12.8 C
Athens
Τρίτη, 21 Ιανουαρίου, 2025
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΟι λόγοι άρσης του αδίκου στο Ποινικό Δίκαιο

Οι λόγοι άρσης του αδίκου στο Ποινικό Δίκαιο


Του Θανάση Λέφα,

Ο χαρακτηρισμός μιας πράξης ως εγκλήματος προϋποθέτει την κατάφαση δύο στοιχείων. Πρώτον, την πραγμάτωση των οντικών στοιχείων της που τυποποιούνται στον ποινικό νόμο και δεύτερον, την αξιολόγησή τους. Απαιτείται, δηλαδή, τόσο τυπική όσο κι ουσιαστική απαξία. Ωστόσο, για να κριθεί μια πράξη, πέρα από αρχικά και τελικά άδικη, θα πρέπει να μην μπορεί να δικαιολογηθεί στα πλαίσια της γενικής –αφηρημένης ή της ειδικής– συγκεκριμένης αξιολόγησης των εννόμων αγαθών. Προϋποτίθεται, λοιπόν, στάθμιση αγαθών και συμφερόντων. Παρακάτω θα αναλυθούν διεξοδικά οι ανωτέρω λόγοι άρσης του αδίκου.

Άσκηση δικαιώματος κι εκπλήρωση καθήκοντος (20 ΠΚ)

Η προσβολή ορισμένων εννόμων αγαθών δύναται να δικαιολογηθεί όταν γίνεται σε ενάσκηση δικαιώματος ή εκπλήρωση καθήκοντος επιβαλλόμενου από το νόμο. Αυτό προκύπτει μέσα από μια διαδικασία αξιολόγησής τους κι αναγνώρισης της υπεροχής ορισμένων αγαθών έναντι άλλων. Για παράδειγμα, το Κράτος αναγνωρίζει στον εαυτό του το δικαίωμα να επιβάλλει ποινές στερητικές της ελευθερίας, τις οποίες υλοποιούν τα κρατικά όργανα στο πλαίσιο του ποινικού δικονομικού καταναγκασμού. Για παράδειγμα, ο εγκλεισμός στη φυλακή, ενώ πραγματώνει την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της παράνομης κατακράτησης (325 ΠΚ), ο αρχικά άδικος χαρακτήρας της πράξης αυτής αίρεται, στο πλαίσιο της νόμιμης δραστηριότητας που υλοποιεί το καθήκον του Κράτους.

Προσταγή (21 ΠΚ)

Πράξη προσβολής εννόμου αγαθού, στο πλαίσιο εκτέλεσης προσταγής που δόθηκε κατά τους νόμιμους τύπους από την αρμόδια αρχή σε υφιστάμενο πρόσωπο, που δεν μπορεί κατά το νόμο να εξετάσει τη νομιμότητά της, δεν είναι τελικά άδικη. Ωστόσο, το άδικο αίρεται μόνο για το υφιστάμενο πρόσωπο κι όχι για αυτόν που έδωσε τη διαταγή. Αποτελεί, δηλαδή, έναν προσωπικό λόγο άρσης του αδίκου. Ο διατάξας τιμωρείται, λοιπόν, ως αυτουργός. Προϋπόθεση της άρσης του άδικου χαρακτήρα της πράξης για τον υφιστάμενο, είναι το γεγονός ότι η διαταγή δόθηκε κατά τους νόμιμους τύπους. Άλλως, αν πρόκειται για προδήλως αντισυνταγματική ή παράνομη διαταγή, αν την εκτελέσει η πράξη του παραμένει τελικά άδικη. Τέλος, σε περίπτωση νομιζόμενης προσταγής, η πράξη του παραμένει άδικη ωστόσο θα αρθεί ο καταλογισμός εφόσον η εν λόγω νομική πλάνη κριθεί συγγνωστή, ενώ στην περίπτωση αγνοούμενης προσταγής, ο άδικος χαρακτήρας αίρεται.

Πηγή εικόνας: unsplash.com / Δικαιώματα χρήσης: Giammarco Boscaro

Άμυνα (22 ΠΚ)

Καθώς το Κράτος δεν μπορεί να είναι πανταχού παρόν και να αποκρούει οποιαδήποτε δυσμενή μεταβολή των εννόμων αγαθών, έχει «παραχωρήσει» αυτή του την εξουσία στους ιδιώτες. Η εξουσία αυτή ονομάζεται άμυνα και φτάνει μέχρι και την προσβολή των εννόμων αγαθών του δράστη.

Οι όροι της άμυνας :

  • Καταρχήν, η πράξη που τελείται σε άμυνα δεν είναι τελικά άδικη. Η αμυντική πράξη μπορεί να συνίσταται και σε παράλειψη.
  • Η αμυντική κατάσταση απαιτεί μια επίθεση εναντίον εννόμου αγαθού, προκειμένου να μπορέσει να δικαιολογηθεί. Η επίθεση πρέπει να είναι άδικη κι επομένως, να μην υπάρχει λόγος που αίρει τον αρχικά άδικο χαρακτήρα της πράξης. Από αυτή τη διαπίστωση, συνάγεται ότι δε χωρεί άμυνα (αντάμυνα) κατά της αμυντικής πράξης προσβολής, αφού η πράξη αυτή δεν είναι τελικά άδικη.
  • Η άδικη πράξη (επίθεση) πρέπει να είναι άμεση και παρούσα. Το κριτήριο της αμεσότητας πληρούται όταν εκτίθεται σε άμεσο κίνδυνο το έννομο αγαθό. Παρούσα είναι η επίθεση τη στιγμή που προσβάλλει το έννομο αγαθό. Άμυνα κατά πράξης που τελείωσε δε χωρεί. Απαραίτητη είναι η άμεση τοπική και χρονική σχέση μεταξύ επίθεσης κι άμυνας.
  • Φορέας του εννόμου αγαθού εναντίον του οποίου στρέφεται η επίθεση, μπορεί να είναι και τρίτος, χωρεί δηλαδή, άμυνα τρίτου (τριτάμυνα), με μόνη την πλήρωση της προϋπόθεσης ότι η επίθεση είναι άδικη.
  • Η αμυντική πράξη δύναται να προσβάλλει οποιοδήποτε έννομο αγαθό του επιτιθέμενου προσώπου και ποτέ δε πρέπει να στρέφεται εναντίον εννόμων αγαθών τρίτου προσώπου (τότε ίσως να πρόκειται για κατάσταση ανάγκης).
  • Τέλος, η αμυντική αυτή πράξη προσβολής, πρέπει να γίνεται για την υπεράσπιση απλώς και μόνο του εννόμου αγαθού που δέχεται την παρούσα κι άδικη επίθεση, ενώ δεν πρέπει να υπερβαίνει το μέτρο το οποίο είναι αναγκαίο για την υπεράσπιση αυτή. Άλλως, πρόκειται για υπέρβαση άμυνας (23 ΠΚ), όπου ο νόμος δε θέλει να υπάρξει μια απαράδεκτη δυσαναλογία μεταξύ της έντασης της επίθεσης και της έντασης της αμυντικής πράξης.
Πηγή εικόνας: unsplash.com / Δικαιώματα χρήσης: Daniel Von Appen

 Κατάσταση ανάγκης (25 ΠΚ)

Ως κατάσταση ανάγκης, ορίζεται εκείνη στην οποία συγκρούονται έννομα αγαθά κατά τρόπο που να οδηγούνται στον υπαρξιακό αλληλοαποκλεισμό τους, έτσι ώστε να απαιτείται μια στάθμιση των αγαθών αυτών στο εμπειρικό επίπεδο της ατομικότητάς τους.

Προϋποθέσεις κατάστασης ανάγκης :

  • Καταρχάς, απαιτείται να υπάρχει κίνδυνος που να απειλεί το έννομο αγαθό. Αντίστοιχα, όπως ισχύει για την επίθεση στην άμυνα, ο κίνδυνος πρέπει να είναι παρών, να αναμένεται δηλαδή η προσβολή του αγαθού άμεσα.
  • Απαιτείται, επίσης, η πράξη προσβολής του αγαθού να γίνεται αποκλειστικά προς αποτροπή του κινδύνου που απειλεί το άλλο έννομο αγαθό. Έτσι, κατόπιν στάθμισης, προκύπτει ότι για να σωθεί το ένα έννομο αγαθό πρέπει να καταστραφεί το άλλο. Τούτο σημαίνει ότι ο κίνδυνος είναι «άλλως αναπότρεπτος» και μόνο έτσι μπορεί να δικαιολογηθεί ο άδικος χαρακτήρας της καταστροφής του ενός προς εξυπηρέτηση του άλλου.
  • Ο κίνδυνος που απειλεί το πρόσωπο δεν πρέπει να οφείλεται σε υπαιτιότητα του δράστη, με την έννοια ότι αυτός οφείλει να μην παραβιάσει υπαίτια νομική διάταξη που έχει ως συνέπεια την πρόκληση της κατάστασης ανάγκης.
  • Τέλος, απαιτείται, η βλάβη που προκλήθηκε για τη σωτηρία του άλλου αγαθού πρέπει να είναι σημαντικά κατώτερη κατά το είδος και τη σπουδαιότητά της από αυτή που απειλήθηκε. Επιβάλλεται, με απλά λόγια, να σωθεί το επικρατέστερο αγαθό σε βάρος του άλλου, κατόπιν στάθμισης συμφερόντων.

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι – Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου σε Ι. Μανωλεδάκη: Ποινικό Δίκαιο – Επιτομή Γενικού Μέρους, ζ’ έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα, 2005.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θανάσης Λέφας
Θανάσης Λέφας
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πόλη των Σερρών. Βρίσκεται στο 4ο έτος των σπουδών του στη Νομική Σχολή του Α.Π.Θ. Έχει πτυχίο στα αγγλικά και στα γαλλικά. Του αρέσει να παρακολουθεί νομικά, οικονομικά και πολιτικά θέματα της επικαιρότητας, ενώ τον ελεύθερό του χρόνο τον αξιοποιεί παίζοντας μπάσκετ.