Της Μαρίας Ποταμιάνου,
Μια φοιτήτρια ξεντύθηκε μέχρι τα εσώρουχά της στον προαύλιο χώρο του Ισλαμικού Πανεπιστημίου Azad της Τεχεράνης, σε ένδειξη διαμαρτυρίας κατά του αυστηρού ισλαμικού ενδυματολογικού κώδικα της χώρας. Ένα βίντεο που κυκλοφορεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και μοιράστηκε από τη Διεθνή Αμνηστία, δείχνει τη γυναίκα να κάθεται έξω από το πανεπιστήμιο με τα εσώρουχα και τα μαλλιά της ακάλυπτα. Ένα άλλο βίντεο, τη δείχνει να βαδίζει σε έναν δρόμο, ακόμα γυμνή, προτού μια ομάδα ανδρών την περικυκλώσει, την επιβιβάσει σε ένα αυτοκίνητο κι απομακρυνθεί.
Ο διευθυντής δημοσίων σχέσεων του πανεπιστημίου, Amir Mahjob, δήλωσε ότι η γυναίκα έπασχε από προβλήματα ψυχικής υγείας. Σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δήλωσε ότι η φοιτήτρια «βρισκόταν υπό σοβαρή ψυχική πίεση κι είχε ψυχική διαταραχή». Η κοπέλα είχε προηγουμένως παρενοχληθεί από μέλη των Basij, μιας ιρανικής εθελοντικής παραστρατιωτικής ομάδας, μέσα στο χώρο του πανεπιστημίου, σύμφωνα με ένα ιρανικό φοιτητικό κανάλι κοινωνικής δικτύωσης, το ενημερωτικό δελτίο Amir Kabir, ισχυρισμοί του οποίου θέλουν τα μέλη της ομάδας της να σκίζουν τη μαντίλα και τα ρούχα της.
Η κίνηση της φοιτήτριας να αφαιρέσει τα εξωτερικά της ρούχα δημοσίως μπορεί να ερμηνευθεί ως βαθιά συμβολική. Καθρεφτίζει τη συλλογική έκκληση για απελευθέρωση, που ξεκίνησε μετά τον θάνατο της Mahsa Amini το 2022, της 22χρονης Κούρδισσας Ιρανής που πέθανε υπό την επιτήρηση της αστυνομίας ηθικής τάξης, αφότου συνελήφθη, επειδή εικάζεται ότι δεν φορούσε σωστά τη μαντίλα της. Ο θάνατος της Amini είχε κινητοποιήσει πανεθνικές διαμαρτυρίες, με τις γυναίκες να καίνε δημοσίως τα χιτζάμπ τους και να κόβουν τα μαλλιά τους ως πράξεις αντίστασης, ενάντια σε ένα καθεστώς που χρησιμοποιεί εδώ και καιρό τους ενδυματολογικούς κώδικες ως μέσο ελέγχου. Ο νόμος περί υποχρεωτικής χρήσης του χιτζάμπ στο Ιράν, o χρονολογείται από την Ισλαμική Επανάσταση του 1979, συνιστά επί μακρόν σημείο αντιπαράθεσης. Ενώ οι υποστηρικτές του ισχυρίζονται ότι αντικατοπτρίζει τις ισλαμικές αξίες, οι επικριτές του τον θεωρούν εργαλείο ελέγχου του σώματος και της αυτονομίας των γυναικών.
Η διαμαρτυρία της φοιτήτριας επικαλείται το πνεύμα αντίστασης, αποδεικνύοντας ότι παρά την απειλή της κυβερνητικής καταστολής, το κίνημα που πυροδότησε ο θάνατος της Amini παραμένει ζωντανό. Η αθόρυβη πράξη εξέγερσής της συντονίζεται με το βασικό μήνυμα των διαδηλώσεων: τον αγώνα για σωματική αυτονομία και την απόρριψη της συστημικής καταπίεσης. Το εν λόγω περιστατικό αναδεικνύει επίσης την ευρύτερη καταστρατήγηση της ελευθερίας της έκφρασης στο Ιράν. Σε μια ακόμα σχετική υπόθεση, δύο Ιρανές δημοσιογράφοι καταδικάστηκαν πρόσφατα σε φυλάκιση, επειδή δεν φορούσαν «σωστά» το χιτζάμπ τους κατά τη διάρκεια δημόσιων εμφανίσεων. Αυτές οι δημοσιογράφοι, που ήδη ελέγχονται για την αναφορά τους σε ευαίσθητα θέματα, ένα εκ των οποίων αποτελεί κι η δημοσιογραφική κάλυψη του θανάτου της Amini, έγιναν περαιτέρω στόχοι της δίωξης του καθεστώτος κατά των γυναικών που αψηφούν τους ενδυματολογικούς νόμους.
Συνδέοντας την ατομική αντίσταση με τις ευρύτερες συστημικές παραβιάσεις στο Ιράν, ακαδημαϊκοί επισημαίνουν ότι οι ενδυματολογικοί κώδικες, ιδίως εκείνοι που απευθύνονται στις γυναίκες, λειτουργούν συχνά ως μέσα κρατικού ελέγχου. Η έρευνα υπογραμμίζει πως οι εν λόγω πολιτικές διαπλέκονται με ευρύτερες προσπάθειες ρύθμισης των κοινωνικών προτύπων και διατήρησης των εξουσιαστικών σχέσεων. Όπως εξηγεί ο Richard Thompson Ford, η ένδυση κι οι ενδυματολογικοί κανόνες αντικατοπτρίζουν κατά κόρον βαθύτερες κοινωνικές αξίες κι αντιπαραθέσεις, με τις εκτροπές να λειτουργούν ως πράξεις εξέγερσης κατά των καθιερωμένων προτύπων.
Η κινητοποίηση της φοιτήτριας κι η φυλάκιση των δύο δημοσιογράφων εντάσσονται σε ένα ευρύτερο κρατικό σχέδιο σωφρονισμού, που επιδιώκει να επιβάλει τη συμμόρφωση μέσω του φόβου και της παραδειγματικής τιμωρίας. Η σιωπηλή διαμαρτυρία της φοιτήτριας δεν αποτελεί μεμονωμένο γεγονός, αλλά αντιπροσωπευτική ένδειξη της αυξανόμενης απογοήτευσης μεταξύ των Ιρανών γυναικών που αντιμετωπίζουν καταπιεστικούς ενδυματολογικούς κώδικες που υπαγορεύονται από το κράτος. Πρόκειται για πρόκληση που αντηχεί τα μηνύματα του κινήματος “Women, Life, Freedom”, κατά τη διάρκεια του οποίου εκατομμύρια άνθρωποι διαμαρτυρήθηκαν κατά των νόμων περί υποχρεωτικής μαντίλας (χιτζάμπ) και της συστημικής ανισότητας των φύλων.
Στην τελευταία απόπειρα καταστολής των φυλετικών δικαιωμάτων, ο Mehri Talebi Darestani, επικεφαλής του Τμήματος Γυναικών και Οικογένειας των κεντρικών υπηρεσιών της Τεχεράνης για την προώθηση της αρετής και την πρόληψη των ηθών, ανακοίνωσε το άνοιγμα μιας «κλινικής θεραπείας για την αφαίρεση του χιτζάμπ». Σύμφωνα με τον ίδιο, θα προσφέρει «επιστημονική και ψυχολογική θεραπεία για την αφαίρεση του χιτζάμπ», ασχέτως που η εν λόγω κλινική δεν είναι «ούτε ισλαμική ούτε ευθυγραμμίζεται με την ιρανική νομοθεσία», όπως επισημάνθηκε κι από τον Ιρανό συνήγορο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, Hossein Raeesi. Η ανακοίνωση σχετικά με το άνοιγμα της κλινικής ακολούθησε την αναφορά των κρατικών μέσων ενημέρωσης για την «ψυχικά διαταραγμένη» φοιτήτρια, η οποία φιλοξενείται ήδη σε ψυχιατρική κλινική. Οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένης της Διεθνούς Αμνηστίας, αναφέρουν ήδη ενδείξεις για βασανιστήρια, βία κι αναγκαστική φαρμακευτική αγωγή σε διαδηλωτές και πολιτικούς αντιφρονούντες που θεωρούνται ψυχικά ασταθείς από τις αρχές και τοποθετούνται σε κρατικές ψυχιατρικές υπηρεσίες.
Η ασφυκτική αντίδραση των ιρανικών αρχών στις αντιστασιακές συμπεριφορές, αποκαλύπτει μια ευρύτερη κουλτούρα ασυδοσίας, όπως καταγράφεται στην έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας του Σεπτεμβρίου 2024. Δύο χρόνια μετά το ξέσπασμα του “Women, Life, Freedom”, τα εγκλήματα κατά των διαδηλωτών, συμπεριλαμβανομένων των παράνομων δολοφονιών, των αυθαίρετων συλλήψεων και της σεξουαλικής βίας, παραμένουν ανεξιχνίαστα. Σύμφωνα με την έκθεση, η έλλειψη λογοδοσίας για αυτές τις παραβιάσεις ενθαρρύνει τις ιρανικές αρχές να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν βία κι εκφοβισμό για να φιμώσουν την αντιπολίτευση.
Ο ψηφιακός απολυταρχισμός του Ιράν, που αποτυπώνεται μέσω του Εθνικού Δικτύου Πληροφοριών και των προηγμένων εργαλείων παρακολούθησης, όπως η αναγνώριση προσώπου και το λογισμικό κατασκοπείας, υπογραμμίζει τις προσπάθειες του καθεστώτος να ελέγξει τη διαφωνία και να υποστηρίξει την κρατική ιδεολογία. Μέτρα όπως αυτά που προαναφέρθηκαν, συμπεριλαμβανομένης της διακοπής του διαδικτύου κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων και της αναγνώρισης προσώπου με στόχο την επιβολή κανόνων ένδυσης, μαρτυρούν μια στρατηγική που αποσκοπεί στην καταστολή της ελευθερίας της έκφρασης, την παραβίαση της ιδιωτικής ζωής και την καταστολή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Το ερώτημα παραμένει: Θα οδηγήσει αυτή η τολμηρή πράξη σε ουσιαστική μεταρρύθμιση ή θα κατασταλεί όπως πολλές διαμαρτυρίες πριν από αυτήν;
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Dress codes can reveal social aspirations, political ideals, says Stanford scholar, Stanford Report, διαθέσιμο εδώ
- Iran does not have ‘security’ view of female student who stripped in public, Al Jazeera, διαθέσιμο εδώ
- Iran’s Digital Authoritarianism as the Blueprint for National Sovereignty, Eleni Kapsokoli, διαθέσιμο εδώ
- Iran: Two years after ‘Woman Life Freedom’ uprising, impunity for crimes reigns supreme, Amnesty International, διαθέσιμο εδώ
- Iran announces ‘treatment clinic’ for women who defy strict hijab laws, The Guardian, διαθέσιμο εδώ
- Iranian woman detained after taking clothes off at university in Tehran, CNN, διαθέσιμο εδώ