20.4 C
Athens
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΟδυσσέας Ελύτης: Στα άδυτα του νεοελληνικού μύθου (Μέρος Β')

Οδυσσέας Ελύτης: Στα άδυτα του νεοελληνικού μύθου (Μέρος Β’)


Του Γιώργου Τζεμίντιμπη,

Πιάνοντας το νήμα από εκεί που το αφήσαμε στο Μέρος Α’, αυτή η πρώτη γεύση που μας δίνει, τουλάχιστον στην αρχή, η ανασυνθετική επίγευση της ποίησής του δεν είναι δυνατόν να μείνει απαρατήρητη. Ο Ελύτης, με τον τρόπο που χρησιμοποιεί τον μύθο, έχει μείνει χαραγμένος στο συλλογικό θυμικό όλων των Ελλήνων, είτε καταλαβαίνουν οι αναγνώστες και οι ακροατές του τι εννοεί σε βάθος είτε όχι. Και αυτό συμβαίνει, ακριβώς επειδή φυτεύει στις ψυχές μας μια «τελεσφόρο αίσθηση». Δεν περιορίζεται, επομένως, στη βίωση ενός γεγονότος ή ενός αντικειμένου μ’ έναν καθαρά διονυσιακό ή απολλώνειο τρόπο, αλλά μ’ όλο του το ποιητικό ταλέντο, αποθέτει νέους πόρους και απορίες σε κάθε ελληνική ψυχή.

Αν σκεφτούμε την παιδική ηλικία οποιουδήποτε ελληνόπουλου, θα μας φανεί αδιανόητο να μην έχει αισθανθεί την ελληνική φύση, τα λουλούδια της, την άμμο της, τους γλάρους της, το μπλε της· όλες αυτές οι αισθήσεις δέους, καλά φυλαγμένες στο συλλογικό μας θυμικό ως κοινές εμπειρίες, ξεκλειδώνονται από τον ποιητή σε νέες διαστάσεις. Με τον μύθο του, τις μετουσιώνει στο μεταφυσικό πεδίο, που σ’ ένα πρώτο επίπεδο τέρπει, σ’ ένα δεύτερο προβληματίζει, σ’ ένα τρίτο επιδρά. Η προσφυγή στη φύση δείχνει την ανάγκη του ποιητή να βιώσει, σ’ όλη τους τη χωροχρονική διάρκεια, αισθήσεις και εμπειρίες, που να μην υπόκεινται στην παροδικότητα και τη φθορά του χρόνου. Αυτή είναι η νεοελληνική μυθολογία του Ελύτη, η οποία μέσα από μία «τρελή ροδιά» μπορεί να μας παραπέμψει, ίσως, στο διαρκώς παράλογο της ελληνικής ζωής ή μπορεί μέσα από ένα νεοελληνικό έπος να μας ταξιδέψει και στα άδυτα της ελληνικής «θρησκείας», ως βίωσης αισθήσεων.

Πηγή εικόνας: limassoltoday.com.cy

Πιο συγκεκριμένα, το Άξιον Εστί του Οδυσσέα Ελύτη θέτει τα θεμέλια της νέας μας μυθολογίας. Έχουμε υμνήσει τα χελιδόνια και τις πασχαλιές, τα αίματα και τις ακρογιαλιές, που τόσο εύκολα γίνονταν τότε αισθητά, και τώρα, στην ωριμότητά μας, πρέπει να γίνονται καταληπτά. Όποιος ψάχνει να βρει στο «ευαγγέλιο του ελληνισμού» καθαρές θεολογικές αναφορές, μάλλον γελιέται. Ο Θεός ο Πρωτομάστορας δεν μπορεί να είναι παρά ο Αρχιτέκτων της Ελλάδος, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό, αφού όλοι μπορούμε να το αισθανθούμε σ’ ένα επίπεδο μεταφυσικό, είτε απορούμε ακόμη είτε είμαστε σίγουροι για το ποιος είναι.

Η Παναγία ή η Μακρινή Μητέρα, είτε πρόκειται για το ίδιο είτε για διαφορετικά πρόσωπα, είναι σύμβολα τόσο αισθητά, ώστε θα ήταν παράλογο να αρνηθούμε τον ρόλο, που παίζουν στο ελληνικό κοσμοσύστημα. Δεν έχει μεγάλη σημασία αν πρόκειται για την Παρθένο Μαρία, για τη Δήμητρα, για την Αφροδίτη, για την Κυβέλη, για οποιαδήποτε «μάνα» του ελληνισμού. Η αίσθηση που αποκομίζεται διαχρονικά στον ελληνικό χώρο είναι η ίδια, αυτή της μάνας. Σύμφωνα με τη Μαρία Λαμπαδαρίδου-Πόθου, «δεν είναι η γήινη, αλλά εκείνη η ουρανική, η Μεγάλη Δυάδα των Πυθαγορείων, που ενωμένη με τη θεία Μονάδα [συμπληρώνω: τον Θεό Πρωτομάστορα], θα γεννήσει τα ορατά· θα εκδηλωθεί σαν διαιρετή ουσία και αδιαίρετη υπόσταση, για να προχωρήσει στο γινόμενο, που είναι ο ηρακλείτειος νόμος».

Επιπλέον παραδείγματα μπορούν να αντληθούν απ’ όλο το Άξιον Εστί, όπου κάθε υποψιασμένος αναγνώστης μπορεί να αντιληφθεί την αίσθησή τους, μια αίσθηση ξεχωριστά θεολογική, υποκειμενική και ταυτόχρονα κοινά βιωμένη σε βαθμό απόλυτης καθαρότητας του συναισθήματος. «Του κορμού του αρχαίου του δέντρου η Ήρα» δεν είναι, άραγε, τα αερικά της Ελλάδος, που ψιθυρίζουν ανάμεσα στα δαφνόφυλλα τις πρώτες μυστικές συλλαβές; «Οι Ερμήδες με το μυτερό σκιάδι» δεν μπορεί να είναι, τάχα, «οι δρομείς που διάνυσαν τα ουράνια μίλια», το πρότυπο της ζωηρής ελληνικής αλκής, που με τη δράση της μας φέρνει πιο κοντά στον ουρανό; «ΟΙ ΣΗΜΑΝΤΟΡΕΣ ΑΝΕΜΟΙ που ιερουργούνε», που τους νιώθει καθείς ονοματίζοντάς τους εν πλω, δεν μπορούν να ’ναι, ίσως, αυτοί «που σηκώνουν το πέλαγος σαν Θεοτόκο», οι οποίοι καταξιώνουν την ελληνική ψυχή να ταξιδεύει στα μήκη και στα πλάτη της ελληνικής —και όχι μόνο— θάλασσας, για να ζήσει νέες εμπειρίες, να βρει νέους θεούς; «Τα νησιά με τον σπόνδυλο καποιανού Δία» δεν είναι παρά η ζωή, η οποία διαχέεται περιμετρικά, στεγνά και υγρά μαζί, κατά μήκος ολόκληρου του Αιγαίου, για να κάνει αυτούς τους τόπους ευλογημένους με ομορφιά, σαν από τον ίδιο τον βασιλιά των αρχαίων θεών;

Πηγή εικόνας: ladylike.gr

Γι’ αυτό τον λόγο, η ελυτική μυθολογία δεν είναι «θρησκεία», όπως ο θεσμός αυτός νοείται σήμερα. Προσεγγίζει, παρ’ όλα αυτά, πολύ αμεσότερα τους αρχαίους ελληνικούς θεούς και τη μεσαιωνική ελληνική πρόσληψη των ορθοδόξων μορφών της χριστιανοσύνης, απ’ ό,τι θα το έκαναν οι μυθολόγοι για τους μεν ή οι θεολόγοι για τις δε. Κάτι τέτοιο θα έφερνε τον Ελύτη υπερβολικά κοντά στον βιβλικό-εβραϊκό τρόπο κοσμογένεσης, ο οποίος ήταν αντίθετος από την ποιητική αλήθεια, που ήθελε να επιτύχει ο Νομπελίστας ποιητής, για να υμνήσει τον μεγάλο άξονα του έργου του.

Και άξονας στο έργο του Ελύτη δεν είναι παρά η διαφάνεια, η καθαρότητα, η διαύγεια, το αγνό και παρθένο βλέμμα, το οποίο μέσω της «ενόρασης» ενός χρησμικού ποιητή μάς παραδίδει την αλήθεια, όπως βιώνεται από τον Ποιητή κάθε εποχής. Από τον Ποιητή, ο οποίος, κατά τη διαίρεση του Άξιον Εστί, γεννάται σε συγκεκριμένο χωροχρονικό πλαίσιο, αλλά εκθεώνει και εκθεώνεται με το έργο του, για να καταλάβει την αλυσίδα της μοίρας, που τον δένει μ’ ένα ανώτερο κοινό πεπρωμένο. Μια αλυσίδα που για τον Έλληνα Ποιητή μας ήταν καμωμένη από φως, εκπεφρασμένο από τον μυστικό κώδικα της ελληνικής γλώσσας, που μετά από χιλιάδες χρόνια, με όλα του τα «ελ» (ελευθερία, ελπίδα, Ελένη, Ελλάς, Ελύτης), μας δίνει να νιώσουμε το Εν και Αδιαίρετο του αιώνια ελληνικού ζῆν και εὖ ζῆν.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Οδυσσέας Ελύτης, Ποίηση, Εκδόσεις Ίκαρος, Έβδομη έκδοση: 2020
  • Μαρία Λαμπαδαρίδου-Πόθου, Οδυσσέας Ελύτης: Ένα όραμα του κόσμου, εκδόσεις Φιλιππότη, Β΄ έκδοση, 1994
  • Το Αρχαιόθεμα του Ελύτη, greek-language.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Ο Ελύτης για τον μύθο, greek-language.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γιώργος Τζεμίντιμπης
Γιώργος Τζεμίντιμπης
Γεννήθηκε το 2005 στη Θεσσαλονίκη και μεγάλωσε στην Κομοτηνή. Σπουδάζει στη Νομική Σχολή του Α.Π.Θ. Από μικρή ηλικία ασχολείται με το γράψιμο και έχει αποσπάσει για αυτό βραβεία (1ο Πανελλήνιο Βραβείο Ποίησης-Λογοτεχνίας, έπαινος σε διαγωνισμό δοκιμίου για νομικά θέματα, κ.ά.). Το πεδίο ενδιαφερόντων του περιλαμβάνει την ελληνική και παγκόσμια ιστορία και λογοτεχνία, τα διεθνή θέματα και τις τρέχουσες κοινωνικές εξελίξεις. Στον ελεύθερό του χρόνο διαβάζει πολύ, με την ελπίδα να μετουσιώσει τον λόγο σε κάτι ουσιαστικό· η αρθρογραφία ίσως να αποτελέσει το πρώτο ουσιώδες βήμα σ’ αυτήν την προσπάθεια.