Της Κωνσταντίνας Μερλέμη,
Ένας από τους θεσμούς του δημόσιου διεθνούς δικαίου είναι ο θεσμός της διπλωματικής προστασίας, βάσει του οποίου οι υπήκοοι ενός κράτους, οι οποίοι θεωρούν ότι πλήττονται από τη συμπεριφορά ενός άλλου κράτους, μπορούν να αναζητήσουν προστασία μέσω του δικού τους κράτους. Γενικά, το άτομο ως φυσικό ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου δεν έχει το δικαίωμα στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου να απευθυνθεί σε διεθνή δικαστήρια, να αναζητήσει την προστασία και την επανόρθωση της ζημίας την οποία υπέστη. Το έργο αυτό αναλαμβάνει ένα κράτος για χάρη των υπηκόων του με τον θεσμό της διπλωματικής προστασίας. Βάσει του άρθρου 1 του κειμένου (2006) της Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου η διπλωματική προστασία είναι η επίκληση από ένα κράτος της ευθύνης ενός άλλου κράτους για ζημία που προκλήθηκε από μία άδικη πράξη του τελευταίου απέναντι σε ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει την υπηκοότητα του πρώτου κράτους. Είναι πρακτικά ένα είδος άσκησης κρατικής αρμοδιότητας που αποσκοπεί στην εγγύηση των δικαιωμάτων των πολιτών που βρίσκονται στην αλλοδαπή.
Ένα κράτος, του οποίου οι υπήκοοι πλήττονται και ζημιώνονται από τη συμπεριφορά ενός άλλου κράτους, πλήττεται και το ίδιο έμμεσα. Έτσι, μία υπόθεση αρχικά εσωτερική, εφόσον αφορά τους ίδιους τους υπηκόους, ανάγεται σε υπόθεση διεθνή, εφόσον μεταφέρεται ενώπιον διεθνούς δικαστηρίου, το οποίο αυτονόητα εφαρμόζει το διεθνές δίκαιο κι όχι τα εσωτερικά δίκαια των κρατών. Πέραν αυτού, η διαφορά η οποία αρχικά ήταν διαφορά μεταξύ υπηκόου και κράτους, μεταβάλλεται και γίνεται διαφορά μεταξύ κρατών. Με αυτόν τον τρόπο πλέον δεν είναι το πρόσωπο του ιδιωτικού δικαίου που ζητά την αποκατάσταση της βλάβης, αλλά το ίδιο το κράτος ως έμμεσο «θύμα» της συμπεριφοράς του άλλου κράτους.
Στο άρθρο 44 της Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου (ΕΔΔ) αναφέρονται οι διαδικαστικές προϋποθέσεις που θα πρέπει να πληρούνται για τον μηχανισμό της διπλωματικής προστασίας. Αρχικά, θα πρέπει το άτομο το οποίο επλήγη να έχει την υπηκοότητα του κράτους που επικαλείται τη διεθνή ευθύνη. Επίσης, ο υπήκοος αυτός θα πρέπει, προτού προσφύγει το κράτος στον μηχανισμό αυτό, να έχει εξαντλήσει όλα τα εσωτερικά ένδικα μέσα. Τέλος, παρόλο που αυτό δεν προβλέπεται ρητά, θα πρέπει ο ενδιαφερόμενος υπήκοος να έχει clean hands, δηλαδή να μην είχε ο ίδιος συμβολή στην επέλευση της ζημίας στο πρόσωπο του, με άλλα λόγια να μην έχει κανενός είδους υπαιτιότητα και να μην έχει προκαλέσει ο ίδιος τη βλάβη.
Γενικότερα, το δίκαιο της διπλωματικής προστασίας αποτελεί εθιμικό δίκαιο, διαμορφωμένο μέσα από τη μακρόχρονη πρακτική των κρατών. Η νομολογία για τον θεσμό αυτόν είναι πλουσιότατη. Η υπόθεση LaGrand αποτελεί υπόθεση-ορόσημο. Δύο αδέρφια γερμανικής υπηκοότητας συνελήφθησαν στις ΗΠΑ και καταδικάστηκαν σε θανατική ποινή για ένοπλη ληστεία κι ανθρωποκτονία στην Αριζόνα. Τα δύο αδέρφια ουδέποτε είχαν ενημερωθεί για το δικαίωμά τους να προσφύγουν στο προξενείο και να ζητήσουν τη συνδρομή του. Άσκησαν έφεση με λόγο την κακοδικία, η οποία, ωστόσο, απορρίφθηκε, κι ο Karl LaGrand εκτελέστηκε.
Στην υπόθεση αυτή —μεταξύ άλλων— το δικαστήριο δέχθηκε ότι η Σύμβαση της Βιέννης (αρ. 36) για τις προξενικές σχέσεις παρέχει δικαιώματα τόσο στο κράτος ιθαγένειας του κρατουμένου όσο και στον ίδιο τον κρατούμενο. Άρα από την ίδια τη Συνθήκη αντλούνται τόσο δικαιώματα κράτους όσο κι ατομικά δικαιώματα. Έτσι, επιβεβαιώθηκε από το δικαστήριο ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν προέρχονται απαραίτητα από τις κλασικές συνθήκες ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά είναι ένα φαινόμενο «διάχυτο» που επηρεάζει όλους τους τομείς του διεθνούς δικαίου. Επομένως, υπάρχει μία σχέση αλληλεξάρτησης μεταξύ δικαιωμάτων του κράτους και του ατόμου, γι΄ αυτό και με τον θεσμό της διπλωματικής προστασίας θεωρείται το κράτος ως «εμμέσως ζημιωθέν» και μπορεί να αξιώσει την αποκατάσταση της βλάβης.
Στην πραγματικότητα, βέβαια, ο μηχανισμός της διπλωματικής προστασίας δεν έχει παρά μία μετριόφρονα συμβολή στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Απαιτείται ο εκσυγχρονισμός του θεσμού, με ουσιαστικότερη ρύθμιση αυτού καθώς και προσδιορισμός της σχέσης του με άλλα συστήματα προστασίας του ιδιώτη, όπως είναι η άσκηση της διακρατικής προσφυγής ή άσκηση ειδικά προβλεπόμενων ενδίκων ατομικών βοηθημάτων, ώστε να αποφευχθούν επάλληλες συντρέχουσες διαδικασίες.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Κώστας Θ. Χατζηκωνσταντίνου, Χαράλαμπος Ελ. Αποστολίδης, Μιλτιάδης Χ. Σαρηγιαννίδης, με τη συμβολή του Βασίλη Περγαντή, Θεμελιώδεις Έννοιες στο Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2014.