Της Γεωργίας Καρυώτη,
Η παρεκκλίνουσα συμπεριφορά αποτελεί ένα από τα πιο βασικά ενδιαφέροντα της κοινωνιολογίας, με τους ειδικούς να προσπαθούν να δώσουν διάφορες ερμηνείες αυτής της συμπεριφοράς. Στο πλαίσιο της δομό-λειτουργιστικής προσέγγισης, μια σχετικά σύγχρονη θεωρία αυτή της έντασης, προτείνει την ύπαρξη μιας ασυμβατότητας μεταξύ των κοινωνικών δομών και των στόχων που θέτει η ευρύτερη κουλτούρα ως επιθυμητών, ώστε να οδηγεί τα άτομα να προβαίνουν σε παράνομες πράξεις για την εκπλήρωσή τους. Στα μέσα του 20ου αιώνα, ο Robert K. Merton προτείνει 5 τύπους κοινωνικής προσαρμογής στο πλαίσιο αυτής της προσέγγισης, δίνοντας έμφαση στον τρόπο που σχετίζονται οι άνθρωποι με τα εγκεκριμένα, κατά τους κοινωνικούς κανόνες, μέσα για την επίτευξη των καθιερωμένων πολιτισμικών στόχων.
Ο πρώτος τύπος κοινωνικής προσαρμογής (συμμορφούμενοι) δεν θεωρείται παρεκκλίνων και αφορά τους κομφορμιστές, εκείνους που, κατά τον Merton, αποδέχονται τους πολιτισμικούς στόχους, καθώς και τα κλασικά μέσα επίτευξής τους. Για παράδειγμα, ένας φοιτητής που θέλει να πάρει καλούς βαθμούς επιλέγει να μελετήσει αντί να αντιγράψει. Ο δεύτερος τύπος περιλαμβάνει τους καινοτόμους, οι οποίοι, επίσης αποδέχονται τους πολιτισμικούς στόχους, αλλά τους επιτυγχάνουν με μη συμβατικούς τρόπους. Ένα παράδειγμα καινοτόμου είναι ένας επιχειρηματίας που θέλει να γίνει πλούσιος, αλλά χρησιμοποιεί παράνομες πρακτικές, όπως τη φοροδιαφυγή.
Ο τρίτος τύπος έχει να κάνει με τους τυπολάτρες, δηλαδή τα άτομα που αντιλαμβάνονται την ανικανότητα εκπλήρωσης των στόχων, αλλά εξακολουθούν να συμπεριφέρονται σαν εκείνους που μπορούν να τους επιτύχουν. Τυπολάτρης μπορεί να θεωρηθεί κάποιος που δεσμεύεται να λειτουργεί με έναν ανούσιο καθιερωμένο τρόπο, γνωρίζοντας, όμως, ότι δεν θα τον βοηθήσει σε τίποτα. Ο τέταρτος τύπος μιλάει για τους αναχωρητές, δηλαδή τους ανθρώπους που δεν αποδέχονται τους στόχους αλλά ούτε τα μέσα, όπως τα άτομα που επιλέγουν να ζουν στη φύση εκτός των κοινωνικών πλαισίων. Και τέλος, ο πέμπτος τύπος κοινωνικής προσαρμογής είναι οι επαναστάτες-αντάρτες, οι οποίοι θεωρούνται διπλά «παρεκκλίνοντες», καθώς απορρίπτουν τους στόχους και τα μέσα, παράλληλα όμως, δημιουργούν νέες κοινωνικές προοπτικές. Ένα καλό παράδειγμα είναι οι ακτιβιστές που δεν λαμβάνουν υπόψη τους καθιερωμένους στόχους, καθώς και τα μέσα που προτείνει η κοινωνία για την επίτευξή τους. Ωστόσο, δημιουργούν νέα κοινωνικά συστήματα που στηρίζονται σε εντελώς διαφορετικές προοπτικές.
Κατά τη δομό-λειτουργιστική προσέγγιση, όλες οι δομές και οι διαδικασίες της κοινωνίας υφίστανται λόγω της χρησιμότητας τους στην οργάνωση και τη λειτουργία της. Λόγου χάρη, ο Émile Durkheim θεωρούσε πως αν δεν υπήρχαν οι παρεκκλίνουσες καθώς και οι εγκληματικές συμπεριφορές δεν θα είχαν δημιουργηθεί κοινωνικοί κανόνες και αξίες. Στην περίπτωση του Merton, η συμμόρφωση, η οποία αντιπροσωπεύεται από τους κομφορμιστές, συνιστά βασικό στοιχείο της εύρυθμης λειτουργίας του κοινωνικού συνόλου. Η καινοτομία και η επανάσταση, αντιστοίχως, κρίνονται επιτακτικές για την προσαρμογή της κοινωνίας στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Ωστόσο, οι τυπολάτρες και οι αναχωρητές, σύμφωνα με τη θεωρία, δεν προσφέρουν ιδιαίτερη βοήθεια στη λειτουργία της κοινωνίας.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, πρέπει να υπενθυμίζεται πως πρόκειται για προσπάθειες ερμηνείας των κοινωνικών φαινομένων, οι οποίες ανταποκρίνονται σε συνθήκες και ανάγκες της εποχής που αναπτύχθηκαν. Άλλωστε, το πιο ενδιαφέρον σημείο της θεωρίας θεωρείται η εστίαση στην ένταση που υφίστανται τα άτομα λόγω της ανικανότητας επίτευξης αυτών των στόχων με τους πόρους που διαθέτουν, αλλά και στην προσπάθεια επίτευξης τους μέσω μη νομιμοποιημένων μέσων. Η σχέση, δηλαδή, που αποκτούν τα άτομα με τους πόρους που διαθέτουν μέσα σε ένα πλαίσιο κοινωνικά οριοθετημένο, ακόμα και στο πεδίο των στόχων.
Η κατανόηση των αιτιών και των συνεπειών της παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς είναι καταλυτικής σημασίας για τη δημιουργία στρατηγικών παρέμβασης και υποστήριξης. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί πως δεν αποτελεί κάθε μορφή παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς εγκληματική, υπενθυμίζοντας τις θετικές συνέπειες που μπορεί να επιφέρει κάποιος στο κοινωνικό σύνολο, ο οποίος σκέφτεται εκτός των προδιαγεγραμμένων ορίων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Εισαγωγή στην κοινωνιολογία, George Ritzer, 4η έκδοση, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ, Αθήνα, 2018