Της Χαράς Γρίβα,
Οι δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι του 20ου αιώνα αναδιαμόρφωσαν τη γεωπολιτική, την οικονομία και τις κοινωνίες σε πρωτοφανή κλίμακα. Κεντρικό ρόλο σε αυτόν τον μετασχηματισμό έπαιξε ο κρίσιμος ρόλος των φυσικών πόρων, ιδίως του πετρελαίου, του άνθρακα, του καουτσούκ, του χάλυβα και των προμηθειών τροφίμων. Η διαχείριση, ο έλεγχος και η χρήση αυτών των πόρων έγιναν καθοριστικοί παράγοντες για τις στρατιωτικές στρατηγικές, τις βιομηχανικές δυνατότητες και την τελική έκβαση των πολέμων.
Ο ρόλος των φυσικών πόρων στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο
Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918) σηματοδότησε την αυγή του βιομηχανοποιημένου πολέμου. Η μηχανοποίηση των στρατών —από το πυροβολικό και τα τανκς μέχρι τα αεροσκάφη και τα πολεμικά πλοία— έφερε τους φυσικούς πόρους στο προσκήνιο της στρατιωτικής στρατηγικής. Στον πόλεμο παρατηρήθηκε, επίσης, η πρώτη σημαντική εξάρτηση από το πετρέλαιο ως στρατηγικό αγαθό, μαζί με άλλους βασικούς πόρους όπως ο άνθρακας και ο χάλυβας.
Κατά την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο άνθρακας παρέμεινε η κυρίαρχη πηγή ενέργειας, τροφοδοτώντας τρένα, πλοία και βιομηχανικές εγκαταστάσεις. Ωστόσο, η στρατηγική σημασία του πετρελαίου άρχισε να αυξάνεται. Ο κινητήρας εσωτερικής καύσης είχε μπει στις στρατιωτικές επιχειρήσεις, με τα οχήματα, τα τανκς και τα αεροσκάφη να απαιτούν αξιόπιστη παροχή πετρελαίου. Η απόφαση του βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού να μετατρέψει τον στόλο του από μηχανές που χρησιμοποιούν άνθρακα σε πετρελαιοκίνητες μηχανές πριν από τον πόλεμο αποδείχθηκε καθοριστική. Αυτή η στροφή ενίσχυσε την κινητικότητα και την αποτελεσματικότητα του ναυτικού, δίνοντας στη Βρετανία πλεονέκτημα στις θαλάσσιες επιχειρήσεις.
Η διασφάλιση των προμηθειών πετρελαίου έγινε στρατηγική προτεραιότητα και για τις δύο πλευρές. Οι Συμμαχικές Δυνάμεις βασίζονταν σε μεγάλο βαθμό στο πετρέλαιο από τις Ηνωμένες Πολιτείες, το Μεξικό και τον υπό βρετανικό έλεγχο Περσικό Κόλπο. Οι Κεντρικές Δυνάμεις, υπό την ηγεσία της Γερμανίας και της Αυστροουγγαρίας, αντιμετώπιζαν μεγαλύτερες προκλήσεις, καθώς δεν διέθεταν σημαντικά εγχώρια αποθέματα πετρελαίου. Αυτή η ανισότητα υπογράμμισε τη σημασία της πρόσβασης σε πλούσιες σε πετρέλαιο περιοχές και έθεσε τις βάσεις για το ρόλο του πετρελαίου στις μελλοντικές συγκρούσεις.
Ο άνθρακας παρέμεινε ζωτικής σημασίας, τροφοδοτώντας τις βιομηχανικές μονάδες και τους σιδηροδρόμους που υποστήριζαν την πολεμική εφοδιαστική. Η παραγωγή χάλυβα αυξήθηκε κατακόρυφα για να καλύψει τις απαιτήσεις για όπλα, οχήματα και υποδομές. Η Γερμανία και η Βρετανία, με προηγμένες βιομηχανίες χάλυβα, επιδόθηκαν σε σκληρό ανταγωνισμό για πρώτες ύλες όπως σιδηρομεταλλεύματα και μαγγάνιο.
Το καουτσούκ, απαραίτητο για τα ελαστικά και τις σφραγίδες, έγινε ένας άλλος κρίσιμος πόρος. Η βρετανική και η γαλλική αυτοκρατορία έλεγχαν τεράστιες προμήθειες από τις αποικίες της Νοτιοανατολικής Ασίας, ενώ η Γερμανία αγωνιζόταν να εξασφαλίσει επαρκείς εισαγωγές καουτσούκ. Αυτό οδήγησε στην ανάπτυξη τεχνολογιών συνθετικού καουτσούκ στη Γερμανία, θέτοντας τις βάσεις για μελλοντικές βιομηχανικές καινοτομίες.
Οι διατροφικοί πόροι χρησιμοποιήθηκαν επίσης ως όπλα. Ο βρετανικός ναυτικός αποκλεισμός της Γερμανίας είχε ως στόχο να οδηγήσει τις Κεντρικές Δυνάμεις σε υποταγή από την πείνα, διακόπτοντας τις εισαγωγές τροφίμων, ενώ οι εκστρατείες των υποβρυχίων της Γερμανίας στόχευαν τη συμμαχική ναυτιλία για να διαταράξουν τον εφοδιασμό σε τρόφιμα και υλικά.
Ο ρόλος των φυσικών πόρων στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος (1939-1945) ανέβασε τη σημασία των φυσικών πόρων σε πρωτοφανή επίπεδα. Η σύγκρουση χαρακτηρίστηκε από ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις, ολοκληρωτικές πολεμικές οικονομίες και στρατηγικό σχεδιασμό των πόρων. Το πετρέλαιο αναδείχθηκε ως ο πιο κρίσιμος πόρος, που οδήγησε τις στρατιωτικές και βιομηχανικές δυνατότητες σε παγκόσμια κλίμακα.
Η στρατηγική σημασία του πετρελαίου έφτασε στο ζενίθ της κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα άρματα μάχης, τα αεροσκάφη, τα ναυτικά σκάφη και το μηχανοκίνητο πεζικό εξαρτώνταν από το πετρέλαιο, καθιστώντας τον έλεγχο των προμηθειών πετρελαίου αποφασιστικό παράγοντα στον πόλεμο. Οι μεγάλες δυνάμεις το αναγνώρισαν αυτό, οδηγώντας σε έντονο ανταγωνισμό για τα πλούσια σε πετρέλαιο εδάφη.
Οι Δυνάμεις του Άξονα, ιδίως η Γερμανία και η Ιαπωνία, αντιμετώπισαν σοβαρές ελλείψεις πετρελαίου. Η έλλειψη εγχώριων πετρελαϊκών πόρων ανάγκασε τη Γερμανία να βασιστεί σε συνθετικά καύσιμα που παράγονταν από άνθρακα και σε εισαγωγές πετρελαίου από τις πετρελαιοπηγές Ploiești της Ρουμανίας. Η εξασφάλιση πρόσθετων προμηθειών πετρελαίου έγινε βασικός στόχος των στρατιωτικών εκστρατειών της Γερμανίας, συμπεριλαμβανομένης της εισβολής στη Σοβιετική Ένωση, όπου οι πετρελαιοπηγές του Καυκάσου αποτελούσαν πρωταρχικό στόχο.
Η Ιαπωνία αντιμετώπισε παρόμοιες προκλήσεις. Μη διαθέτοντας σημαντικά εγχώρια αποθέματα πετρελαίου, η Ιαπωνία στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στις εισαγωγές από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες (σημερινή Ινδονησία). Το εμπάργκο πετρελαίου των ΗΠΑ το 1941, που επιβλήθηκε ως απάντηση στην επιθετικότητα της Ιαπωνίας στην Ασία, αποτέλεσε καταλύτη για την επίθεση στο Pearl Harbor. Η επακόλουθη εκστρατεία της Ιαπωνίας στη Νοτιοανατολική Ασία είχε ως στόχο να εξασφαλίσει πετρελαιοπηγές στην Ινδονησία, αλλά οι υλικοτεχνικές δυσκολίες και η αντίσταση των Συμμάχων περιόρισαν την επιτυχία τους.
Οι Σύμμαχοι, αντίθετα, επωφελήθηκαν από τις άφθονες προμήθειες πετρελαίου. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, με τα τεράστια εγχώρια αποθέματά τους, έγιναν το «οπλοστάσιο της δημοκρατίας», παρέχοντας πετρέλαιο και άλλους πόρους στα συμμαχικά έθνη μέσω προγραμμάτων όπως το Lend-Lease. Η Σοβιετική Ένωση είχε επίσης πρόσβαση σε σημαντικά αποθέματα πετρελαίου στον Καύκασο, παρά τις γερμανικές προσπάθειες να τα καταλάβει κατά τη διάρκεια της Μάχης του Στάλινγκραντ.
Πέραν από το πετρέλαιο, ωστόσο, ο άνθρακας παρέμεινε ακρογωνιαίος λίθος της βιομηχανικής παραγωγής, ενώ ο χάλυβας ήταν απαραίτητος για την κατασκευή όπλων, οχημάτων και υποδομών. Η ανώτερη πρόσβαση των Συμμάχων σε πρώτες ύλες, συμπεριλαμβανομένου του σιδηρομεταλλεύματος και του μαγγανίου, τους επέτρεψε να ξεπεράσουν τον Άξονα σε εξοπλισμούς και μηχανήματα.
Όσον αφορά την χρήση του καουτσούκ, οι προμήθειες φυσικού καουτσούκ, που ελέγχονταν από τους Συμμάχους, ήταν ζωτικής σημασίας για τα στρατιωτικά οχήματα και τα αεροσκάφη. Η κατοχή της Νοτιοανατολικής Ασίας από την Ιαπωνία διέκοψε τις παγκόσμιες προμήθειες καουτσούκ, ωθώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες να επιταχύνουν την παραγωγή συνθετικού καουτσούκ, το οποίο αποδείχθηκε ζωτικής σημασίας για την πολεμική προσπάθεια.
Ένα άλλο πολύ σημαντικό ορυκτό για την δεκαετία του 1940 είναι το αλουμίνιο. Η παραγωγή αεροσκαφών απαιτούσε τεράστιες ποσότητες αλουμινίου, καθιστώντας το στρατηγικά σημαντικό πόρο. Η ικανότητα των Ηνωμένων Πολιτειών να εξασφαλίσουν βωξίτη και να αυξήσουν την παραγωγή αλουμινίου συνέβαλε στην κυριαρχία τους στην αεροπορική δύναμη.
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν επίσης η αυγή της πυρηνικής εποχής. Το Σχέδιο Μανχάταν βασίστηκε στο ουράνιο και αργότερα στο πλουτώνιο για την ανάπτυξη ατομικών όπλων. Η ανακάλυψη και η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων ουρανίου αποτέλεσε σημείο καμπής στον σύγχρονο πόλεμο.
Οι προμήθειες τροφίμων διαδραμάτισαν κρίσιμο ρόλο στη διατήρηση των στρατών και των πολιτικών πληθυσμών. Η ικανότητα των Συμμαχικών Δυνάμεων να εξασφαλίζουν παγκόσμιες προμήθειες τροφίμων ήρθε σε έντονη αντίθεση με τους αγώνες των Δυνάμεων του Άξονα. Η εισβολή της Γερμανίας στη Σοβιετική Ένωση αποσκοπούσε, εν μέρει, στην κατάληψη εύφορων γεωργικών εδαφών στην Ουκρανία, ενώ η επέκταση της Ιαπωνίας αποσκοπούσε στον έλεγχο των περιοχών παραγωγής ρυζιού στη Νοτιοανατολική Ασία.
Η εφοδιαστική -η ικανότητα μεταφοράς και διανομής των πόρων- ήταν εξίσου κρίσιμη. Ο έλεγχος των βασικών ναυτιλιακών οδών από τους Συμμάχους και η ικανότητά τους να παράγουν μεταφορικά οχήματα, συμπεριλαμβανομένων των πανταχού παρόντων “Liberty Ships”, εξασφάλιζαν μια σταθερή ροή προμηθειών τόσο στις γραμμές του μετώπου όσο και στα εσωτερικά μέτωπα.
Ο ανταγωνισμός για τους φυσικούς πόρους κατά τη διάρκεια των Παγκοσμίων Πολέμων αναδιαμόρφωσε την παγκόσμια γεωπολιτική. Η στρατηγική σημασία του πετρελαίου οδήγησε σε αυξημένη εμπλοκή της Δύσης στη Μέση Ανατολή, θέτοντας τις βάσεις για μελλοντικές συγκρούσεις και συμμαχίες. Η ανάπτυξη συνθετικών υλικών και πυρηνικών τεχνολογιών κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου είχε εκτεταμένες επιπτώσεις στη βιομηχανία και τις διεθνείς σχέσεις στη μεταπολεμική εποχή.
Οι πόλεμοι ανέδειξαν επίσης τα τρωτά σημεία των οικονομιών που εξαρτώνται από τους πόρους. Η αδυναμία της Γερμανίας και της Ιαπωνίας να εξασφαλίσουν επαρκείς πόρους συνέβαλε σημαντικά στις ήττες τους, υπογραμμίζοντας τη σημασία της οικονομικής και υλικοτεχνικής ανθεκτικότητας στον σύγχρονο πόλεμο.
Οι Παγκόσμιοι Πόλεμοι κατέδειξαν τον κρίσιμο ρόλο των φυσικών πόρων στον καθορισμό των στρατιωτικών και βιομηχανικών δυνατοτήτων. Το πετρέλαιο αναδείχθηκε ως ο πιο σημαντικός στρατηγικά πόρος, διαμορφώνοντας τις στρατηγικές και τα αποτελέσματα και των δύο συγκρούσεων. Ο άνθρακας, ο χάλυβας, το καουτσούκ και οι προμήθειες τροφίμων ήταν εξίσου ζωτικής σημασίας, υπογραμμίζοντας τη διασύνδεση της διαχείρισης των πόρων και του πολέμου. Η κληρονομιά αυτών των συγκρούσεων εξακολουθεί να επηρεάζει την παγκόσμια πολιτική για τους πόρους, τονίζοντας τη διαρκή σημασία της εξασφάλισης και διαχείρισης των φυσικών πόρων τόσο σε περιόδους ειρήνης όσο και σε περιόδους συγκρούσεων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Θεόδωρος Τσακίρης (2018), Ενεργειακή ασφάλεια και διεθνής πολιτική: Η γεωπολιτική του «μαύρου χρυσού» από την ανακάλυψη πετρελαίου στην Μέση Ανατολή έως στην σχιστολιθική εποχή (1908-2018), εκδ: Παπαζήση
- W. G. Jensen (1968), “The Importance of Energy in the First and Second World Wars” στο The Historical Journal, Vol. 11, No. 3, Μεγάλη Βρετανία: Cambridge University Press