο οποίος έμελλε να μείνει στην ιστορία ως ο ισχυρότερος άνδρας αυτού του καθεστώτος κι ανέλαβε την εξουσία μετά από μία σειρά δολοπλοκιών. Μία μέρα μετά, 68 μέλη του κόμματος “Ba’ath” συνελήφθησαν για απιστία, εκ των οποίων 22 οδηγήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα με την κατηγορία της προδοσίας.
Η προεδρία του Saddam Hussein Tikriti χαρακτηρίστηκε από ένα κύμα εκσυγχρονισμού και μέτρων αυστηρής καταστολής. Όντας πολέμιος του αναλφαβητισμού, κατέστησε την εκπαίδευση υποχρεωτική και προσβάσιμη. Επέφερε μεγάλες μεταρρυθμίσεις στο σύστημα Υγείας και συνέβαλε στη διεθνοποίηση των πετρελαϊκών πόρων του Ιράκ, αφήνοντας στο περιθώριο τις διεθνείς εταιρείες. Ο ίδιος υπήρξε οργανωτής ενός μεγάλου δικτύου πληροφοριοδοτών, έχοντας ως στόχο να εξασφαλίσει την πίστη και την αποφυγή ενός πιθανού πραξικοπήματος.
Η βασική φιλοδοξία που διατηρούσε ο Saddam ήταν η ισχυροποίηση του Ιράκ στην περιοχή του Περσικού Κόλπου. Για αυτόν τον λόγο δεν λογάριαζε ως εχθρούς του την Αίγυπτο, τη Συρία ή το Ισραήλ, το οποίο αποτελούσε διαχρονικό εχθρό των αραβικών χωρών, αλλά και τη Σαουδική Αραβία και το Ιράν. Μια και οι δύο αυτές χώρες λάμβαναν μεγάλη βοήθεια από τις ΗΠΑ, ο Saddam στράφηκε στον άλλο πόλο του Ψυχρού Πολέμου, που δεν ήταν άλλος από τη Σοβιετική Ένωση. Έτσι, το 1972 υπογράφηκε μία συνθήκη ανάμεσα στην ΕΣΣΔ και το Ιράκ, η οποία δέσμευε το Κρεμλίνο να στηρίζει το Ιράκ προμηθεύοντάς το με πολεμικά συστήματα.
Παρόλο που ο Saddam κατείχε καλά την τέχνη της προπαγάνδας μέσω της χρηματοδότησης και είχε κατακτήσει την ιρακινή κοινή γνώμη, δεν αποδείχθηκε και τόσο καλός στις διεθνείς σχέσεις και στο «παιχνίδι» της διπλωματίας. Έξω από το Ιράκ είχε αποκτήσει χιλιάδες εχθρούς. Εκτός από τις κακές σχέσεις που είχε με το καθεστώς Άσαντ στη Δαμασκό, δεν είχε στην εκτίμηση ούτε τον θρησκευτικό ηγέτη του Ιράν, τον Αγιατολάχ Χομεϊνί, ο οποίος είχε διαφύγει τη δίωξη του Σάχη και βρήκε καταφύγιο στην ιερή πόλη των σιιτών, Νατζάφ, το 1965.
Το 1980 το Ιράκ επιτέθηκε στο Ιράν. Βέβαια και οι συγκυρίες της ασταθούς πολιτικής σκηνής του Ιράν φάνηκαν στον Hussein αρκετά ευνοϊκές, ώστε να εξαλείψει οποιαδήποτε αντίσταση παρουσιαζόταν στον διάβα του. Ένας βασικός λόγος αυτής της επίθεσης ήταν η έντονη αντιπάθεια που o ίδιος έτρεφε προς τον Χομεϊνί, αλλά δεν αρκούσε μόνο αυτό. Ο Saddam ανησυχούσε ότι υπήρχαν δολοπλοκίες των σιιτών του Ιράν και την υπόθαλψη ιρακινών σιιτών που υπήρξαν πρωταγωνιστές σε λαϊκές εξεγέρσεις κατά της εξουσίας του στα τέλη του 1979. Πέρα από αυτό, υποπτευόταν ότι ο Χομεϊνί εμπλεκόταν στην απόπειρα πραξικοπήματος που έγινε εναντίον του το καλοκαίρι του 1979. Υψίστης σημασίας λόγος ήταν και το Κουρδικό Ζήτημα. Η κουρδική μειονότητα, η οποία καταλάμβανε το 18% του συνολικού πληθυσμού του Ιράκ, είχε εκφράσει ανοιχτά τις φιλοδοξίες της για τη δημιουργία ενός κουρδικού κρατιδίου στις περιοχές όπου βρίσκονταν τα κοιτάσματα πετρελαίου του Κιρκούκ. Υπήρχε, ακόμη, το ενδεχόμενο να χρησιμοποιούνταν οι Κούρδοι που διέμεναν στο Ιράν εναντίον του Ιράκ. Η εισβολή αυτή στο νότιο τμήμα του Ιράν κόστισε την ζωή σε πάνω από ένα εκατομμύριο ανθρώπους και από τις δύο πλευρές. Ειδικά ο κουρδικός και σιίτικος πληθυσμός υπέστη πολύ σκληρή καταστολή, με την εκστρατεία Ανφάλ κατά των Κούρδων να προκαλεί δεκάδες χιλιάδες θανάτους, με την χρήση συμβατικών ή και χημικών όπλων.
Η προεδρία του Saddam Hussein οδήγησε στη μείωση της περιφερειακής αλλά και της διεθνούς δυναμικής του Ιράκ. Οι πολιτικές του αποφάσεις οδήγησαν τη χώρα σε δύο πολέμους: στον Πόλεμο Ιράν-Ιράκ, από το 1980 έως το 1988 και στον Πόλεμο του Κόλπου, από το 1990 έως το 1991. Απόρροια των πολέμων αυτών ήταν η οικονομική και στρατιωτική αποδυνάμωση και των δύο χωρών, χωρίς να αποσαφηνιστεί ποια χώρα ήταν νικήτρια.
Το 1990, η εισβολή του Saddam στο Κουβέιτ προκάλεσε την άμεση κι έντονη ανταπόκριση ενός συνασπισμού με ηγέτη τις ΗΠΑ, με αποτέλεσμα να γίνει ο πόλεμος του Κόλπου. Μετά από την εισβολή, ακολούθησαν πολλές εβδομάδες έντονων βομβαρδισμών από την πλευρά των Ηνωμένων Πολιτειών που κατέστρεψαν ολοσχερώς πολλές από τις στρατιωτικές βάσεις του Ιράκ και εφαρμόστηκε η Επιχείρηση «Καταιγίδα της Ερήμου» που εκδίωξε του Ιρακινούς στρατιώτες από το Κουβέιτ. Ο πόλεμος τελείωσε με καταιγιστική ήττα του Ιράκ, με σκληρές οικονομικές κυρώσεις και με δραματική μείωση της επιρροής του στην ευρύτερη περιοχή.
Από το 1991, όποτε τελείωσε ο Πόλεμος του Κόλπου, έως το 2003 που έγινε η εισβολή των ΗΠΑ, το Ιράκ ήταν στο «μικροσκόπιο» των διεθνών οργανισμών, ενώ πραγματοποιούνταν έλεγχοι από αμερικανικά F-16. Ο δεύτερος Πόλεμος του Κόλπου ήταν και το τελειωτικό χτύπημα για τον Saddam. Ο στρατός του καταστράφηκε και όλοι οι διάδοχοί του σκοτώθηκαν στην προσπάθειά τους να φύγουν από το Ιράκ. Δύο χρόνια μετά τη σύλληψή του, τον Ιούλιο του 2005, καταδικάστηκε για εγκλήματα πολέμου. Μερικές μέρες μετά ήρθε αντιμέτωπος και με την καταδίκη για γενοκτονία, μιας και είχε διατάξει την εκτέλεση 148 ανδρών και αγοριών ως απάντηση σε μία απόπειρα δολοφονίας του το 1982.
Η εκτέλεση του Saddam Hussein έγινε στις 30 Δεκεμβρίου του 2006 με τη μέθοδο του απαγχονισμού. Για πολλούς που παρακολούθησαν την εκτέλεση αποτελούσε μία δικαίωση για τους συγγενείς και φίλους που έχασαν όλα αυτά τα αιματηρά χρόνια της Δικτατορίας του και που τους ανάγκασε να κρύβονται στην ίδια τους τη χώρα. Παρόλο που ο ίδιος δεν τράβηξε ποτέ τη σκανδάλη, κατηγορήθηκε για τα πάντα. Για κάθε βασανισμό, για κάθε διωγμό, για κάθε εκτέλεση και για κάθε δημιουργία μαζικών τάφων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- P.Calvocoressi (2009), Η Διεθνής Πολιτική μετά το 1945, Αθήνα, Εκδόσεις: ΤΟΥΡΙΚΗ
- Ο απαγχονισμός του Σαντάμ Χουσεΐν, lifo.gr, διαθέσιμο εδώ
- Σαν Σήμερα: 16 Ιουλίου 1979 — ο Σαντάμ Χουσεΐν πρόεδρος του Ιράκ, kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ