11.9 C
Athens
Πέμπτη, 12 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΕπίκειται νέα δημοσιονομική κρίση;

Επίκειται νέα δημοσιονομική κρίση;


Του Κωνσταντίνου Γκότση,

Όλο και περισσότερα καμπανάκια «κρούουν» τον κίνδυνο ενός δημοσιονομικού εκτροχιασμού πολλών κρατών-μελών της Ευρώπης, ως απόρροια των συνεχόμενων και μεγάλων κρατικών ελλειμμάτων που οδηγούν σε υπερδιόγκωση του δημοσίου χρέους τα τελευταία χρόνια. Ακόμα και χώρες που συνήθως φημίζονται για τη δημοσιονομική τους πειθαρχία και συντηρητικότητα, συμπεριλαμβανομένης της Αυστρίας, της Γερμανίας και της Ολλανδίας, έχουν σημειώσει μεγαλύτερα ελλείμματα τα τελευταία χρόνια.

Η πανδημία της Covid-19 κι η ενεργειακή κρίση που ακολούθησε την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία ώθησαν πολλές Κυβερνήσεις σε τεράστιες και περιττές απ’ ό,τι φαίνεται σπατάλες. Σύμφωνα με έρευνες, το 2022 οι Κυβερνήσεις ξόδεψαν περισσότερα για τη στήριξη των οικονομιών τους από ό,τι μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-09. Οι πολιτικοί ξόδεψαν πολλά σε μια προσπάθεια να μειώσουν την αυξανόμενη δημοτικότητα των λαϊκιστικών κομμάτων (δίχως το επιθυμητό αντίκρισμα όπως δείχνουν οι πολιτικές τάσεις σε πολλές χώρες της Ευρώπης), ταυτόχρονα με την αύξηση των δαπανών για την «πράσινη» μετάβαση και της ενίσχυσης της άμυνάς τους λόγω του ασταθούς γεωπολιτικού κλίματος.

Πηγή εικόνας: pvproductions / Freepik

Προφανώς, ως έναν βαθμό, οι μεγάλες δαπάνες ήταν επιθυμητές κι αποτελεσματικές, καθώς διατήρησαν (μέχρι και σήμερα) την οικονομική σταθερότητα, παρά το «πάγωμα» των αγορών για μεγάλο διάστημα, και παράλληλα βοήθησαν σημαντικά στην αποφυγή της έλλειψης ενέργειας. Ωστόσο, το τελικό πρόσημο —συνολικά— κρίνεται αρνητικό κι αυτό επιβεβαιώνεται από τους πραγματικούς ρυθμούς ανάπτυξης, οι οποίοι κατέληξαν να είναι αρνητικοί (δηλαδή ο πληθωρισμός ήταν υψηλότερος της ανάπτυξης. Πολύ απλά, όταν διοχετεύεις την οικονομία με ρευστότητα, η οποία δεν αξιοποιείται αποτελεσματικά, ώστε να διαμορφωθεί σε ανάπτυξη κι αύξηση του πλούτου και τους βιοτικού επιπέδου, μετατρέπεται σε πληθωρισμό.

Όλες οι χώρες έχουν πλέον υποβάλει σχέδια δημοσιονομικής εξυγίανσης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, γεγονός που έχει επιφέρει νέες πολιτικές αναταραχές, με πιο πρόσφατο και τρανταχτό παράδειγμα αυτό της Γαλλίας. Η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα. Το πρώτο είναι το δημοσιονομικό έλλειμμα της κυβέρνησης. Πάνω από το 6% του ΑΕΠ, το φετινό ποσοστό θα καταλήξει πολύ υψηλότερο από ό,τι είχε προβλέψει η κυβέρνηση και πολλοί ανεξάρτητοι αναλυτές. Το ΔΝΤ αναμένει ότι το έλλειμμα θα παραμείνει σε αυτό το επίπεδο —πολύ πάνω από το ανώτατο όριο του 3% που όρισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή— μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Τα μεγάλα ελλείμματα επεκτείνουν το χρέος της Γαλλίας, το οποίο προβλέπεται να φτάσει το 115% του ΑΕΠ το επόμενο έτος, περίπου 17 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα από το 2018. Μέχρι το 2029 θα έχει φτάσει στο 124% του ΑΕΠ, σύμφωνα με το ΔΝΤ. Οι δαπάνες για πληρωμές τόκων αναμένεται, επομένως, να αυξηθούν από 1,9% του ΑΕΠ σε 2,9% κι αυτό βασίζεται σε προσδοκίες υγιούς οικονομικής ανάπτυξης.

Πηγή εικόνας: natanaelginting / Freepik

Η δυναμική της εθνικής οικονομίας της Γαλλίας καθώς κι η επιρροής της σε όλη την ευρωπαϊκή οικονομία την καθιστά πιο ανθεκτική σε τέτοιου είδους αναταραχές. Ωστόσο, το προνόμιο αυτό για τη Γαλλία ίσως χαθεί αν η πολιτική αστάθεια συνεχιστεί για πολύ ακόμη. Οι επενδυτές ομολόγων ανησυχούν ότι η κατάρρευση της κυβέρνησης θα σήμαινε ότι κάθε προσπάθεια περικοπής δανεισμού θα απορριφθεί. Ήδη εδώ κι αρκετό διάστημα τα γαλλικά κρατικά ομόλογα έχουν χάσει αρκετά την αίγλη τους στο επενδυτικό κοινό, λόγω της συνεχής διόγκωσης του χρέους από τα αλλεπάλληλα ελλείμματα. Η πολιτική αβεβαιότητα των τελευταίων μηνών έχει επιδεινώσει την κατάσταση. Το θετικό για τη Γαλλία είναι ότι οι αποδόσεις των ομολόγων της δεν έχουν αυξηθεί απότομα σε απόλυτες τιμές. Η απόδοση του 10ετούς στην πραγματικότητα υποχώρησε περίπου 24 μονάδες βάσης τον Νοέμβριο, καθώς τα αδύναμα οικονομικά στοιχεία της ευρωζώνης ενίσχυσαν τα στοιχήματα των επενδυτών για μειώσεις επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Προς το παρόν, για καμία χώρα της Ευρωζώνης δεν υπάρχει σοβαρός κι άμεσος κίνδυνος χρηματοπιστωτικής και δημοσιονομικής κρίσης. Τα θεμελιώδη των ευρωπαϊκών τραπεζών παραμένουν ισχυρά, ενώ, παράλληλα, η ΕΚΤ δεν πρόκειται να αφήσει κάποια χώρα να καταρρεύσει δημοσιονομικά. Αλλά, εάν η Γαλλία δεν καταφέρει να επιδείξει δέσμευση στην πραγματική μείωση του ελλείμματός της, η ΕΚΤ θα δυσκολευτεί να παρέμβει και να αγοράσει γαλλικά ομόλογα. Το ίδιο ισχύει, βέβαια, και για άλλες χώρες της Ευρωζώνης που βρίσκονται σε δυσμενή θέση. Να σημειωθείς πως μόνο οι χώρες που κάποτε βρίσκονταν στο επίκεντρο της κρίσης του 2012 (γνωστές ως PIGS – Πορτογαλία, Ιταλία, Ελλάδα κι Ισπανία) μείωσαν τα επίπεδα χρέους τους κι έγιναν πιο ελκυστικές για τους επενδυτές ομολόγων.


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Γκότσης
Κωνσταντίνος Γκότσης
Γεννήθηκε το 2001 στην Καλαμάτα. Σπουδάζει στο Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να διαβάζει πολιτικο-οικονομικά και ιστορικά βιβλία και να παρακολουθεί θέματα της επικαιρότητας.