Του Αργύρη Χατζηδιάκου,
Στον κόσμο του Πλάτωνα ο άνθρωπος προσπαθεί να βρει μια ισορροπία. Βασικά, αυτό που τον έλκει είναι ο κόσμος των αισθήσεων είναι, θα μπορούσαμε να πούμε παρορμητικός, ατελής και ευμετάβλητος. Στο εσωτερικό του, ωστόσο, βρίσκεται ένα αντίθετο στοιχείο, κάτι που υπάρχει στους αιώνες, σταθερό, κάτι που συνδέεται με τον κόσμο των ιδεών. Το άτομο ζει και κινείται ανάμεσα σε αυτούς τους δύο κόσμους. Στο έργο του Πλάτωνα, στον Φαίδωνα που αποτελεί κατά κύριο λόγο ένα γραπτό αφιερωμένο στον Σωκράτη στα τέλη της ζωής του, ο φιλόσοφος φαίνεται να υιοθετεί το ορφικό και πυθαγόρειο δόγμα, αυτό της μετεμψύχωσης. Ο άνθρωπος είναι μια ένωση μιας αθάνατης ψυχής και ενός θνητού σώματος, ζει δηλαδή μια κοινή διάσπαση με τον κόσμο. Το σώμα του από την μια βρίσκεται καθολικά παραδομένο σε μια διαρκή μεταβολή και η ψυχή του από την άλλη, που αποτελεί μια ουσία ασώματη και αιώνια, αποτελεί, από την ίδια της την φύση, συγγενή με τις Ιδέες. Το πρόσωπο του Σωκράτη παρουσιάζεται ήρεμο και απολύτως εξοικειωμένο με την εικόνα του θανάτου, διότι για τον φιλόσοφο ο θάνατος δεν είναι κάποια συμφορά, αλλά μια απελευθέρωση της ψυχής από τη σωματική φυλακή. «Η φιλοσοφία είναι μελέτη θανάτου» (Φαίδων 67d). Με την διαφυγή της ψυχής από το σώμα η ψυχή απαλλάσσεται από ένα βάρος δυσβάστακτο και έχει την δυνατότητα πλέον να αφιερωθεί στη θέαση των πλατωνικών Ιδεών χωρίς αντιπερισπασμούς.
Η ψυχή του ανθρώπου μπορεί να έρθει σε επαφή άμεση με τις Ιδέες. Η γνώση των ιδεών είναι πιο εύκολη, όταν η αθάνατη ψυχή δεν είναι συνδεδεμένη με το σώμα, έχει την δυνατότητα όμως να επιτευχθεί στη διάρκεια της διαδρομής της στη γη, αν η ψυχή καταφέρει να βάλει τον δικό της νόμο στο σώμα και να μην έρθει αντιμέτωπη με τους περισπασμούς του. Η ψυχή τότε αφήνει στην άκρη τα αισθητηριακά δεδομένα και μόνο με την χρήση της νόησης, σημειώνει έγκυρες κρίσεις και συμπεράσματα για τα πράγματα που υπάρχουν. Αυτή η γνώση που απορρέει από τις Ιδέες είναι μια μορφή «ανάμνησης», κατά τον Πλάτωνα. Αυτή η εμπειρία έχει διατυπωθεί στην ψυχή, χάθηκε όμως όταν η ψυχή ενώθηκε ξανά με το θνητό σώμα. Η φιλοσοφική ενασχόληση είναι συνεπώς μια διαδικασία βαθμιαίας ανάμνησης των ξεχασμένων ψυχικών γνώσεων. Είναι όμως δυνατόν ένας φιλόσοφος, όπως ο Πλάτωνας, να θεωρεί ότι η αληθής γνώση είναι μια ανάμνηση ή απλώς αποτελεί την εφαρμογή μιας τακτικής του φιλοσόφου να χρησιμοποιεί την αλληγορική γλώσσα του μύθου, όταν προσπαθεί να ασχοληθεί με δύσκολα προβλήματα; Στην περίπτωση ισχύς του δεύτερου, τότε, αυτό που θέλει να διατυπώσει ο φιλόσοφος είναι πως ο άνθρωπος έχει έμφυτη τη δυνατότητα διανοητικής γνώσης. Ως προς αυτό, λοιπόν, ο άνθρωπος πρέπει να έχει εξαρχής την δυνατότητα να διατυπώνει ορθές κρίσεις.
Αμέσως αργότερα, στην Πολιτεία ο Πλάτωνας θα μπει σε μια άλλη διάκριση. Η ψυχή είναι μια σύνθετη ενότητα, που έχει διαφορετικά μέρη και άλλες παρορμήσεις. Ο φιλόσοφος συνειδητοποιεί πως εφόσον όλα τα άτομα έχουν ψυχή, δηλαδή συναισθήματα, αισθητηριακές παραστάσεις και μια κάποια ικανότητα κρίσης, λίγοι είναι αυτοί που θα καταφέρουν τελικά να αφιερωθούν στην οδό της νόησης. Ο αγώνας αυτός δεν συμβαίνει στην ουσία ανάμεσα στο σώμα και στην ψυχή, αλλά μεταξύ αντίθετων δυνάμεων της ίδιας της ψυχής. Η ψυχή διαχωρίζεται σε τρία μέρη. Το πρώτο ονομάζεται «επιθυμητικό» και αποτελεί την έδρα των επιθυμιών και των ηδονών. Το δεύτερο «θυμοειδές» και σχετίζεται με τα πάθη και το τρίτο, το αθάνατο μέρος της είναι το «λογιστικό» που εμπεριέχει την ορθή κρίση και το λογικό. Τα τρία αυτά μέρη της ψυχής βρίσκονται σε μια συνεχή διαμάχη, με βασική την αντίθεση της φρόνησης και της ηδονής «λογιστικού» και «επιθυμητικού». Η ορθή ζωή και η κατάκτηση της ευδαιμονίας στηρίζεται στην εναρμόνιση των τριών αυτών πλευρών της ψυχής, που πραγματοποιείται με την ηγεμονία του λογιστικού στα άλλα δύο κατώτερα μέρη της. Σε αυτή την περίπτωση και μόνο, το άτομο βρίσκεται σε θέση να ελέγχει τις επιθυμίες του και να οδηγεί το νου του στη σοφία και την γνώση. Οι βασικές αρετές, η σωφροσύνη, η σοφία, η δικαιοσύνη και η ανδρεία απαρτίζουν τα τρία μέρη της ψυχής και ορίζουν τον ενάρετο βίο. Ο άνθρωπος που κατέχει την δικαιοσύνη, έχει επιτάξει τις επιθυμίες του, έχει ηρεμήσει τα πάθη του και έχει δημιουργήσει την οδό για την επικοινωνία του αθάνατου μέρους της ψυχής του, με τις Ιδέες.
Σε αυτή την τραχιά και επίπονη διαδρομή ο φιλόσοφος θα αντλήσει δύναμη από έναν ανέλπιστο σύμμαχο. Το όνομά του; Έρωτας! Ο έρωτας, η πιο δυνατή επιθυμία από όλες τις επιθυμίες του ανθρώπου. Η ερωτική έλξη βρίσκει την έναρξή της ως πάθος δίχως λόγο, έχει όμως την ικανότητα να μετατραπεί σε μια μορφή «θεϊκής μανίας», που σπρώχνει το άτομο προς την σύνδεσή του με τις Ιδέες. Για τον Πλάτωνα ο έρωτας αποτελεί έναν δαίμονα, που κινείται μεταξύ έλλειψης και πλήρωσης, στην ωραιότητα και την ασχήμια, στην αθανασία και την θνητότητα. «Η σοφία ανήκει στα ωραιότερα πράγματα, ο Έρωτας είναι έρωτας προς το ωραίο, άρα κατ’ ανάγκην ο Έρωτας είναι φιλόσοφος. Και ως φιλόσοφος που είναι, βρίσκεται ανάμεσα στη σοφία και στην αμάθεια» (Συμπόσιον 204d). Στο Συμπόσιο, ο Πλάτωνας δημιουργεί μια εικόνα κλιμακωτής ερωτικής ανάβασης που καλύπτει την έλξη προς τα όμορφα σώματα και τις ψυχές, τις δημιουργίες, για να φτάσει στην αποκάλυψη πως το καύσιμο του έρωτα είναι η ταύτισή του με το Ωραίο. Η σχέση του Έρωτα με το Ωραίο επιτρέπει μια προοπτική προς τις Ιδέες. Από τις πλατωνικές Ιδέες, μόνο το κάλλος μπορεί να είναι το ορθό και το μόνο πράγμα που μπορεί να μας οδηγήσει σε αυτό είναι η θεϊκή μανία του έρωτα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Β. Κάλφας & Γ. Ζωγραφίδης, Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι, Εκδόσεις ΙΝΣ