Της Αλεξάνδρας Τορνικίδου,
Η διαταραχή ταυτότητας ετερότητας/διασπαστική διαταραχή ταυτότητας (DID) είναι η ψυχική διαταραχή, όπου το άτομο διαθέτει περισσότερες από μια προσωπικότητες. Σε κάθε εναλλαγή σε διαφορετική προσωπικότητα, η κάθε μια από αυτές δύναται να έχει διαφορετικό φύλο, εθνικότητα, χαρακτήρα, αναμνήσεις, συμπεριφορά κλπ. Η «διάσπαση» αναφέρεται στην αποσύνδεση από τον ένα χαρακτήρα και τη μετάβαση στον άλλο. Οι προσωπικότητες αυτές ονομάζονται alters. Επειδή η κάθε προσωπικότητα διαθέτει τη δική της μνήμη, είναι αρκετά πιθανό να εμφανίζονται κενά μνήμης. Η παραπάνω διαταραχή οφείλεται σε ένα τραυματικό γεγονός, το οποίο δεν μπορούσε να διαχειριστεί το άτομο (πχ. σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση). Το τραυματικό γεγονός δεν εμφανίζεται ως ένα ενιαίο σύνολο, αλλά διασπάται σε μέρη και η κάθε ταυτότητα διαθέτει ξεχωριστά το καθένα από αυτά.
Η DID εμφανίζεται περίπου στο 1,5% του πληθυσμού. Η διαταραχή διακρίνεται σε possession, όπου το άτομο δεν έχει συναίσθηση της εναλλαγής της ταυτότητας και γίνεται διακριτή από το περιβάλλον του, και σε non-possession, στην οποία το άτομο αντιλαμβάνεται την εναλλαγή και δεν γίνεται τόσο εμφανές στον περίγυρό του. Συμπτώματα που έχει ένα άτομο με DID είναι η κατοχή τουλάχιστον δύο ταυτοτήτων, αυτό γίνεται αντιληπτό από το άτομο με την αλλαγή στη συμπεριφορά, τη μνήμη και τον αυτοπροσδιορισμό. Τα κενά μνήμης θορυβούν ιδιαίτερα τους κλινικούς ψυχολόγους/ψυχίατρους και συχνά κατευθύνουν τη διάγνωση. Οι «alters» δημιουργούν κωλύματα στα άτομα, επηρεάζοντας την κοινωνική τους συμπεριφορά και τη λειτουργικότητά τους όσον αφορά τις υποχρεώσεις τους. Άλλα συμπτώματα είναι η κατάθλιψη, το άγχος, οι παραισθήσεις, ο αυτοτραυματισμός και η τάση αυτοχειρίας. Μεγαλύτερο από το 70% των διαγνωσμένων ατόμων με DID επιχειρούν αυτοχειρία.
Η παθοφυσιολογία της διαταραχής ταυτότητας ετερότητας έγκειται σε διαταραχές σε δομές του εγκεφάλου, όπως ο προμετωπιαίος φλοιός, η αμυγδαλή, ο ιππόκαμπος και σε εμπλεκόμενα νευρωνικά δίκτυα που διαθέτει το κάθε «alter». Ο προμετωπιαίος φλοιός σχετίζεται με τη διαχείριση των συναισθημάτων και τη διαμόρφωση της προσωπικότητας. Επίσης, σχετίζεται με διαταραχές σε αυτόν, αλλά και μείωση των συνδέσεων με την αμυγδαλή, η οποία είναι υπεύθυνη για την έγερση των συναισθημάτων και εξηγούν τις εναλλαγές της προσωπικότητας. Επιπλέον, αυξάνεται η δραστηριότητα της αμυγδαλής. Με αυτόν τον μηχανισμό επάγεται ο φόβος και το άγχος. Στον ιππόκαμπο παρατηρείται μειωμένη δραστηριότητα και όγκος. Ο ιππόκαμπος σχετίζεται με τη μνήμη και τη μάθηση και η μείωση του όγκου του συνεπάγεται με έκπτωση των παραπάνω ικανοτήτων.
Η DID διαγιγνώσκεται από ψυχολόγο ή ψυχίατρο. Συνήθως, καταγράφεται το ιστορικό και τα συμπτώματα από πληροφορίες που δίνει ο ασθενής και οι οικείοι του, για πιθανά συμπτώματα που δεν αντιλαμβάνεται ο ίδιος. Δεν υπάρχει μια συγκεκριμένη δοκιμασία που θα κατευθύνει τη διάγνωση. Οι ειδικοί διενεργούν μια φυσική ή νευρολογική εξέταση για να εξετάσουν κριτήρια που συνεπάγονται με τη DID, συμπεριλαμβανομένων των συμπτωμάτων αξιολογούν βάσει πρωτοκόλλου το άτομο. Έπειτα από τη διάγνωση, αξιοποιούνται ερωτηματολόγια και κλίμακες για να αξιολογηθεί η σοβαρότητα της κατάστασης (κλίμακα αποσχιστικών εμπειριών, ερωτηματολόγιο διάσπασης και κλίμακα δυσκολίας διαχείρισης των συναισθημάτων). Στόχος είναι η διάκριση και, κατά συνέπεια, η πρόληψη του κινδύνου αυτοχειρίας.
Η θεραπεία της DID στοχεύει στη θεραπεία των συμπτωμάτων της κατάθλιψης και του άγχους με φαρμακευτική αγωγή. Αξιοποιείται και η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία και η διαλεκτική συμπεριφορική θεραπεία, όσον αφορά την ψυχοθεραπεία. Μείζονος σημασίας είναι η αναγνώριση και διαχείριση του τραύματος που προκάλεσε τη DID, διαχείριση των εναλλαγών των ταυτοτήτων και ένταξη των πολλαπλών ταυτοτήτων σε μια ενιαία. Επιπροσθέτως, χρησιμοποιείται η υπνοθεραπεία σε συνδυασμό με την ψυχοθεραπεία.
Όσον αφορά στην πρόληψη, η εμφάνιση της νόσου έπειτα από ένα τραυματικό γεγονός δεν μπορεί να αποφευχθεί, άλλα διακρίνεται σε πρώιμα στάδια ώστε να γίνει έγκαιρη παρέμβαση και να αποτραπεί η εξέλιξή της. Μέσω της θεραπείας, τα άτομα είναι ικανά να διαχειριστούν τα συμπτώματα. Τέλος, η θεραπεία είναι δυνατόν να διακρίνει παράγοντες που πυροδοτούν τις εναλλαγές των ταυτοτήτων. Παράγοντες όπως η ανικανότητα διαχείρισης του άγχους, κατανάλωση μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων και υπερκατανάλωση αλκοόλ συμβάλλουν στις εναλλαγές ταυτοτήτων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Dissociative Identity Disorder (Multiple Personality Disorder), Cleveland clinic, διαθέσιμο εδώ
- Psychobiological characteristics of dissociative identity disorder: a symptom provocation study, Sci-Hub, διαθέσιμο εδώ
- Dissociative identity disorder and memory dysfunction: the current state of experimental research and its future directions, Sci-Hub, διαθέσιμο εδώ