Της Ταξιαρχούλας Ματζουράνη,
Έχοντας προσδιορίσει τη νομική φύση της εγκυκλίου και των αποφάσεων της υφυπουργού, πρέπει να σημειωθεί ως προς τις τελευταίες, ότι αποτελούν ατομικές σωρευτικές διοικητικές πράξεις. Πρόκειται δηλαδή, για τρεις αποφάσεις —ατομικές σωρευτικές διοικητικές πράξεις, οι οποίες ενσωματώνουν σε ένα ενιαίο κείμενο η κάθε μια, περισσότερες όμοιες ατομικές διοικητικές πράξεις, οι οποίες μπορούν να αναλυθούν σε ισάριθμες πράξεις, που κατά κανόνα απευθύνονται σε προσδιορισμένους αποδέκτες [ΣτΕ 1446/2008, ΣτΕ Ολ. 928-934/2020…] κι οι οποίες, θέτουν εξατομικευμένη και συγκεκριμένη ρύθμιση, με αναφορά καθοριστικών της ταυτότητάς τους στοιχείων (εν προκειμένω: σχολείο, κωδικός σχολείου, περιφερειακή διεύθυνση και διεύθυνση εκπαίδευσης, κατηγορία σχολείου, τάξη, αριθμός μαθητών, ομάδες επαγγελματικού προσανατολισμού κλπ).
Εφόσον έχουμε εντοπίσει τις εκτελεστές διοικητικές πράξεις, την τήρηση του οργανικού και του λειτουργικού κριτηρίου, θα εξετάσουμε τις λοιπές προϋποθέσεις της θεμελίωσης αστικής ευθύνης του Δημοσίου.
Παρανομία
Βασική προϋπόθεση για την κίνηση του θεσμού της αστικής ευθύνης του δημοσίου, αποτελεί ο παράνομος χαρακτήρας της ζημιογόνου συμπεριφοράς του διοικητικού οργάνου. Καθώς το άρθρο 105 ΕισΝΑΚ δεν προσδιορίζει πότε συντρέχει η παρανομία, γίνεται παραπομπή στο σύνολο των κανόνων δικαίου της έννομης τάξης. Έτσι, παρανομία μπορεί να συνιστά η αντίθεση προς το περιεχόμενο οποιουδήποτε κανόνα δικαίου ή, η παραβίαση κανόνα δικαίου που διέπει την εσωτερική νομιμότητα της δράσης των οργάνων του δημοσίου. Εν προκειμένω, η παρανομία εντοπίζεται στην παραβίαση της συνταγματικής επιταγής του άρθρου 16 κι ειδικότερα της παρ. 2, η οποία προβλέπει ότι η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και της παρ. 4, η οποία κατοχυρώνει το δικαίωμα δωρεάν παιδείας, για όλους τους Έλληνες, σε όλες τις βαθμίδες, στα κρατικά εκπαιδευτήρια.
Συγκεκριμένα, για τους μαθητές των σχολείων, των οποίων οι ομάδες προσανατολισμού, εξαιρέθηκαν της πρόβλεψης, για κατά παρέκκλιση λειτουργία, διακυβεύεται, όχι μόνο η συμμετοχή στις πανελλήνιες εξετάσεις, αλλά κι η ολοκλήρωση της φοίτησής τους στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, καθώς πολλοί αντιμετωπίζουν αδυναμία μετακίνησης σε άλλες σχολικές μονάδες, είτε λόγω έλλειψης οικονομικών πόρων, είτε λόγω προσωπικών κωλυμάτων. Ερμηνεύοντας τη συνταγματική κατοχύρωση, το κράτος οφείλει να καθιστά απρόσκοπτη, την πρόσβαση όλων των μαθητών στη δημόσια εκπαίδευση, ενισχύοντας τις εκπαιδευτικές δομές της χώρας, πόσο μάλλον, όσων απειλούνται με κλείσιμο.
Στο σημείο αυτό, πρέπει να αναρωτηθούμε αν συντρέχει λόγος δημοσίου συμφέροντος, επιτασσόμενος από την αρχή της νομιμότητας, ο οποίος αποκλείει τη θεμελίωση της αστικής ευθύνης του δημοσίου. Από το προοίμιο των αποφάσεων προκύπτει, ότι για την έκδοσή τους, μεταξύ άλλων, ελήφθη υπόψη, η εύρυθμη λειτουργία των σχολικών μονάδων. Ακόμη κι αν δεχθούμε ότι οι ρυθμίσεις έγιναν προς εξυπηρέτηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος, δηλαδή εξοικονόμηση κρατικών πόρων, μέσω της ορθότερης διαχείρισης διδακτικού προσωπικού, ωστόσο έχει κριθεί, ότι προσβολές στα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα των πολιτών (όπως το δικαίωμα πρόσβασης στη δημόσια παιδεία), χάριν του δημοσίου συμφέροντος, δε θα μπορούσε να είναι ανεκτή, εάν δεν υπήρχε ένας επανορθωτικός μηχανισμός. Το ΣτΕ δέχεται ότι, θα επρόκειτο για κατάφορη παραβίαση της συνταγματικά κατοχυρωμένης, αρχής της ισότητας του άρθρου 4 κι, ιδίως της επιταγής της ισότητας ενώπιων των δημοσίων βαρών, της παρ. 5, την οποία έχει αναγάγει ως θεμέλιο, της αποζημιωτικής ευθύνης του δημοσίου, είτε από νόμιμες πράξεις [ΣτΕ 5504/2012], είτε από παράνομες [ΣτΕ 980/2001]. Συνεπώς, η παραβίαση συνταγματικού κανόνα δικαίου, δεν παύει να υφίσταται, ακόμη κι αν δεχθούμε ότι έγινε χάριν του δημοσίου συμφέροντος.
Ζημία
Όπως ήδη αναφέρθηκε στο πρώτο μέρος, η ζημία που μπορεί να προκληθεί στο διοικούμενο από την παράνομη συμπεριφορά της διοίκησης, συνίσταται είτε σε περιουσιακή βλάβη, είτε σε ηθική βλάβη. Εν προκειμένω θα μπορούσε να γίνει δεκτή η άποψη, ότι οι μαθητές, οι οποίοι θα μετακινηθούν σε άλλη σχολική μονάδα, ώστε να παρακολουθήσουν τα επιλεγόμενα μαθήματα κατεύθυνσης, θα υποστούν θετική περιουσιακή ζημία, καθώς θα κληθούν να δαπανήσουν χρήματα για να καλύψουν τη μεταφορά τους, εάν αυτή είναι δυνατή. Ακόμη όμως, υφίστανται κι ηθική βλάβη, η οποία συνίσταται, στην προσβολή του δικαιώματός τους, στην πρόσβαση στη δημόσια παιδεία.
Αιτιώδης σύνδεσμος
Περαιτέρω πληρούται κι η απαραίτητη προϋπόθεση, της ύπαρξης συνδέσμου αιτιώδους συνάφειας, ανάμεσα στο ζημιογόνο αποτέλεσμα και στην παράνομη συμπεριφορά του οργάνου του δημοσίου. Δηλαδή, «κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, η πράξη ή η παράλειψη, να είναι επαρκώς ικανή (πρόσφορη), κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων να επιφέρει τη ζημία», χωρίς να μεσολαβεί κάποιο απρόβλεπτο φυσικό γεγονός ή κατάσταση ανωτέρας βίας [ΣτΕ 4776/1997, 2692/2009]. Η ευθύνη είναι αντικειμενική, δηλαδή δεν απαιτείται υπαιτιότητα, δόλος ή αμέλεια, του προσώπου (της υφυπουργού) που εξέδωσε τις πράξεις.
Καταλογισμός της πράξης/άσκηση δημόσιας εξουσίας
Τέλος, φαίνεται ότι πληρούται κι η τελευταία προϋπόθεση για τη θεμελίωση της αποζημιωτικής ευθύνης του δημοσίου. Οι αποφάσεις της υφυπουργού, εκδόθηκαν κατά την άσκηση των καθηκόντων της, δηλαδή κατ’ ενάσκηση δημόσιας εξουσίας κι όχι εκτός του πλαισίου αυτού.
Συνεπώς, όσοι μαθητές της χώρας πλήττονται από τις αποφάσεις της υφυπουργού, θα μπορούσαν να ασκήσουν αγωγή στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, με αίτημα είτε την αναγνώριση της αξίωσής τους, κατά του δημοσίου για καταβολή αποζημίωσης, είτε την καταδίκη του δημοσίου σε καταβολή της αποζημίωσης αυτής. Η νομιμότητα όμως, των πράξεων, που αποτελούν τη βάση της αποζημιωτικής ευθύνης, θα ελεγχθεί μόνο παρεμπιπτόντως, σύμφωνα με το άρθρο 80 παρ. 2 ΚΔΔ. Αίτημα της αγωγής δεν μπορεί να είναι η ακύρωση των διοικητικών πράξεων, η οποία μπορεί να ζητηθεί μόνο με ξεχωριστό ένδικο βοήθημα.
Η αστική ευθύνη του δημοσίου είναι ένας απαραίτητος επανορθωτικός μηχανισμός, για τη διασφάλιση της αρχής του κράτους δικαίου. Υπό την επιφύλαξη της αρχής της νομιμότητας, η οποία διέπει τη δράση του δημοσίου και των οργάνων του, πρέπει να θυμόμαστε ότι, οι διοικητικές πράξεις, ακόμη και παράνομες, ισχύουν κι αναπτύσσουν τα έννομα αποτελέσματά τους, μέχρι να ακυρωθούν δικαστικά, να ανακληθούν ή να τροποποιηθούν.
{Όσα παρατέθηκαν στα τρία μέρη της υπό εξέτασης θεματικής, αποτελούν προσωπική κρίση, έπειτα από τη μελέτη πηγών. Για το χαρακτηρισμό των αποφάσεων, ως ατομικών σωρευτικών διοικητικών πράξεων, ζητήθηκε η βοήθεια της καθηγήτριας του διοικητικού δικαίου, κας. Ευγενίας Β. Πρεβεδούρου, την οποία ευχαριστώ θερμά.}
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Απ. Γέροντας, Σ. Λύτρας, Πρ. Παυλόπουλος, Γ. Σιούτη, Σπ. Φλογαϊτης, Διοικητικό Δίκαιο, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2018.