Της Πετρούλας Λεοναρδοπούλου,
Ως συνεισφορά ορίζεται ο θεσμός με τον οποίο στις κληρονομικές μερίδες των κατιόντων στην εξ αδιαθέτου διαδοχή κατά κανόνα αλλά κι από διαθήκη διαδοχή κατ’εξαίρεση, συνυπολογίζονται κάποιες χαριστικές παροχές ή δαπάνες προς τρίτους υπέρ αυτών, που έγιναν από τον κληρονομούμενο όσο βρισκόταν εν ζωή. Σύμφωνα με το άρθρο 1895 κι επόμενα η συνεισφορά δεν είναι πραγματική, με αυτούσια κατάθεση, δηλαδή, των παροχών αλλά είναι νοητή, δηλαδή, ο υπολογισμός γίνεται με τον συνυπολογισμό της αξίας της συνεισενεκτέας παροχής κι αφαίρεση της από την κληρονομική μερίδα του υπόχρεου. Αφού συνυπολογιστεί η εισφορά, μειώνεται η αξία της κληρονομικής μερίδας του υπόχρεου κι αυξάνεται η αξία της κληρονομικής μερίδας του δικαιούχου. Κατά την ΑΚ 1895 προϋποθέσεις της συνεισφοράς είναι οι κάτωθι:
Α. Εξ αδιαθέτου διαδοχή. Η συνεισφορά λειτουργεί κυρίως στην εξ αδιαθέτου διαδοχή. Θέμα συνεισφοράς τίθεται στην από διαθήκη διαδοχή, όταν πληρούνται οι όροι του άρθρου 1897 ΑΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 1896 παρ.2. Η συνεισφορά λαμβάνεται υπόψιν και κατά τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας με βάση το άρθρο 1834 ΑΚ.
Β. Στην εξ αδιαθέτου διαδοχή του κληρονομούμενου να έχουν κληθεί και να γίνουν κληρονόμοι περισσότεροι κατιόντες του κληρονομούμενου (1813 ΑΚ). Κατ’ εξαίρεση μπορεί να κληθεί στη συνεισφορά και μη κατιών, όταν αυτός καλείται στην κληρονομία ως υποκατάστατος κατιόντος που έχει εκπέσει με βάση διαθήκη του τελευταίου ( ΑΚ 1896 παρ.2).
Εφόσον είναι αναγκαία προϋπόθεση για τη συνεισφορά, οι κατιόντες που έχουν κληθεί ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι να αποδεχθούν την κληρονομική τους μερίδα, εάν υπάρχει έκπτωση κληρονόμου για οποιοδήποτε λόγο κι έχει απομείνει μόνος ένας κατιών που κληρονομεί στην πρώτη τάξη της εξ αδιαθέτου διαδοχής, δεν υπάρχει θέμα συνεισφοράς. Με βάση το άρθρο 1895 ΑΚ υποκείμενα της συνεισφοράς ως δικαιούχοι κι υπόχρεοι είναι οι κατιόντες του κληρονομούμενου, όταν καλούνται ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του. Η διάταξη, όμως, δεν περιορίζεται μόνο στα τέκνα του κληρονομουμένου αλλά γενικά σε κατιόντες π.χ. εγγόνια του αποθανόντος. Ανάμεσα στους κατιόντες του κληρονομουμένου περιλαμβάνονται τόσο τα θετά τέκνα όσο κι οι κατιόντες των θετών τέκνων από υιοθεσία αλλά δεν υπόκειται σε συνεισφορά χαριστική παροχή που έγινε από το φυσικό γονέα έστω και πριν από την υιοθεσία για το λόγο ότι κατά το χρόνο της επαγωγής έχει διακοπεί κάθε δεσμός του θετού με τη φυσική του οικογένεια.
Αναλυτικότερα, υπόχρεος σε συνεισφορά είναι ο κατιών που έχει λάβει ορισμένη παροχή από τον κληρονομούμενο ή αυτός υπέρ του οποίου έχει γίνει δαπάνη κατά το άρθρο 1895 ΑΚ. Δεν υπάρχει υποχρέωση συνεισφοράς, αν ο κληρονομούμενος το όρισε, όταν έδωσε την παροχή ή έκανε τη δαπάνη. Οι παροχές του 1895 ΑΚ είναι εκ του νόμου συνεισενεκτέες χωρίς, δηλαδή, να χρειάζεται να προβεί σε σχετική δήλωση ο κληρονομούμενος. Επειδή, όμως, πρόκειται για διάταξη ενδοτικού δικαίου, ο αποθανών μπορεί να απαλλάξει τον κατιόντα του, που είναι λήπτης της χαριστικής παροχής, από την υποχρέωση της συνεισφοράς. Η δήλωση απαλλαγής γίνεται κατά τον χρόνο της παροχής και μπορεί να περιλαμβάνει και μέρος της. Απαλλαγή μπορεί να γίνει και μετά τη χαριστική παροχή με διαθήκη του κληρονομουμένου αλλά και με νέμηση ανιόντος. Η δήλωση απαλλαγής είναι άτυπη κατά την επικρατέστερη άποψη. Αν, όμως, η παροχή υπόκειται σε ορισμένο τύπο, πρέπει κι αυτή να υποβληθεί στον ίδιο τύπο.
Επιπλέον, προκύπτει από το άρθρο 1895 ΑΚ ότι δικαιούχοι της συνεισφοράς είναι οι υπόλοιποι συγκληρονόμοι κατιόντες, πέρα από το λήπτη της συνεισενεκτέας παροχής, όμως όχι και τρίτοι. Εάν περισσότεροι κατιόντες έχουν λάβει συνεισενεκτέες παροχές μερικοί ή κι όλοι, ο καθένας από αυτούς είναι υπόχρεος για την παροχή που έχει πάρει απέναντι στους υπόλοιπους συγκληρονόμους-κατιόντες και ταυτόχρονα δικαιούχος για τις παροχές που έχουν δεχθεί οι υπόλοιποι. Υπό αμφισβήτηση είναι το θέμα εάν ο εξωτικός υποκατάστατος που υπεισέρχεται στη θέση του εκπεσόντος κατιόντος έχει όχι μόνο υποχρέωση αλλά και δικαίωμα να απαιτήσει συνεισφορά. Υποστηρίζεται ότι ο εξωτικός υποκατάστατος δεν έχει δικαίωμα αλλά μόνο υποχρέωση συνεισφοράς αλλά κατά την κρατούσα θέση έχει και δικαίωμα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Νίκη Ψούνη , Κληρονομικό Δίκαιο, Ε’ έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2016.