Της Δήμητρας Μίγγου,
Δεν έχει περάσει αρκετός καιρός από τότε που η ανθρωπότητα «γονάτισε» μπροστά στην απειλή της πανδημίας της Covid-19, με τις ζωές όλων μας να τίθενται σε παύση. Κι όμως, μέσα σε όλους τους περιορισμούς, η ιατρική —και πόσο μάλλον η ψυχιατρική— περίθαλψη αναδείχθηκε ως ένα αγαθό που έπρεπε να συνεχίσει να διαμοιράζεται. Σε αυτό το πνεύμα ανησυχίας και αναστάτωσης, η ιδέα της τηλεψυχιατρικής μπόρεσε να ανθίσει και να διεκδικήσει έναν πιο μόνιμο ρόλο στη ζωή και την καθημερινότητά μας.
Ως τηλεψυχιατρική μπορούμε να ορίσουμε τον κλάδο εκείνο της τηλεϊατρικής που χρησιμοποιεί τεχνολογικά εργαλεία για να ασκήσει την ψυχιατρική από απόσταση. Η έννοια αυτή μπορεί να επεκταθεί για να συμπεριλάβει και τις αναπτυσσόμενες εφαρμογές ψυχικής υγείας, οι οποίες κερδίζουν ολοένα και περισσότερους χρήστες μέρα με τη μέρα. Ας κάνουμε μια προσπάθεια να καταγράψουμε τα θετικά και τα αρνητικά μιας τέτοιας θεραπευτικής προσέγγισης.
Μια συνεδρία εξ αποστάσεως σίγουρα παρέχει κάποια προφανή πλεονεκτήματα, όπως είναι η εξοικονόμηση χρημάτων και η υψηλή προσβασιμότητα που τη χαρακτηρίζει. Οι συνεδρίες μέσω βιντεοκλήσεων τείνουν να κοστίζουν λιγότερο από τις διά ζώσης, ενώ ο ασθενής απαλλάσσεται από άλλα έξοδα όπως είναι αυτά της μετακίνησης (ειδικά αν μένει σε κάποια πιο απομονωμένη περιοχή) και του πάρκινγκ (κυρίως στις μεγαλουπόλεις). Το γεγονός ότι ο ασθενής δε χρειάζεται να μετακινηθεί από το σπίτι του, σε συνδυασμό με το ότι δε χρειάζεται να περιμένει στην αίθουσα αναμονής κάποιου ιατρείου, γλιτώνει πολύτιμο χρόνο από την καθημερινότητά του. Επιπλέον, άτομα από περιοχές χωρίς ψυχιατρικές μονάδες αποκτούν πρόσβαση στην ψυχιατρική περίθαλψη, εφόσον βέβαια διαθέτουν κάποια ηλεκτρονική συσκευή και σύνδεση στο διαδίκτυο.
Ταυτόχρονα, μια εξ αποστάσεως συνεδρία φέρει το μεγάλο πλεονέκτημα της διεξαγωγής από την άνεση του σπιτιού του ασθενή. Αρκετές φορές, ο ασθενής μπορεί να αισθανθεί πιο άνετα να ανοιχθεί στον ψυχίατρό του και να τού αποκαλύψει χρήσιμες διαγνωστικά πληροφορίες βρισκόμενος σε ένα πιο οικείο περιβάλλον. Μια τέτοια δυνατότητα επιτρέπει παράλληλα και σε ασθενείς με κάποια σοβαρή μορφή αυτισμού ή αγχώδους διαταραχής να λάβουν την περίθαλψη που χρειάζονται χωρίς να είναι απαραίτητο να έρθουν σε διά ζώσης επαφή με πολύ κόσμο, εγκαταλείποντας τον χώρο τους.
Ωστόσο, όλες αυτές οι ανέσεις δεν έρχονται χωρίς μειονεκτήματα. Ο τεχνολογικός εξοπλισμός και η σύνδεση στο διαδίκτυο που απαιτούνται δεν είναι πράγματα δεδομένα για όλους τους ανθρώπους, ενώ οι τεχνολογικά αναλφάβητοι (π.χ. ένα ποσοστό των ηλικιωμένων) αποκλείονται από αυτό το είδος θεραπείας. Μια άλλη σημαντική διάσταση που αφορά το ιατρικό κομμάτι έχει να κάνει και με την εμφάνιση κάποιου επείγοντος περιστατικού: αν ο ασθενής πάθει μια κρίση ή εκδηλώσει κάποιο επεισόδιο την ώρα της συνεδρίας, ο ψυχίατρος δε θα μπορέσει να επέμβει άμεσα και η υγεία του ασθενούς τίθεται σε κίνδυνο. Η διαγνωστική αξιοπιστία των εξ αποστάσεως συνεδριών επίσης μειώνεται, καθώς η κάμερα συνήθως δείχνει μόνο το πρόσωπο του εξεταζόμενου, αποκρύπτοντας το υπόλοιπο σώμα του, και έτσι ο ψυχίατρος ενδέχεται να χάσει κάποια σημαντικά στοιχεία που θα τον βοηθήσουν στη γνωμάτευσή του, όπως είναι η γλώσσα του σώματος.
Από την άλλη πλευρά, η ανάπτυξη εφαρμογών ψυχικής υγείας ανοίγει ένα νέο πεδίο συζητήσεων. Διατίθενται είτε δωρεάν είτε με πολύ χαμηλό κόστος, οπότε ορισμένοι τις θεωρούν μια οικονομική εναλλακτική. Είναι διαθέσιμες σε οποιαδήποτε στιγμή μέσα στην ημέρα και σε οποιοδήποτε μέρος, δημιουργώντας ένα αίσθημα ασφάλειας και εφησυχασμού στον χρήστη. Μια μελέτη που διεξήχθη από την Pooja Chandrashekar, μαθήτρια της ιατρικής σχολής του πανεπιστημίου Harvard, θεώρησε ότι οι χρήστες παρακινούνται να χρησιμοποιούν τακτικά τις εφαρμογές αυτές λόγω εσωτερικών παρορμήσεων που νιώθουν, όταν αντιλαμβάνονται ότι οι ίδιοι είναι επικεφαλής και υπεύθυνοι της ψυχικής τους υγείας. Αυτό το φαινόμενο εντείνεται και μέσω των γνωστοποιήσεων που στέλνει η εφαρμογή καθημερινά στον χρήστη.
Όμως, πόσο αποτελεσματικές μπορεί να είναι εν τέλει αυτές οι εφαρμογές; Μπορεί ένας αλγόριθμος να αντικαταστήσει τον ανθρώπινο παράγοντα; Η αλήθεια είναι πως πρόκειται για μια σχετικά πρόσφατη πρωτοβουλία, όποτε δεν έχουν πραγματοποιηθεί ακόμα επαρκείς κλινικές δοκιμές, καθώς κάτι τέτοιο θα απαιτούσε χρόνο και μεγάλο αριθμό δειγμάτων. Συχνά δεν εμπλέκονται άμεσα ειδικοί στη δημιουργία των εφαρμογών, με συνέπεια κάποιοι να τις θεωρούν απλά ένα επικουρικό εργαλείο, επιπρόσθετο της επαφής με έναν ψυχίατρο. Η ψυχοθεραπεία απαιτεί δέσμευση και πολλοί χρήστες αρκούνται απλά και μόνο στη χρήση του κινητού τους, δίχως να επιζητούν περισσότερη βοήθεια. Άλλοι, νιώθοντας πως διαθέτουν τον απόλυτο έλεγχο της θεραπείας τους, οδηγούνται στο επικίνδυνο μονοπάτι της αυτοδιάγνωσης και του άγχους που συνοδεύει αυτήν την κατάσταση.
Όπως συμβαίνει με κάθε καινούργια ανακάλυψη, είναι φυσιολογικό να διατηρούμε μια επιφύλαξη απέναντι στο άγνωστο. Άλλωστε, η ιστορία μάς έχει «δείξει τον δρόμο» πολλές φορές στο παρελθόν: οι αρχικοί δισταγμοί και φόβοι θα υποχωρήσουν σταδιακά, παραχωρώντας τη θέση τους στην ικανοποίηση που προκύπτει όταν αξιοποιούμε συνετά τα εργαλεία με τα οποία είμαστε οπλισμένοι.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Pros and Cons of Mental Health Apps, Transformations Care Network, διαθέσιμο εδώ
- What is Telepsychiatry?, American Psychiatric Association, διαθέσιμο εδώ
- Telepsychiatry: Practical Pointers and Potential Pitfalls, Psychiatric Times, διαθέσιμο εδώ
- Telepsychiatry Services vs. Traditional Psychiatry: Pros and Cons, Arizona Integrated Telepsychiatry and Telemedicine Services, διαθέσιμο εδώ