Του Βάιου Πολύζου,
Μέσα στους αιώνες της ανθρώπινης ιστορίας οι διάφοροι πολιτισμοί ανέπτυξαν μια πληθώρα μύθων και επικών παραδόσεων. Θεοί και ήρωες, τέρατα και δαίμονες, ιστορίες διδακτικές, αισθηματικές και κωμικές, όλα αυτά βρίσκονται στον πυρήνα των μυθικών συστημάτων ανά τον κόσμο. Ο μύθος ψυχαγωγεί, διδάσκει και αναδεικνύει τις αξίες της εκάστοτε κοινωνίας, ενώ, παράλληλα, λειτουργεί ως υποκατάστατο της ιστορικής γνώσης, μιας γνώσης που είναι αδύνατον να υπάρξει χωρίς την καταγραφή των γεγονότων. Το σύστημα μύθων κάθε πολιτισμού είναι μοναδικό, παρά τις όποιες ομοιότητες μπορεί αυτό να έχει με άλλα μυθικά συστήματα. Εντούτοις, υπάρχουν στοιχεία που φαίνεται να είναι παρόντα στην πλειοψηφία των μυθικών αφηγήσεων. Οι δράκοι, είτε ως σύμβολα καταστροφής και θανάτου, είτε ως αντιπρόσωποι της κοσμικής ισορροπίας, αποτελούν βασικό στοιχείο σε μύθους από κάθε χρονική περίοδο και κάθε γωνιά του κόσμου. Αντίστοιχα, επικές διηγήσεις ηρώων που αναλαμβάνουν την εξουδετέρωση τέτοιων μαγικών θηρίων αφθονούν. Η μυθική φιγούρα του δρακοκτόνου είναι χαρακτηριστική των μυθικών παραδόσεων όλου του κόσμου (από την ιστορία του Ηρακλή και του δράκοντα Λάδωνα ως την μεσαιωνική χριστιανική παράδοση που συνδέει τον Άγιο Γεώργιο με μία δρακοκτονία). Η σκανδιναβική μυθολογία, με τη σειρά της, βρίθει από παρόμοιες ιστορίες, με την ιστορία του Σίγκουρντ Σίγκμουντσον να είναι η πιο γνωστή.
Ο Σίγκουρντ, το τελευταίο μέλος του θρυλικού γένους των Βόλσουνγκς, μεγάλωσε στην αυλή του Δανού βασιλιά, μακριά από την προγονική του γη και ορφανός από πατέρα. Από πολύ νεαρή ηλικία, όμως, απέδειξε την αξία του, συνδέοντας το όνομά του με άθλους και κατορθώματα σε ολόκληρο τον Βόρειο Κόσμο. Η φήμη που απέκτησε του επέτρεψε να συγκεντρώσει τον στρατό που χρειαζόταν για να εκδικηθεί τον θάνατο του πατέρα του, ο οποίος είχε σκοτωθεί από τον βασιλιά Λίνγκβι. Πράγματι, η εκστρατεία του Σίγκουρντ στέφθηκε με επιτυχία, έχοντας θανατώσει βασανιστικά τον Λίνγκβι και την οικογένειά του. Επιστρέφοντας στη Δανία, ο Σίγκουρντ έπρεπε τώρα να τηρήσει τον όρκο που είχε δώσει στον θετό πατέρα του, τον νάνο Ρέγκιν.
Από τότε που θυμόταν τον εαυτό του, ο Σίγκουρντ άκουγε την ίδια ιστορία, ξανά και ξανά, για τον αδερφό του Ρέγκιν, τον Φόβνιρ. Ο Φόβνιρ δολοφόνησε τον πατέρα του και έκλεψε την περιουσία του, μαζί με το μερίδιο που αντιστοιχούσε στον μικρότερο αδερφό του. Η απληστία του, όμως, τον είχε μετατρέψει σε δράκο, με μοναδικό πλέον στόχο της ύπαρξής του να φυλά τον θησαυρό του. Το ερπετό είχε εγκατασταθεί σε έναν ορεινό χερσότοπο ονόματι Γκνίταχεϊδρ, μέσα σε μια σπηλιά όπου είχε στοιβάξει τον κλεμμένο χρυσό, πάνω στον οποίο κοιμόταν. Ο Ρέγκιν ήθελε να πάρει εκδίκηση από τον αδερφό του και να ιδιοποιηθεί την περιουσία του πατέρα του. Έτσι, φρόντιζε να επαναλαμβάνει την ιστορία στον Σίγκουρντ, προσπαθώντας να τον πείσει πως εάν σκότωνε τον Φόβνιρ θα κέρδιζε δόξα και πλούτο μεγαλύτερο από κάθε βασιλιά και άρχοντα. Ο Σίγκουρντ ορκίστηκε πως θα βοηθούσε τον θετό πατέρα του και τώρα πια είχε φτάσει ο καιρός να εκτελέσει τη δύσκολη αποστολή που του είχε ανατεθεί.
Έχοντας εξοπλιστεί κατάλληλα, ο Σίγκουρντ και ο Ρέγκιν έφτασαν ιππεύοντας στο Γκνίταχεϊδρ. Μέσα στη βραχώδη κοιλάδα που απλωνόταν ανάμεσα από τις βουνοκορφές υπήρχε ένα ρηχό χαντάκι, το οποίο είχε δημιουργηθεί με τον καιρό από τον Φόβνιρ, κάθε φορά που πήγαινε έρποντας στην κοντινή λίμνη. Ο Σίγκουρντ άρχισε να υποψιάζεται ότι ο νάνος τον είχε εξαπατήσει όταν είδε πως ο γκρεμός όπου στέκονταν ο δράκος για να πιει νερό απείχε πενήντα μέτρα από την επιφάνεια της λίμνης, ενώ ο Ρέγκιν είχε τονίσει επανειλημμένα ότι ο Φόβνιρ δεν διέφερε σε τίποτα από ένα κοινό φίδι. Παρά την καχυποψία του, ο Σίγκουρντ συμβουλεύτηκε τον θετό πατέρα του για το πώς θα έπρεπε να αντιμετωπίσει το ερπετό. Ο Ρέγκιν πρότεινε στον νεαρό ήρωα να σκάψει μια τρύπα σε ένα σημείο του μονοπατιού που ακολουθούσε ο Φόβνιρ και να περιμένει εκεί. Όταν ο δράκος θα περνούσε πάνω από την τρύπα διψασμένος, τότε ο Σίγκουρντ με ευκολία θα μπορούσε να τον σκοτώσει, τρυπώντας την μαλακή κοιλιά του. Πριν ο Σίγκουρντ προλάβει να μιλήσει, ο Ρέγκιν καβάλησε το άλογό του και έφυγε μακριά, φοβούμενος μήπως τους δει ο αδερφός του.
Ενώ ο Σίγκουρντ ετοίμαζε την παγίδα του δράκου, σκάβοντας μια τρύπα αρκετά βαθιά ώστε να τον χωράει, τον προσέγγισε ένας γέροντας με μακριά γενειάδα και ένα δερμάτινο κάλυμμα πάνω από το ένα του μάτι. Ο γέρος, έχοντας πληροφορηθεί τι προσπαθούσε να κάνει ο νεαρός ήρωας, συμβούλεψε τον Σίγκουρντ να σκάψει επιπλέον χαντάκια γύρω από την τρύπα ώστε το τοξικό αίμα του ερπετού να χυθεί εκεί και να μην έρθει σε επαφή μαζί του. Πριν ο Σίγκουρντ προλάβει να τον ευχαριστήσει, όμως, ο γέρος είχε εξαφανιστεί, έχοντας χαλάσει τα σχέδια του Ρέγκιν. Δεν ήταν η πρώτη φορά, άλλωστε, που ο Όντιν, ο μονόφθαλμος βασιλιάς των θεών, στέκονταν πλάι στο γένος των Βόλσουνγκς.
Σύντομα ο Σίγκουρντ ολοκλήρωσε την παγίδα του και κρύφτηκε μέσα στην τρύπα, περιμένοντας να διψάσει το ερπετό και να κατευθυνθεί προς τη λίμνη. Και πράγματι ο δράκος αναδύθηκε από την υπόγεια κατοικία του, φτύνοντας φωτιά και δηλητήριο ενόσω η γη ολόγυρά του έτρεμε. Παρά το τρομερό θέαμα ο Σίγκουρντ παρέμεινε συγκεντρωμένος στο στόχο του. Έτσι, όταν ο Φόβνιρ βρέθηκε από πάνω του, ο Σίγκουρντ έμπηξε με δύναμη τη μαγική λεπίδα του βαθιά στα σωθικά του δράκου. Το φοβερό ερπετό έσκουξε δυνατά και τινάχτηκε προς τα πίσω, δίνοντας την ευκαιρία στον Σίγκουρντ να πηδήξει έξω από την τρύπα πριν το σώμα του Φόβνιρ τον πλακώσει. Πριν ξεψυχήσει, ο δράκος προσπάθησε να προειδοποιήσει τον φονιά του, ώστε να μην έχει την ίδια κατάληξη με αυτόν. «Σε συμβουλεύω τώρα, Σίγκουρντ, και πρέπει να ακούσεις την συμβουλή μου | φύγε από εδώ και γύρνα σπίτι σου! | Ο χρυσός που κουδουνίζει όταν τον χτυπάς και οι αστραφτεροί θησαυροί | και τα πολύτιμα περιδέραια θα φέρουν γρήγορα τον θάνατό σου. […] Ο Ρέγκιν με πρόδωσε, θα προδώσει κι εσένα | θα προκαλέσει τον θάνατο και των δυο μας! | Και τώρα εγώ, ο Φόβνιρ, εδώ πεθαίνω | και το κύρος το δικό σου αυξήθηκε κατά πολύ».
Ο Σίγκουρντ αγνόησε την συμβουλή του δράκου, έχοντας εμπιστοσύνη στον νάνο που τον μεγάλωσε και του δίδαξε όσα ήξερε. Ο Ρέγκιν επέστρεψε και συνεχάρη τον παραγιό του βλέποντας το νεκρό σώμα του αδερφού του. Τώρα ζήτησε από τον Σίγκουρντ να ξεριζώσει την καρδιά του δράκου και να την ψήσει, καθώς η κατανάλωση της συνδέονταν με την απόκτηση μαγικών ικανοτήτων. Ο Σίγκουρντ υπάκουσε και όταν η καρδιά του φάνηκε να είχε ψηθεί την άγγιξε με το δάχτυλο του για να τη δοκιμάσει. Η ψημένη καρδιά, όμως, τον έκαψε και ασυναίσθητα έβαλε γρήγορα το δάχτυλο στο στόμα του για να κρυώσει. Τη στιγμή που γεύτηκε μία σταγόνα μόνο από το αίμα του δράκου το μυαλό του γέμισε με σκέψεις και ξαφνικά ο κόσμος γύρω του φαινόταν πολύ πιο ξεκάθαρος. Το τιτίβισμα των πουλιών που στέκονταν σε ένα κοντινό δέντρο έγινε απευθείας κατανοητό και πλέον έμοιαζε με ανθρώπινη λαλιά. Τα πουλιά συζητούσαν μεταξύ τους για το πώς ο Ρέγκιν σκόπευε να προδώσει τον Σίγκουρντ και να κλέψει ολόκληρο τον θησαυρό. Έχοντας χάσει την εμπιστοσύνη που έδειχνε στον θετό πατέρα του, ο Σίγκουρντ σκότωσε τελικά τον Ρέγκιν.
Μόνος πλέον, ο Σίγκουρντ καβάλησε το άλογό του και εξερεύνησε τη σπηλιά όπου ο Φόβνιρ φύλαγε τον θησαυρό του. Έχοντας μείνει κατάπληκτος από τον αστραφτερό χρυσό και τα πετράδια, ο Σίγκουρντ γρήγορα ξέχασε τη δεύτερη συμβουλή που του είχε δώσει ο δράκος και φόρτωσε τον θησαυρό στο άλογό του. Ιδιαίτερη εντύπωση του έκανε ένα δαχτυλίδι που βρήκε μέσα στις στοίβες του χρυσού, το ίδιο δαχτυλίδι που είχε καταραστεί, μαζί με τον υπόλοιπο θησαυρό, ο νάνος Άντβαρι πριν δεκαετίες. Η κατάρα που είχε προξενήσει πλείστα κακά στην οικογένεια του Ρέγκιν και του Φόβνιρ είχε μεταφερθεί τώρα στον Σίγκουρντ. Ο νεαρός ήρωας αποχώρησε χαρούμενος από το Γκνίταχεϊδρ, χωρίς να γνωρίζει πως η μοίρα του θα άλλαζε οριστικά.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Jesse L. Byock (1999), The Saga of the Volsungs: The Norse Epic of Sigurd the Dragon Slayer, Penguin Books, London
- Edward Pettit (2023), The Poetic Edda: A Dual-Language Edition. Open Book Publishers, Cambridge