Του Γιώργου Σαλπιγγίδη,
Μισός αιώνας συμπληρώθηκε φέτος το καλοκαίρι από την εισβολή των τουρκικών δυνάμεων στο πολύπαθο νησί της Κύπρου, με αποτέλεσμα τη συντέλεση μιας μεγάλης τραγωδίας για τους κατοίκους του νησιού της Αφροδίτης, τα αποτελέσματα της οποίας είναι ορατά μέχρι τις μέρες μας. Με αφορμή αυτά τα θλιβερά γεγονότα, βλέπουμε να κυκλοφορούν μια σειρά από επετειακά αφιερώματα σε διάφορους τομείς (σε σειρές, τηλεόραση, ντοκιμαντέρ, εκθέσεις κ.α.) με σκοπό να μην περιέλθουν στη λήθη τα όσα έλαβαν χώρα το όχι και τόσο μακρινό 1974.
Από την προσπάθεια αυτή δεν θα μπορούσε να μείνει έξω φυσικά ο χώρος του βιβλίου, με πολλά επιστημονικά πονήματα να κυκλοφορούν, συμβάλλοντας στη διάσωση της ιστορικής μνήμης και της αποκατάστασης της ιστορίας. Τον «δρόμο» αυτό ακολουθεί και το πόνημα του Σωτήρη Ριζά που κυκλοφόρησε φέτος τον Οκτώβριο από τις Εκδόσεις Ψυχογιός και φέρει τον τίτλο Το χρονικό της κυπριακής τραγωδίας. Ο συγγραφέας είναι Διευθυντής Ερευνών στο Κέντρο Ερεύνης της Ιστορίας του Νεωτέρου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών, ενώ διαθέτει και πλούσια εμπειρία στη διδασκαλία, τόσο σε ελληνικά όσο και σε ξένα πανεπιστήμια. Επίσης, το πλούσιο συγγραφικό του έργο μάς έχει κάνει κοινωνούς των σημαντικότερων στιγμών της νεότερης και σύγχρονης ιστορίας.
Πάνω σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο κινείται, λοιπόν, το βιβλίο του Σωτήρη Ριζά προσπαθώντας να δώσει στον αναγνώστη μια σφαιρική και καλά τεκμηριωμένη εικόνα για τα όσα έλαβαν χώρα εκείνη την περίοδο. Για τον σκοπό αυτό ξεκινάει με την παράθεση του ευρύτερου ιστορικού πλαισίου γύρω από την κατάσταση της Κύπρου την κρίσιμη δεκαετία του 1950, αρχής γενομένης από τη συλλογή υπογραφών με σκοπό την ένωση της Μεγαλονήσου με την Ελλάδα, κάτι που έμεινε γνωστό ως «ενωτικό δημοψήφισμα». Η Ελλάδα, όμως, μόλις είχε βγει από τη δίνη του Εμφυλίου Πολέμου και δεν ήταν σε θέση ισχύος ώστε να έχει μεγάλες απαιτήσεις, με την πρωτοβουλία των κινήσεων να βρίσκεται μεταξύ των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας.
Παράλληλα, ωστόσο, όπως περιγράφεται, όλο το προηγούμενο διάστημα σημαντικό ρόλο είχαν και οι ενέργειες της τουρκικής πλευράς που υποστήριζε πως η εγγύτητα του νησιού προς την Τουρκία (40 μίλια από τα νότια παράλιά της, έναντι των 146 μιλίων που απέχει από τη Ρόδο) καθιστούσε προβληματικό το μέλλον του νησιού σε περίπτωση προσάρτησης με την Ελλάδα. Οι λόγοι αυτοί σε συνδυασμό με την παρουσία μιας μειοψηφίας Τουρκοκυπρίων (γύρω στο 18%) οδήγησαν τη Μεγάλη Βρετανία να καλέσει την Τουρκία στα τέλη του Αυγούστου του ’55 να συμμετάσχει στη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου, που καθίσταται σταθμός για την εξέλιξη του κυπριακού. Επιπλέον, το διάστημα αυτό είχε αρχίσει και η δράση της Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ) που απέβλεπε στην ένωση.
Με αυτόν τον τρόπο ξεκινάει μια περίοδος που είχε ως χαρακτηριστικά τις συζητήσεις επί συζητήσεων ανάμεσα στις τρεις εγγυήτριες δυνάμεις φέρνοντας στο προσκήνιο αποφάσεις και ψηφίσματα, ακόμα και σε επίπεδο του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Η ροή της αφήγησης, έπειτα, φέρνει μπροστά στον αναγνώστη τα τραγικά γεγονότα του 1974, όταν ξεκίνησε να σχεδιάζεται η ανατροπή του Μακαρίου από το στρατιωτικό καθεστώς των Αθηνών υπό τον Δημήτριο Ιωαννίδη, και έτσι βλέπουμε τόσο τον σχεδιασμό του πραξικοπήματος κατά της Κύπρου όσο και τις διπλωματικές ζυμώσεις ανάμεσα στις τρεις εγγυήτριες δυνάμεις και τις ΗΠΑ, φτάνοντας μέχρι το δραματικό καλοκαίρι όποτε άρχισε η εθνική τραγωδία.
Έτσι, η εκδήλωση του πραξικοπήματος έδωσε την αφορμή στην Τουρκία για να εισβάλει στο νησί με το πρόσχημα της παραβίασης των συμπεφωνημένων και την προστασία της Τουρκοκυπριακής πλευράς. Το σχέδιο αυτό είχε την ονομασία Αττίλας Ι και έλαβε χώρα τα ξημερώματα της 20ης Ιουλίου, παγώνοντας όλο τον κόσμο που φοβόταν για γενίκευση της σύγκρουσης. Το Απριλιανό καθεστώς, μη μπορώντας να ανταπεξέλθει στο ύψος των περιστάσεων, κατέρρευσε και ζήτησε την επιστροφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή με σκοπό τη δημιουργία Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, ανοίγοντας τον δρόμο για τη Μεταπολίτευση στην Ελλάδα. Η Κύπρος, όμως, συνέχισε να δοκιμάζεται και η προσωρινή κατάπαυση του πυρός που συμφωνήθηκε δεν φάνηκε ικανή για να μακροημερεύσει, παρόλες τις προσπάθειες για εξεύρεση ειρηνικής επίλυσης μέσα από τις διαρκείς συνομιλίες που πραγματοποιούνταν. Έτσι, στις 14 Αυγούστου του ’74 θα ακολουθήσει η δεύτερη φάση της εισβολής με τον Αττίλα ΙΙ, με αποτέλεσμα την κατάληψη του 36% της Κύπρου από τους Τούρκους και τον ξεριζωμό 160.000 Ελληνοκυπρίων που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές τους εστίες.
Δυστυχώς, η κατάσταση επί της Μεγαλονήσου δεν έχει αλλάξει μέχρι σήμερα παρόλες τις προσπάθειες. Το βιβλίο, λοιπόν, του Σωτήρη Ριζά φέρνει στην επιφάνεια με ψύχραιμο και νηφάλιο τρόπο ένα χρονικό για τα όσα προηγήθηκαν και τελικά οδήγησαν στα τραγικά γεγονότα διαδραματίστηκαν το καλοκαίρι του 1974. Αξίζει να σημειωθεί πως για τη σύνθεση του έργου ο συγγραφέας χρησιμοποίησε πλήθος εγγράφων και αρχειακού υλικού το οποίο παρατίθεται στη βιβλιογραφία και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εφαλτήριο για περαιτέρω μελέτη.