Της Μαρίας Δήμα,
Η ταινίαση πρόκειται για μία παρασιτική λοίμωξη που προκαλείται από σκώληκες της ομάδας Taenia spp. Οι λοιμώξεις αυτές είναι ήδη γνωστές από την αρχαιότητα. Κυστίκερκοι έχουν βρεθεί σε μούμιες στην αρχαία Αίγυπτο, ενώ Άραβες συγγραφείς κατά την πρώτη χιλιετία, αποκαλούσαν τις προγλωττίδες “cucurbitina”, λόγω της ομοιότητάς τους με τους σπόρους της κολοκύθας (Cucurbita pepo στα λατινικά).
H κυστικέρκωση από χοίρους ήταν γνωστή στους αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους, ενώ μάλιστα, στην αρχαία Ελλάδα, οι χοίροι θεωρούνταν ακάθαρτα ζώα. Δεδομένων των επιρροών των ελληνικών ιδεών στον προφήτη Μοχάμεντ, αυτή η αντίληψη ενδέχεται να επηρέασε και τη θρησκεία του Ισλάμ, καθώς το Κοράνι απαγορεύει την κατανάλωση χοιρινού κρέατος. Επί του παρόντος, έχουν καταγραφεί 2.8 εκατομμύριες λοιμώξεις, αλλά εκτιμάται πως ο αριθμός των προσβεβλημένων ατόμων μπορεί να αγγίζει και τα 10 εκατομμύρια. Τα δύο πρώτα είδη είναι κοσμοπολίτικα, ενώ η Taenia asiatica, περιορίζεται σε ασιατικές χώρες, όπως η Κορέα, η Κίνα, το Βιετνάμ, η Ταϊλάνδη και η Ταϊβάν. Η Taenia solium φαίνεται πως εμφανίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα σε φτωχές χώρες, όπου δεν επικρατούν καλές συνθήκες υγιεινής .
Οι σκώληκες, χωρίζονται σε πλατυέλμινθες και νηματέλμινθες, με βάση τη μορφολογία του σώματός τους ενώ πρώτοι χωρίζονται περαιτέρω σε κεστώδεις ή τρηματώδεις. Επιπλέον, οι κεστώδεις, αποτελούνται από δύο υφομοταξίες: τα Cyclophyllidea και τα Pseudophyllidea. Η πρώτη υφομοταξία έχει μόνο έναν ενδιάμεσο ξενιστή, με αυγά χωρίς επίπωμα, και μυζητήρες με ή χωρίς άγκιστρα στην κεφαλή τους, ενώ η δεύτερη έχει περισσότερο από έναν ενδιάμεσο ξενιστή, αυγά με επίπωμα και βοθρία στην κεφαλή τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της δεύτερης υφομοταξίας είναι ο σκώληκας Diphyllobothrium latum.
Οι ταινίες ανήκουν στην κατηγορία των πλατυελμίνθων και είναι κεστώδεις. Έχουν αποπλατυσμένο σχήμα, ενώ δεν διαθέτουν σωματική και εντερική κοιλότητα. Διαθέτουν κεφάλι, αυχένα και μία σειρα από προγλωττίδες, (οι οποίες σχηματίζουν μία δομή που ονομάζεται στροβίλη), ο αριθμός των οποίων διαφοροποιείται ανάλογα με το είδος. Συγκεκριμένα, η Taenia saginata έχει από 1.000 έως 2.000 προγλωττίδες, η T. solium περίπου 1.000 προγλωττίδες και η T. asiatica λίγο πάνω από 700 προγλωττίδες. Επιπλέον, η T. saginata διαθέτει στην κεφαλή της 4 μυζητήρες, ενώ η T. solium και η T. asiatica, 4 μυζητήρες, συνοδευόμενη από 2 σειρές αγκίστρων. Τα είδη αυτά είναι ερμαφρόδιτα, περιέχοντας τόσο αρσενικά όσο και θηλυκά αναπαραγωγικά όργανα. Η μήτρα είναι διακλαδισμένη και βρίσκεται στο άνω μέρος της προγλωττίδας, ενώ οι όρχεις στο κάτω μέρος της. Στην ώριμη προγλωττίδα, η οποία είναι το τελευταίο μέρος του σκώληκα, περιέχονται τα αυγά (ωάρια). Η γονιμοποίηση γίνεται συνήθως με γειτονικούς σκώληκες, αλλά έχουν παρατηρηθεί και περιπτώσεις αυτογονιμοποίησης. Παράλληλα, εντυπωσιακό είναι το μέγεθος που μπορεί να κατακτήσει το παράσιτο αυτό, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Taenia saginata, η οποία μπορεί να φτάσει έως και τα 25 μέτρα!
Ο κύκλος ζωής της Taenia saginata ξεκινά με την κατανάλωση μολυσμένης τροφής (ωάρια ή ώριμες προγλωττίδες) από τον άνθρωπο. Το πρώτο στάδιο της προνύμφης, που ονομάζεται ογκόσφαιρα ή εξάκανθο έμβρυο, καθώς διαθέτει 6 άκανθες διατεταγμένες σε 3 ζεύγη, προσκολλάται στο τοίχωμα του λεπτού εντέρου, με τη βοήθεια των μυζητήρων,και εκεί αναπτύσσεται. Κάθε μέρα, μία ώριμη προγλωττίδα αποκολλάται από το σώμα του σκώληκα και αποβάλλεται με τα κόπρανα. Οι χοίροι, καταναλώνοντας λαχανικά μολυσμένα με κόπρανα, προσλαμβάνουν τις ώριμες προγλωττίδες ή τα αυγά, τα οποία μεταφέρονται στο λεπτό έντερο και στη συνέχεια το διαπερνούν, ώστε να εισέλθουν στην αιματική κυκλοφορία. Από εκεί μεταφέρονται στους μύες και σχηματίζουν τους κυστίκερκους. Επομένως, στον κύκλο του παρασίτου, ο κύριος ξενιστής είναι ο χοίρος (παρατηρείται η ώριμη, ενήλικη μορφή του σκώληκα), και ο ενδιάμεσος ξενιστής είναι ο άνθρωπος (παρατηρούνται μόνο οι προνυμφικές μορφές του παρασίτου ).
Η T. solium και η T. asiatica έχουν έναν πιο περίπλοκο κύκλο ζωής. Εκτός από τα στάδια της ταινίας των χοίρων, τα οποία είναι πανομοιότυπα, είναι επίσης δυνατό το παράσιτο να μεταναστεύσει στους μύες του ανθρώπου, σχηματίζοντας κυστίκερκους. Σε αυτή την περίπτωση, ο άνθρωπος λειτουργεί τόσο ως κύριος όσο και ως ενδιάμεσος ξενιστής. Κυστίκερκοι μπορούν να εμφανιστούν σε κάθε θέση του σώματος, όπως στους οφθαλμούς, στο δέρμα με τη μορφή υποδόριων οζιδίων, ακόμα και στο νευρικό σύστημα, μία ιδιαίτερα επικίνδυνη κατάσταση, που χαρακτηρίζεται ως νευροκυστικέρκωση. Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι το ένα τρίτο των επιληπτικών κρίσεων οφείλεται σε νευροκυστικέρκωση και όχι σε κάποια υποκείμενη ψυχική διαταραχή .
Τις περισσότερες φορές, η λοίμωξη είναι ασυμπτωματική ή με ήπια συμπτώματα, ενώ μάλιστα η λοίμωξη με T. saginata εμφανίζει συνήθως πιο έντονα συμπτώματα, λόγω του μεγαλύτερου μεγέθους του σκώληκα. Καθώς τις περισσότερες φορές η επιμόλυνση έχει γίνει από ένα μόνο σκώληκα, ο οποίος γενικά είναι εύκαμπτος και σχετικά εύθραυστος, το λεπτό έντερο σπάνια αποφράσσεται και η παθογένεια του είναι σε μεγάλο βαθμό περιορισμένη. Ο οργανισμός είναι δυνατόν να παράγει αντισώματα, και να επάγει μία φλεγμονώδη αντίδραση, με έντονη ηωσινοφιλία, ώστε να καταπολεμηθεί ο ξένος οργανισμός. Παρόλα αυτά, κάποιοι σκώληκες διαθέτουν ένα αντιγόνο, την παραμυοσίνη ή αντιγόνο Β, το οποίο συνδέεται με το συστατικό C1q του συμπληρώματος, παρεμποδίζοντας την έναρξη της ανοσολογικής απόκρισης στον ανθρώπινο οργανισμό. Συμπτωματικά, συνήθως επικρατεί το αίσθημα της επιγαστρικής πληρότητας, ενώ σπάνια παρατηρούνται μεταγευματικοί έμετοι. Η λοίμωξη γίνεται αντιληπτή όταν ο ασθενής παρατηρήσει τμήματα του σκώληκα να προεξέχουν από το σώμα του. Εργαστηριακά, η διάγνωση γίνεται μέσω της παρατήρησης του οργανισμού σε δείγμα κοπράνων από τον ασθενή.
Θεραπευτικά, συνήθως χορηγούνται πραζικουαντέλη ή νικλοσαμίδη. Η τελευταία αναστέλλει την οξειδωτική φωσφορυλίωση και τον αναερόβιο μεταβολισμό του παρασίτου, ενώ προκαλεί αποκόλληση της κεφαλής και διάλυση του σκώληκα. Για τη νευροκυστικέρκωση, λόγω της θέσης που εντοπίζονται τα παράσιτα, η χειρουργική αφαίρεση αυτών συνεπάγεται μια έντονη φλεγμονώδη αντίδραση του οργανισμού. Το θεραπευτικό σχήμα που ακολουθείται είναι πραζικουαντέλη, νικλοσαμίδη, ή αλβενδαζόλη, σε συνδυασμό με αντιφλεγμονώδη κορτικοστεροειδή και αντιεπιληπτικά φάρμακα. Η πρόληψη περιλαμβάνει το καλό ψήσιμο του κρέατος για την αποφυγή της κατανάλωσης μολυσμένου με παράσιτο κρέατος.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- About Human Tapeworm, CDC, διαθέσιμο εδώ
- Taeniasis/cysticercosis, WHO , διαθέσιμο εδώ
- Clinical Overview of Taeniasis, CDC, διαθέσιμο εδώ
- Human taeniasis: current insights into prevention and management strategies in endemic countries, DovePress, διαθέσιμο εδώ
- Taeniasis and Cysticercosis, ScienceDirect, διαθέσιμο εδώ