Της Χαράς Παπαϊωάννου,
Η πρόσφατη έναρξη λειτουργίας του Μετρό Θεσσαλονίκης, ενός έργου πνοής για την πόλη και τους κατοίκους της, συνοδεύτηκε από μια —δυστυχώς— αναμενόμενη δυσχρωμία: την εμφάνιση βανδαλισμών σε διάφορους σταθμούς. Οι εικόνες των σπασμένων γυαλιών, των graffiti στους τοίχους και των κατεστραμμένων καθισμάτων, μας φέρνουν αντιμέτωπους με μια δυσάρεστη πραγματικότητα, η οποία αγγίζει το κοινωνικό μας σύνολο. Ο βανδαλισμός δεν είναι απλώς μια πράξη καταστροφής. Κρύβει πίσω του μια σειρά από ψυχολογικούς και κοινωνικούς παράγοντες. Οι άνθρωποι, οι οποίοι επιλέγουν να καταστρέψουν δημόσιους χώρους, συχνά εκφράζουν μία αγανάκτηση ή απογοήτευση για τον κόσμο γύρω τους. Στην περίπτωση του Μετρό Θεσσαλονίκης, οι βανδαλισμοί μπορεί να εκφράζουν την κοινωνική αναστάτωση που βιώνει η πόλη, με την οικονομική κρίση και τις κοινωνικές ανισότητες να επηρεάζουν την καθημερινότητα των πολιτών.
Η καλή διαχείριση και η προστασία των δημόσιων χώρων είναι ουσιαστική για τη συνολική ευημερία μιας πόλης. Το μετρό δεν είναι μόνο ένα μέσο μεταφοράς, αλλά και ένας χώρος, ο οποίος αντικατοπτρίζει την ταυτότητα και τον πολιτισμό των κατοίκων μιας περιοχής. Οι βανδαλισμοί υπονομεύουν αυτήν την ταυτότητα και δημιουργούν αρνητική εικόνα για την πόλη. Έχουν σοβαρές συνέπειες, όχι μόνο σε οικονομικό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο ψυχολογίας και επιφυλακτικότητας των πολιτών. Οι κάτοικοι μπορεί να αισθάνονται λιγότερο ασφαλείς και λιγότερο ενθουσιασμένοι για τη χρήση του μετρό, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει τη συνολική χρήση του συστήματος. Για να αντιμετωπιστούν οι βανδαλισμοί, είναι απαραίτητο να εφαρμοστούν στρατηγικές, όπως η ενίσχυση της αστυνόμευσης στους σταθμούς, η εγκατάσταση καμερών ασφαλείας, καθώς και η ανάπτυξη εκπαιδευτικών προγραμμάτων, που να προάγουν την αυτοεκτίμηση προς τους δημόσιους χώρους.
Η καταστροφή δημόσιων χώρων, εν γένει, μπορεί να υπονομεύσει την κοινωνική συνοχή. Δημιουργεί ένα κλίμα φόβου και ανασφάλειας, το οποίο αποτρέπει τους πολίτες από την ανάληψη δράσεων για τη βελτίωση του δημόσιου χώρου. Οι βανδαλισμοί επηρεάζουν τη σχέση των κατοίκων με την πόλη τους, ενδέχεται να τους απομακρύνουν από τη συμμετοχή σε κοινές δραστηριότητες και να ενισχύσουν τη διαφοροποίηση. Ο βανδαλισμός δεν αφορά αποκλειστικά τη φυσική καταστροφή, αλλά και την κουλτούρα της αποδοχής ή της απόρριψης ενός δημοσίου αγαθού. Στον καλλιτεχνικό τομέα, οι λεηλασίες και οι βανδαλισμοί φυγοκεντρικά αποκαλύπτουν έναν πολιτισμικό πόλεμο για την κυριαρχία στο δημόσιο χώρο. Στο μετρό, οι πράξεις αυτές αλλοιώνουν την αρχιτεκτονική και την αισθητική του, προκαλώντας ζημιά σ’ ένα έργο, το οποίο αντιπροσωπεύει την πρόοδο και την εξέλιξη της πόλης.
Η αντιμετώπιση του βανδαλισμού απαιτεί προσεκτική στρατηγική, που συνδυάζει προληπτικά μέτρα και δράσεις εκπαίδευσης. Εκπαιδευτικά προγράμματα, τα οποία προάγουν την ευαισθησία στους δημόσιους χώρους, η ενίσχυση της αστυνόμευσης και η εκστρατεία για την προώθηση της αλληλεγγύης και του σεβασμού στα δημόσια αγαθά είναι ουσιώδεις κινήσεις.
Η αντιμετώπιση, λοιπόν, του βανδαλισμού αποτελεί έναν πολυσύνθετο και προκλητικό στόχο, ο οποίος απαιτεί στρατηγική προσέγγιση. Η ενίσχυση της αστυνόμευσης μπορεί να προωθηθεί με τη σταδιακή αύξηση του αριθμού των αστυνομικών ή άλλων αρμόδιων αρχών στους δημόσιους χώρους, ειδικότερα στα σημεία που παρατηρείται αυξημένος κίνδυνος βανδαλισμού. Ο συνδυασμός περιπολιών με εκπαιδευμένο προσωπικό στα θέματα δημόσιας ασφάλειας είναι επίσης κρίσιμος.
Η ασφαλής σχεδίαση των δημόσιων χώρων είναι μία προληπτική μέθοδος, η οποία ελαχιστοποιεί τις ευκαιρίες βανδαλισμού. Η χρήση ανθεκτικών υλικών και η κατάλληλη φωτιστική εγκατάσταση μπορούν να λειτουργήσουν αποτρεπτικά. Η διοργάνωση εκπαιδευτικών προγραμμάτων για μαθητές και πολίτες είναι σημαντική, προκειμένου να προαχθεί η αξία των δημόσιων αγαθών και η σημασία της προστασίας τους. Τα θέματα, σχετικά με την πολιτιστική κληρονομιά και τον σεβασμό στους δημόσιους χώρους, μπορούν να ενσωματωθούν στα σχολικά προγράμματα. Επιπλέον, η δημιουργία εθελοντικών ομάδων, οι οποίες θα συμμετέχουν στην καθαριότητα και την αναβάθμιση δημόσιων χώρων, θα ενισχύσει την αίσθηση της κοινοτικής ευθύνης.
Η προώθηση της αλληλεγγύης και του σεβασμού μπορεί να επιτευχθεί μέσω εκστρατειών ευαισθητοποίησης. Τα μέσα ενημέρωσης και οι κοινωνικές πλατφόρμες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την προώθηση μηνυμάτων, που ενθαρρύνουν τον σεβασμό στα δημόσια αγαθά και προάγουν τη συλλογική ευθύνη. Η συνεργασία με τοπικές οργανώσεις, επιχειρήσεις και κοινωνικές ομάδες για την υλοποίηση πρωτοβουλιών, οι οποίες στοχεύουν στη βελτίωση των δημόσιων χώρων είναι επίσης αναγκαία.
Τέλος, η εγκαθίδρυση ενός συστήματος αναφοράς για την καταγραφή περιστατικών βανδαλισμού και η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των ληφθέντων μέτρων είναι απαραίτητη. Η θεσμοθέτηση συνεχούς εκπαίδευσης για τις αρχές και τους υπεύθυνους διαχείρισης δημοσίων χώρων θα διασφαλίσει ότι θα ενημερώνονται σχετικά με τις καλύτερες πρακτικές και τις σύγχρονες προκλήσεις. Η συνδυασμένη εφαρμογή αυτών των στρατηγικών θα συμβάλλει στη μείωση του βανδαλισμού και στην προώθηση ενός πολιτισμού σεβασμού και αλληλεγγύης προς τους δημόσιους χώρους, διασφαλίζοντας έτσι μία καλύτερη ποιότητα ζωής για όλους τους πολίτες.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚH ΠΗΓH
- Kirrilly Thompson, Naomi Offler, Lily Hirsch, Danielle Every, Matthew J. Thomas, Drew Dawson, From broken windows to a renovated research agenda: A review of the literature on vandalism and graffiti in the rail industry, Transportation Research Part A: Policy and Practice, Volume 46, Issue 8, 2012, Pages 1280-1290, διαθέσιμο εδώ