Της Νικολέτας Παναγιωτοπούλου,
Η αστική ευθύνη του Δημοσίου συνιστά θεμελιώδη διάσταση του διοικητικού δικαίου, καθώς αφορά την υποχρέωση του κράτους να αποκαθιστά τις ζημίες που προκλήθηκαν από παράνομες πράξεις ή παραλείψεις της διοίκησης. Στο πλαίσιο της ελληνικής έννομης τάξης, η ευθύνη αυτή συνδέεται άρρηκτα με την αρχή της νομιμότητας, η οποία προσδιορίζει τα όρια της διοικητικής δράσης και ρυθμίζει την άσκηση της διοικητικής ευχέρειας. Χρήζει, επομένως, σκοπιμότητας η διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο η αρχή της νομιμότητας επηρεάζει τη θεμελίωση της ευθύνης του Δημοσίου, καθώς και τα όρια της διοικητικής ευχέρειας και τις συνέπειες των παραβιάσεων από τη διοίκηση.
Η αρχή της νομιμότητας αποτελεί θεμελιώδη κανόνα του διοικητικού δικαίου, σύμφωνα με τον οποίο η διοίκηση δεν επιτρέπεται να δρα αυθαίρετα αλλά οφείλει να ενεργεί εντός των ορίων του νόμου. Η αρχή αυτή απορρέει από τα άρθρα 25 και 43 του Συντάγματος, τα οποία καθιερώνουν την υπεροχή του νόμου στη διοικητική δράση. Το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος προστατεύει τα ατομικά δικαιώματα και θέτει το πλαίσιο της νομιμότητας, ενώ το άρθρο 43 επιτάσσει την τυπική νομιμότητα των κανονιστικών διοικητικών πράξεων, προβλέποντας ότι αυτές εκδίδονται μόνο βάσει εξουσιοδοτικών διατάξεων.
Η αρχή της νομιμότητας περιορίζει σημαντικά την ευχέρεια της διοίκησης, απαιτώντας από τα διοικητικά όργανα να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του νόμου και να ενεργούν με διαφάνεια και λογοδοσία. Παρά το γεγονός ότι η διοίκηση διαθέτει περιθώρια ευχέρειας κατά την άσκηση της εξουσίας της, αυτό το περιθώριο δεν είναι ανεξέλεγκτο. Οι πράξεις της διοίκησης πρέπει να τηρούν τα όρια που θέτει η αρχή της νομιμότητας και να μην υπερβαίνουν τα εξουσιοδοτημένα πλαίσια δράσης. Η αρχή της νομιμότητας λειτουργεί, έτσι, ως θεσμική εγγύηση για τον νομικό έλεγχο των διοικητικών πράξεων, εξασφαλίζοντας ότι οι αποφάσεις της διοίκησης είναι σύμφωνες με το ισχύον νομικό πλαίσιο κι όχι αυθαίρετες. Ειδικότερα, η διοίκηση οφείλει να τηρεί τις εξής αρχές:
- Νομιμότητα της πράξης: Κάθε διοικητική πράξη πρέπει να έχει σαφή νομική βάση και να εδράζεται στον νόμο. Η παράβαση των νόμιμων διατάξεων μπορεί να επιφέρει την ακύρωση της πράξης από τα διοικητικά δικαστήρια και να θεμελιώσει αξίωση αποζημίωσης.
- Αιτιολόγηση: Η διοικητική πράξη οφείλει να είναι αιτιολογημένη, με συγκεκριμένα κι επαρκή επιχειρήματα που να τεκμηριώνουν την απόφαση. Η έλλειψη αιτιολόγησης μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της πράξης.
- Αναλογικότητα: Η διοίκηση πρέπει να ενεργεί με γνώμονα την αρχή της αναλογικότητας, δηλαδή η επέμβασή της να είναι κατάλληλη, αναγκαία και ανάλογη εν στενή εννοία προς τον επιδιωκόμενο σκοπό.
Η παραβίαση αυτών των κανόνων δύναται να ακυρώσει τη διοικητική πράξη και να επιβάλει στο Δημόσιο την υποχρέωση να αποζημιώσει τους πολίτες που υπέστησαν ζημία εξαιτίας της παράνομης διοικητικής ενέργειας.
Η ευχέρεια της διοίκησης υπόκειται σε αυστηρούς περιορισμούς που απορρέουν από την αρχή της νομιμότητας και την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης των διοικουμένων. Η διοίκηση δεν έχει το δικαίωμα να ενεργεί αυθαίρετα ή να παρεκκλίνει από τις νόμιμες διατάξεις. Η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) έχει καθορίσει ότι η ευχέρεια της διοίκησης πρέπει να ασκείται εντός των ορίων που θέτει ο νόμος και με σεβασμό στα δικαιώματα των διοικουμένων.
Η αρχή της νομιμότητας και η διοικητική ευχέρεια αποτελούν δύο πυλώνες που καθορίζουν τη διοικητική δράση και, κατ’ επέκταση, την ευθύνη του Δημοσίου. Συνεπώς, η αρμονική συνύπαρξή τους είναι ουσιώδης για την αποτελεσματική λειτουργία της διοίκησης και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς. Διασφαλίζεται, έτσι, με τον τρόπο αυτόν, ότι η δημόσια διοίκηση λειτουργεί υπεύθυνα, σεβόμενη των δικαιωμάτων των διοικουμένων και τη διαφάνεια στην άσκηση της δημόσιας εξουσίας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος & Βασίλειος Θ. Κονδύλης, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, Νομική Βιβλιοθήκη, 2023.