Της Χαράς Γρίβα,
Τα Δεκεμβριανά, που έλαβαν χώρα στην Αθήνα από τον Δεκέμβριο του 1944 έως τον Ιανουάριο του 1945, αποτελούν μία από τις πιο κρίσιμες και αιματηρές περιόδους της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Πρόκειται για μία σειρά από συγκρούσεις, που προέκυψαν ως αποτέλεσμα βαθιών πολιτικών και κοινωνικών αντιθέσεων στη μεταπολεμική Ελλάδα, οι οποίες είχαν διαμορφωθεί, κατά τη διάρκεια της Κατοχής και της Αντίστασης.
Τα αίτια των Δεκεμβριανών είναι σύνθετα και σχετίζονται με την πολιτική αστάθεια, η οποία επικρατούσε στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση από τους Γερμανούς, τον Οκτώβριο του 1944. Πρώτα από όλα, μιλάμε για τις τεράστιες και σημαίνουσες ιδεολογικές αντιθέσεις. Το ΕΑΜ, το οποίο κυριαρχούσε στην Αντίσταση, είχε σημαντική λαϊκή υποστήριξη και απαιτούσε ριζικές πολιτικές αλλαγές. Από την άλλη πλευρά, οι συντηρητικές δυνάμεις, που είχαν στα χέρια τους το «όπλο» της εθνικοφροσύνης, συμπεριλαμβανομένων των βασιλικών και των φιλελεύθερων, επιθυμούσαν την επιστροφή στο προπολεμικό καθεστώς. Σημαντικό ρόλο έπαιζε, κυρίως, η μη «ημερομηνία λήξης» για τη βρετανική αυτοκρατορία. Η Βρετανία, με επικεφαλής τον Ουίνστον Τσόρτσιλ, στήριζε την ελληνική κυβέρνηση υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου, αποσκοπώντας στη διατήρηση της Ελλάδας στη σφαίρα επιρροής της δυτικής συμμαχίας. Οι Βρετανοί αντιτάσσονταν στην αύξηση της επιρροής του ΕΑΜ, το οποίο θεωρούσαν ως μέσο εξάπλωσης του κομμουνισμού. Και τέλος, η Συμφωνία της Καζέρτας, η οποία υπογράφτηκε από το ΕΑΜ, τον ΕΔΕΣ και την κυβέρνηση της Μέσης Ανατολής, δεν ευδοκίμησε ως ήλπιζαν. Παρόλο που είχαν υπογραφεί συμφωνίες για την πολιτική συνεργασία όλων των πλευρών, η εφαρμογή τους υπήρξε προβληματική. Η κυβέρνηση Παπανδρέου προχώρησε σε αφοπλισμό όλων των αντιστασιακών οργανώσεων, γεγονός που το ΕΑΜ θεώρησε μονομερές και επιζήμιο για τα δικά του συμφέροντα.
Η κρίσιμη αφορμή για τα Δεκεμβριανά δόθηκε στις 2 Δεκεμβρίου 1944, όταν η κυβέρνηση αποφάσισε τη διάλυση του ΕΛΑΣ και την παράδοση των όπλων απ’ όλες τις ένοπλες οργανώσεις. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αντέδρασε άμεσα, οργανώνοντας μαζική διαδήλωση στην Αθήνα, στις 3 Δεκεμβρίου. Η διαδήλωση αυτή κατέληξε σε αιματηρή καταστολή από τις κυβερνητικές δυνάμεις, υποστηριζόμενες από τους Βρετανούς, με αποτέλεσμα δεκάδες νεκρούς και τραυματίες.
Οι Αντιδράσεις των Εμπλεκόμενων Πλευρών
Το ΕΑΜ, που εκπροσωπούσε ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού και είχε τον έλεγχο της μεγαλύτερης αντιστασιακής δύναμης του ΕΛΑΣ, αντέδρασε δυναμικά. Μετά την καταστολή της διαδήλωσης της 3ης Δεκεμβρίου, το ΕΑΜ κήρυξε γενική απεργία και κλιμάκωσε τις επιθέσεις του στην Αθήνα και τον Πειραιά. Η ηγεσία του ΕΑΜ περιλάμβανε προσωπικότητες, όπως ο Γεώργιος Σιάντος, ενώ από την πλευρά του ΕΛΑΣ διακρίθηκαν ηγέτες, όπως ο Στέφανος Σαράφης και ο Άρης Βελουχιώτης, οι οποίοι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στον συντονισμό των επιχειρήσεων. Ο ΕΛΑΣ κατέλαβε στρατηγικά σημεία της πόλης, ενώ οι μάχες επεκτάθηκαν σε γειτονιές, όπως η Καισαριανή, το Περιστέρι και το Αιγάλεω.
Η Ελληνική Κυβέρνηση και οι Βρετανοί
Η κυβέρνηση Παπανδρέου, με τη στήριξη των Βρετανών, υιοθέτησε μία αποφασιστική στάση για την καταστολή του ΕΑΜ. Ο Βρετανός στρατηγός, Ρόναλντ Σκόμπι, ο οποίος διοικούσε τις συμμαχικές δυνάμεις στην Ελλάδα, έλαβε εντολές να αποκαταστήσει την τάξη με κάθε μέσο. Σημαντικό ρόλο έπαιξαν, επίσης, ο Χάρολντ ΜακΜίλαν, πολιτικός σύμβουλος της Βρετανίας για τη Μεσόγειο και ο ταξίαρχος, Σερ Τσαρλς Γουίκχαμ. Από την ελληνική πλευρά, καθοριστική ήταν η παρουσία του πρωθυπουργού, Γεωργίου Παπανδρέου, ο οποίος επιδίωξε την εφαρμογή των βρετανικών στρατηγικών αποφάσεων. Οι Βρετανοί ενίσχυσαν τις κυβερνητικές δυνάμεις με στρατιώτες, τεθωρακισμένα και αεροπορικές επιδρομές, επιφέροντας σοβαρά πλήγματα στις δυνάμεις του ΕΛΑΣ.
Οι Συντηρητικές Δυνάμεις
Παράλληλα, παραστρατιωτικές ομάδες, όπως τα Τάγματα Ασφαλείας και οι πρώην συνεργάτες των Γερμανών, εντάχθηκαν στις κυβερνητικές δυνάμεις. Αυτές οι δυνάμεις συνέβαλαν στην καταστολή του ΕΑΜ, αλλά προκάλεσαν και εκτεταμένες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Προκαλούσαν τον τρόμο και τον φόβο τόσο στις επαρχιακές πόλεις όσο και στην Αθήνα, σαν να βρισκόταν εκ νέου υπό γερμανική κατοχή.
Η Μάχη του Μακρυγιάννη αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές συγκρούσεις των Δεκεμβριανών. Από την πλευρά της Χωροφυλακής, η διοίκηση του στρατοπέδου ήταν υπό την ηγεσία του συνταγματάρχη Γεωργίου Σαμουήλ, ο οποίος συντόνισε την άμυνα με εξαιρετική αποφασιστικότητα. Από την πλευρά του ΕΛΑΣ, σημαντικές προσωπικότητες, όπως ο Άρης Βελουχιώτης και ο Στέφανος Σαράφης, είχαν στρατηγικό ρόλο στον σχεδιασμό των επιθέσεων, αν και δεν συμμετείχαν άμεσα στη συγκεκριμένη μάχη. Το στρατόπεδο του Μακρυγιάννη, το οποίο φιλοξενούσε τις δυνάμεις της Χωροφυλακής, ήταν ένα στρατηγικό σημείο, που προστάτευε το κέντρο της Αθήνας, καθώς βρισκόταν αρκετά κοντά με το στρατηγείο των Βρετανών, που δεν θα ήταν άλλο από το γνωστό ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία».
Στις 6 Δεκεμβρίου 1944, ο ΕΛΑΣ εξαπέλυσε μαζική επίθεση εναντίον του στρατοπέδου. Οι δυνάμεις του αριθμούσαν περίπου 2.000 μαχητές, εξοπλισμένους με όπλα, τα οποία είχαν αποκτήσει κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Η επίθεση ήταν σφοδρή, με συνεχείς επιθέσεις και χρήση βαρέων όπλων. Οι στόχοι του ΕΛΑΣ ήταν η κατάληψη του στρατοπέδου και η εξουδετέρωση ενός κρίσιμου κόμβου της αντίπαλης άμυνας.
Οι δυνάμεις της Χωροφυλακής, αν και αριθμητικά κατώτερες, αντιστάθηκαν με ιδιαίτερη αποφασιστικότητα. Οι Βρετανοί παρείχαν υποστήριξη με πυροβολικό και αεροπορικές επιδρομές, γεγονός που ενίσχυσε σημαντικά τις αμυντικές δυνατότητες. Μετά από σφοδρές μάχες, οι οποίες διήρκεσαν αρκετές μέρες —μέχρι τις 18 Δεκεμβρίου—, οι επιτιθέμενοι του ΕΛΑΣ αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, αφήνοντας πίσω δεκάδες νεκρούς.
Η αποτυχία του ΕΛΑΣ, στη Μάχη του Μακρυγιάννη, αποτέλεσε ένα κρίσιμο σημείο καμπής. Η στρατιωτική αποδυνάμωση των δυνάμεών του στην Αθήνα έδωσε τη δυνατότητα στους Βρετανούς και στις κυβερνητικές δυνάμεις να ανακτήσουν τον έλεγχο. Παρόλο που το ΕΑΜ είχε συγκεντρώσει περισσότερες δυνάμεις, η Χωροφυλακή είχε στα χέρια τους όπλα και καλύτερη φύλαξη, γεγονός που συνέβαλε στο αποτέλεσμα.
Σε γενικό πλάνο, τα Δεκεμβριανά άφησαν πίσω τους χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες, ενώ η Αθήνα υπέστη εκτεταμένες καταστροφές. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αναγκάστηκε να υποχωρήσει, κυρίως, λόγω της αποφασιστικής βρετανικής παρέμβασης. Η σύγκρουση έληξε επίσημα στις 11 Ιανουαρίου 1945, με την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, η οποία προέβλεπε τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ και την αποκατάσταση της τάξης. Οι πολιτικές και κοινωνικές αντιθέσεις παρέμειναν, καθώς το παρακράτος «έλυνε και έδερνε» στη χώρα, οδηγώντας, τελικά, στον Ελληνικό Εμφύλιο Πόλεμο (1946—1949).
Τα Δεκεμβριανά, λοιπόν, αποτέλεσαν μία δραματική σύγκρουση, η οποία ανέδειξε τις βαθιές διαιρέσεις στη μεταπολεμική ελληνική κοινωνία. Οι αντιδράσεις των εμπλεκόμενων πλευρών —του ΕΑΜ, της κυβέρνησης, των Βρετανών και των συντηρητικών δυνάμεων— καθόρισαν την πορεία της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια, ενώ η Μάχη του Μακρυγιάννη συμβολίζει την ένταση και τη βιαιότητα αυτής της περιόδου.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Μενέλαος Χαραλαμπίδης (2014), Δεκεμβριανά 1944: Η μάχη της Αθήνας, Αθήνα: Αλεξάνδρεια
- H σύγκρουση στου Μακρυγιάννη…, tovima.gr, διαθέσιμο εδώ.