Του Λάμπρου Κουρή,
Στο πρώτο μέρος, τελειώσαμε με τον τίτλο του βασιλιά της Πολωνίας να «χάνεται». Το προηγούμενο άρθρο ολοκληρώθηκε το έτος 1079, αλλά θα μεταβούμε κατευθείαν στο 1102, αφού τότε θα επικρατήσει πάλι «ένας». Η περίοδος 1079-1102 ήταν ταραχώδης, με κανέναν να μην μπορεί να επιβληθεί. Ας αρχίσουμε.
Το όνομα εκείνου, που τελικά επικράτησε, ήταν Μπολεσλάβος 3ος, γιος του Βλαδισλάβου του 1ου και της Ιουδής της Βοημίας. Όταν ανέλαβε ο Μπολεσλάβος, κλήθηκε να αντιμετωπίσει τον ετεροθαλή αδερφό του, τον Ζμπίγκνιεβ, τον οποίο εξόρισε το 1107 και δέχτηκε πίσω το 1109. Σύντομα, όμως, τον κατηγόρησε για προδοσία και διέταξε την τύφλωση του Ζμπίγκνιεβ, που απεβίωσε λίγο καιρό αργότερα. Για τα επόμενα 22 χρόνια, μέχρι το 1135, ο Μπολεσλάβος ήθελε να πάρει τον έλεγχο της επαρχίας της Πομερανίας. Ωστόσο, κατέκτησε, το 1122, μονάχα την ανατολική πλευρά. Η δυτική κατακτήθηκε το 1135, μετά από όρκο υποταγής στον Γερμανό Αυτοκράτορα Λοθάριο 2ο. Έστειλε θρησκευτικές αποστολές στην Πομερανία και ενσωμάτωσε τους Πομερανούς στο Πολωνικό Κράτος. Έφτιαξε νόμο για να εξασφαλίσει την Πομερανία και τη Σιλεσία για τον μεγαλύτερο γιο του, ενώ οι νεότεροι γιοι θα έπαιρναν κατώτερες επαρχίες. Για τη διαδοχή, επιλέχθηκε το σύστημα πρωτογένιας, ώστε να ικανοποιηθούν όλοι οι διάδοχοι. Αλλά όπως αποδείχθηκε, ούτε αυτό βοήθησε.
Θα πρέπει να πάμε κατευθείαν στο 1173, όταν ανέλαβε ο Μιέσκο ο 3ος, αδερφός και διάδοχος του Μπολεσλάβου 4ου. Ήταν τόσο δεσποτικός, που κάποιοι ευγενείς επαναστάτησαν και τον αντικατέστησαν με τον αδερφό του, Καζίμηρο 2ο. Ο Καζίμηρος πέρασε τον χρόνο του ως πρίγκιπας πολεμώντας τον αδερφό και προκάτοχό του. Ο Μιέσκο 3ος κυριάρχησε σύντομα, την περίοδο 1190-91. Ο Καζίμηρος πέθανε το 1194.
Η διαμάχη για τον θρόνο συνεχίστηκε και στον 13ο αιώνα, με τους πρίγκιπες της Σιλεσίας να προσπαθούν να επικρατήσουν, αλλά δεν ήταν οι μόνοι που επιθυμούσαν την ένωση της Πολωνίας. Ένας ακόμη, που ήθελε να ενώσει την Πολωνία, ήταν ο πρίγκιπας της Μεγάλης Πολωνίας, ο Πσέμισλ ο 2ος (από το 1279 έως το 1296).
Μπαίνοντας στον 14ο αιώνα, στον θρόνο της Πολωνίας ήταν ο Βενσεσλάβος 2ος της Βοημίας το έτος 1300, όντας βασιλιάς από το 1278, δηλαδή από τα εφτά του έτη. Το 1301, αναθέτει στον γιο του, Βενσεσλάβο 3ο, να αναλάβει τον θρόνο της Ουγγαρίας, αλλά αναγκάστηκε να τον εκθρονίσει το 1304. Έναν χρόνο μετά, ο Βενσεσλάβος 2ος απεβίωσε.
Διάδοχός του ήταν ο Βλαδισλάβος 1ος, γνωστός και ως Βλαδισλάβος ο Κοντός. Προέβη σε πόλεμο κατά του προκατόχου του, με τη στήριξη του Πάπα Βονιφατίου 8ου και του βασιλείου της Ουγγαρίας. Μέχρι το 1314, είχε κατακτήσει τη Μικρή Πολωνία και τις βόρειες περιοχές κατά μήκος της Βαλτικής. Η Πομερανία κατακτήθηκε από τους Τεύτονες Ιππότες το 1308 και παρέμεινε σε γερμανικά χέρια. Ο Βλαδισλάβος 1ος στέφθηκε βασιλιάς στις 20 Ιανουαρίου 1320 στην πόλη της Κρακοβίας. Τον Σεπτέμβριο του 1331, η Πολωνία μπήκε πάλι σε πόλεμο με τους Τεύτονες Ιππότες και νίκησε στις 27 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους. Στο διπλωματικό επίπεδο, ο Βλαδισλάβος θέλησε να ενισχύσει τις φιλικές σχέσεις με την Ουγγαρία και κατάφερε να σταματήσει τις επιδρομές των Λιθουανών. Πάντρεψε τον γιο του με την κόρη ενός Λιθουανού ευγενή.
Τελευταίος της δυναστείας των Πιαστ ήταν ο Καζίμηρος 3ος, γνωστός ως Καζίμηρος ο Μέγας. Ο Καζίμηρος παντρεύτηκε αρκετές φορές και καμία δεν έφερε αρσενικό διάδοχο. Πρώτη του σύζυγος ήταν η Αλντόνα της Λιθουανίας, κόρη του δούκα της Λιθουανίας. Η νύφη πέθανε το 1339, χωρίς να φέρει στον κόσμο αρσενικό διάδοχο. Το 1341, παντρεύτηκε την Αδελαΐδα της Έσσης. Χωρίς διαδόχους, η νύφη επέστρεψε το 1356 στην Έσση. Τρίτος γάμος το 1365, αυτή τη φορά με την πριγκίπισσα Εδβίγη της Σιλεσίας. Ωστόσο, ούτε αυτός ο γάμος έφερε διάδοχο. Το αποτέλεσμα ήταν να απευθυνθεί στον ανιψιό του, τον Λουδοβίκο της Ουγγαρίας, αλλά ούτε αυτός απέκτησε γιούς. Τελική επιλογή ήταν ο εγγονός του, Καζίμηρος της δυτικής Πομερανίας. Οι γάμοι των κορών και εγγονιών του μεγάλωσαν την εξωτερική βοήθεια. Οι γάμοι, επίσης, έφεραν σύνδεση με άλλους σύγχρονους Οίκους, όπως Βίττελσμπαχ, Ανζού, Λούξεμπουργκ και Γιαγκέλλον. Στην εξωτερική πολιτική προτιμούσε τη διπλωματία παρά τον πόλεμο. Δεν θα δίσταζε, όμως, να πολεμήσει αν αυτό ήταν απαραίτητο. Παράδειγμα αυτού, οι δυο κατοχές της Γαλικίας, στην ανατολική Ουκρανία.
Με διάφορες συνθήκες, κατάφερε να αποκτήσει σύμμαχο στην Ουγγαρία, να παρατήσει τα δικαιώματα στη Σιλεσία και την Ανατολική Πομερανία. Αντίστοιχα, ο βασιλιάς της Βοημίας αποποιήθηκε των δικαιωμάτων του στο θρόνο της Πολωνίας και το Τάγμα των Τευτόνων Ιπποτών έφυγε από τις περιοχές Κουγιαβία και Dobrzyn. Μπόρεσε να κατακτήσει τα δουκάτα Halic και Vladimir. Επίσης, λόγω της προσεκτικής πολιτικής του, οι πρίγκιπες της Μαζοβίας δέχθηκαν να τεθούν υπό την υποτέλειά του. Το ίδιο συνέβη και με κάποιους Γερμανούς ευγενείς, οι οποίοι προτίμησαν την Πολωνία από το Βρανδεμβούργο. Ο Καζίμηρος ήταν και νομοθέτης. Έφτιαξε νέες πόλεις και αρκετά κάστρα και δημιούργησε ένα δικαστήριο για να διαμεσολαβεί σε διαμάχες και να νομοθετεί βάσει του Βιβλίου του Τευτονικού Νόμου. Το 1364, ιδρύθηκε το Πανεπιστήμιο της Κρακοβίας. Ο βασιλιάς Καζίμηρος πέθανε το 1370, στις 5 Νοεμβρίου.
Σ’ αυτό το άρθρο δεν θα γίνει αναφορά στη βασιλεία του Λουδοβίκου της Ουγγαρίας από την αρχή, αλλά μόνο από το σημείο που στέφεται βασιλιάς της Πολωνίας. Ο Λουδοβίκος στέφθηκε βασιλιάς τον Νοέμβριο του 1370, δώδεκα μέρες μετά τον θάνατο του προκατόχου του. Παρά τη στέψη, οι Πολωνοί δεν τον άφησαν να κυριαρχήσει πραγματικά. Το 1374, όμως, αναγνώρισαν την κόρη του Μαρία και τον μέλλοντα σύζυγό της Σιγισμούνδο ως μελλοντικούς κυβερνήτες της Πολωνίας. Με την προσοχή του στραμμένη στην Ιταλία, βοήθησε τον Κάρολο του Δυρραχίου να εκτοπίσει τη βασίλισσα Ιωάννα της Νάπολης, η οποία υποστήριζε τον αντι-Πάπα Κλήμη 7ου. Ο Λουδοβίκος άρχισε πόλεμο ξανά εναντίον της Βενετίας και κατέκτησε τη Δαλματία, με την υπογραφή της Συνθήκης του Τορίνο, στις 18 Αυγούστου 1381. Ο Λουδοβίκος, ως βασιλιάς στην Ουγγαρία από το 1342, πεθαίνει το 1382.
Τον θρόνο της Πολωνίας, τελικά, θα πάρει η Εδβίγη και όχι η Μαρία, η οποία ανέλαβε μόνο την Ουγγαρία. Το πιο σημαντικό γεγονός της σύντομης βασιλείας της ήταν, ίσως, ο εκχριστιανισμός της Λιθουανίας, το 1386. Ο εκχριστιανισμός, επέφερε την ένωση Πολωνίας και Λιθουανίας, με έναν Δούκα να κυβερνά τη τελευταία. Η Εδβίγη έφυγε από τη ζωή το 1399 και τη διαδέχτηκε ο σύζυγός της, ο Βλαδισλάβος 2ος Γιαγκέλλον.
Ο Βλαδισλάβος ήταν ήδη Δούκας της Λιθουανίας από το 1377, μέχρι το 1401 και Βασιλιάς της Πολωνίας από το 1386. Με τον θάνατο της Εδβίγης, έγινε κυρίαρχος της Πολωνίας. Το Τάγμα των Τευτόνων Ιπποτών εκμεταλλευόταν τη διχόνοια του Βλαδισλάβου με τον δούκα Βιτάουτας της Λιθουανίας. Το γεγονός σταμάτησε το 1401, με τη Συνθήκη του Βίλνιους. Ο Βλαδισλάβος αναγνώρισε τον ομόλογό του ως τον κυρίαρχο της Λιθουανίας, με αντάλλαγμα την κοινή εξωτερική πολιτική. Στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, ο Βλαδισλάβος είχε τέσσερα σημαντικά προβλήματα. Το κυριότερο ήταν πως έπρεπε να αντιμετωπίσει τους Τεύτονες Ιππότες και να σταματήσει τους Τατάρους. Ακόμη, είχε ως στόχο να ξαναπάρει τα ηνία της Ρουθηνίας και να επεκτείνει την επιρροή της Πολωνίας εις βάρος της Ουγγαρίας. Σχετικά με το πρώτο πρόβλημα, είχε τη στρατιωτική βοήθεια του Βιτάουτας της Λιθουανίας. Σε μια σειρά πολέμων (1409-11, 1414, 1422, 1431-32), οι Τεύτονες έχασαν ορισμένα εδάφη, αλλά η στρατιωτική και οικονομική δύναμη δεν επανήλθαν. Μια από τις πιο γνωστές μάχες της Μεσαιωνικής περιόδου είναι η μάχη του Τάννενμπεργκ στις 15 Ιουλίου του 1410, με αντίπαλο τους Τεύτονες.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Οι Πολωνοί. Από την εμφάνισή τους μέχρι τις αρχές του 20ου αι., eclass.uoa.gr, διαθέσιμο εδώ
- Σύντομη Ιστορία της Πολωνίας, visegradgroup.eu, διαθέσιμο εδώ
- Ιστορία της Πολωνίας, history-maps.com, διαθέσιμο εδώ