Του Ορέστη Παπαδημητρίου,
Οι γυναίκες, συχνά, υπήρξαν επιτυχημένες κατάσκοποι. Είχαν το πλεονέκτημα ότι δεν θεωρούνταν απειλή και έτσι προκαλούσαν λιγότερη υποψία σε σύγκριση με τους άντρες. Αυτό τους επέτρεπε να κινούνται πιο ελεύθερα, να περνούν από ελέγχους, χωρίς να γίνονται αντιληπτές και να υποκλέπτουν συνομιλίες, χωρίς να τραβούν την προσοχή. Οι ικανότητες αυτές, τις έκαναν ιδανικές για τη μετάδοση μηνυμάτων και την κατασκοπεία. Ο Αινείας Τακτικός προτείνει τη «χρήση» γυναικών για τη μεταφορά μυστικών μηνυμάτων. Συγκεκριμένα, προτείνει να γράφονται τα μηνύματα σε λεπτά φύλλα μολύβδου, να τυλίγονται σε ρολά και να σχηματίζονται σκουλαρίκια. Μ’ αυτή τη μεταμφίεση, τα μηνύματα ήταν απίθανο να ανακαλυφθούν. Οι γυναίκες δεν ήταν μόνο λιγότερο ύποπτες από τους άντρες, αλλά έκαναν και τις μικτές ομάδες λιγότερο υποψήφιες. Τον 4ο αιώνα π.Χ., ο μισθοφόρος ηγέτης, Καρύδημος, χρησιμοποίησε αυτή τη μέθοδο για να εισβάλει στην πόλη της Ιλίου. Μεταμφίεσε τους άντρες του σε αιχμαλώτους και έβαλε μερικές γυναίκες και παιδιά να περπατούν μαζί τους. Ως μικτή ομάδα αιχμαλώτων δεν προκαλούσαν υποψίες και εισήλθαν στην πόλη απαρατήρητοι.
Ο διάσημος φιλόσοφος Αριστοτέλης, επίσης, επαινεί την ικανότητα των γυναικών να συλλέγουν πληροφορίες. Συμβουλεύει έναν τύραννο να ενημερώνεται για όλα όσα συμβαίνουν στην πόλη του, χρησιμοποιώντας κατασκόπους, όπως τις γυναίκες, τις οποίες αποκαλούσε «προβοκάτριες» στις Συρακούσες και «οξυακοούσες», σταλμένες από τον Ιέρωνα, όπου υπήρχαν συγκεντρώσεις ή συζητήσεις. Όταν οι άντρες φοβούνταν κατασκόπους αυτού του είδους, πρόσεχαν περισσότερο τι έλεγαν. Ο ιστορικός Φρανκ Ράσελ πιστεύει ότι αυτές οι «προβοκάτριες» ήταν αυλητρίδες και εταίρες, οι οποίες κρατούσαν τα αυτιά τους ανοιχτά για τον άρχοντα. Ωστόσο, γνωρίζουμε ελάχιστα για τις γυναίκες κατασκόπους στην Αρχαία Ελλάδα. Η μόνη γνωστή με το όνομά της είναι η Αντιγόνη, μία αιχμάλωτη πολέμου χαμηλής καταγωγής, η οποία κατασκόπευσε στο στρατόπεδο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Φυσικά, το γεγονός ότι γνωρίζουμε τόσο λίγα για τις κατασκόπους, θα μπορούσε να είναι μαρτυρία της επιτυχίας τους.
Σε αντίθεση με την Τελέσιλλα, η μέση γυναίκα βίωνε μία πολιορκία ως μέλος της κοινότητας. Μία πολιορκία έθετε μια πόλη σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, με κάθε σπίτι και οικογένεια να βρίσκεται σε κίνδυνο. Ο αρχαίος ιστορικός Διόδωρος Σικελιώτης αναφέρει ότι σε τέτοιες καταστάσεις όλοι συνεισέφεραν στην άμυνα. Οι νέοι άντρες πολεμούσαν τον εχθρό, οι μεγαλύτεροι άντρες περιπολούσαν στα τείχη και οι γυναίκες και τα κορίτσια, φρόντιζαν για τον ανεφοδιασμό, φέρνοντας τρόφιμα και νερό. Ωστόσο, ως μέρος αυτής της συλλογικής προσπάθειας, οι γυναίκες έκαναν πολύ περισσότερα από το να παρέχουν τροφή. Έχτιζαν οχυρώσεις, προμήθευαν όπλα στους υπερασπιστές και φρόντιζαν τους τραυματίες. Την εποχή του Αριστοτέλη, αυτό ήταν φαινομενικά φυσιολογικό και αναμενόμενο από τις γυναίκες. Τουλάχιστον, αυτό φαίνεται από την κριτική του Έλληνα φιλοσόφου για τις Σπαρτιάτισσες, οι οποίες, κατά την εισβολή των Θηβαίων στη Σπάρτη το 370-369 π.Χ., δεν συνέβαλαν τίποτα χρήσιμο, «προκαλώντας περισσότερη σύγχυση από τον εχθρό».
Ένα από τα πιο σημαντικά καθήκοντα των κατοίκων μιας πόλης ήταν η κατασκευή και συντήρηση των οχυρώσεων. Όπως λέει η παροιμία, «χωρίς τείχη, η πόλη πέφτει». Το φύλο έπαιζε μόνο έναν ελάχιστο ρόλο σ’ αυτή την εργασία. Για παράδειγμα, το 478 π.Χ., όταν ο Αθηναίος στρατηγός, Θεμιστοκλής, κάλεσε το λαό της πόλης να επεκτείνει τα τείχη για να είναι πιο ανθεκτικά, ο ιστορικός Θουκυδίδης σημειώνει: «Ολόκληρος ο πληθυσμός της πόλης, άντρες, γυναίκες και παιδιά, συμμετείχε». Σε περιόδους πολέμου, οι γυναίκες συνέβαλαν ακόμη περισσότερο στην οικοδόμηση οχυρώσεων. Όταν οι εχθροί κατέστρεφαν τα τείχη, γυναίκες, παιδιά και δούλοι συχνά εκτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος των επισκευών, καθώς οι άντρες ήταν απασχολημένοι στη μάχη.
Καταλήγοντας, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα γυναίκας, που αντιστάθηκε στους κατακτητές, είναι η Τιμόκλεια. Όταν ο στρατός του Μεγάλου Αλεξάνδρου κατέκτησε τη Θήβα, ένας από τους διοικητές του εισέβαλε στο σπίτι της Τιμοκλείας. Αφού τη βίασε, της ζήτησε να του παραδώσει όλους τους θησαυρούς της. Η Τιμόκλεια, όμως, δεν υπέκυψε. Τον οδήγησε κοντά σ’ ένα πηγάδι, υποδεικνύοντάς το ως κρυψώνα για τα τιμαλφή της. Όταν εκείνος πλησίασε, τον έσπρωξε μέσα και τον σκότωσε. Η πράξη της εντυπωσίασε τόσο τον Αλέξανδρο, ο οποίος διέταξε να αφεθεί ελεύθερη μαζί με την οικογένειά της.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Averil Cameron – Amélie Kurt (1993), Images of Women in Antiquity, London: Routledge
- Loman Pasi (2004), No Woman, No War: Women’s Participation in Ancient Greece Warfare
- Martinez Morales Jennifer (2021), Women, Diversity, and War off the Battlefield in Classical Greece, Boston