13.4 C
Athens
Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ ποινική προστασία του περιβάλλοντος (Μέρος Β')

Η ποινική προστασία του περιβάλλοντος (Μέρος Β’)


Της Ελένης Κάζου,

Σε προηγούμενο άρθρο αναλύθηκε η ποινική προστασία του περιβάλλοντος όπως αυτή τυποποιείται στο άρθρο 28 του Ν. 1650/1986. Στο παρόν άρθρο θα αναλυθούν ποινικές διατάξεις με τις οποίες προστατεύεται το θαλάσσιο περιβάλλον. Η ανάγκη ειδικότερης τυποποίησης νόμου που προστατεύει το θαλάσσιο περιβάλλον πηγάζει από την εξέχουσα θέση που κατέχει ο θαλάσσιος χώρος στην Ελλάδα, λόγω της έκτασής του καθώς και της ιδιαίτερα μεγάλης αξίας του στην εγχώρια οικονομία. Ειδικότερα, μετά τη θέσπιση του άρθρου 24 του Συντάγματος του 1975, που όπως αναλύθηκε στο μέρος Α’, καθιερώθηκε ουσιαστικά η πρώτη νομική προστασία του περιβάλλοντος, ακολούθησε ο Νόμος 743/1977 ο οποίος κατευθύνεται στην προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Προστατευόμενο αγαθό είναι ακριβώς το θαλάσσιο περιβάλλον χωρίς, ωστόσο, να αποκλείεται η παράλληλη προσβολή προσωπικών έννομων αγαθών όπως η ζωή κι η υγεία καθώς και το έννομο αγαθό της ιδιοκτησίας.

Συγκεκριμένα, η ποινική προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος εντοπίζεται στο άρθρο 13 του Ν 1650/1986. Στο άρθρο αυτό προβλέπονται οι ποινικές κυρώσεις που επιβάλλονται στην περίπτωση της σοβαρής θαλάσσιας ρύπανσης. Πρόκειται για ένα έγκλημα κοινό, στιγμιαίο με το οποίο τυποποιείται στο πρώτο εδάφιο ως βασικό πλημμέλημα, η εκ δόλου πρόκληση σοβαρής ρύπανσης. Το αδίκημα δύναται να τελεστεί τόσο με πράξη όσο και με παράλειψη, τηρουμένης της συνδρομής των όρων του άρθρου 15 του Ποινικού Κώδικα. Ως ρύπανση κατά το άρθρο 1 περ. ιδ’ Ν 743/1977 ορίζεται «Η παρουσία στη θάλασσα κάθε ουσίας, η οποία αλλοιώνει τη φυσική κατάσταση του θαλασσινού νερού ή το καθιστά επιβλαβές, στην υγεία του ανθρώπου ή στην πανίδα και χλωρίδα των βυθών και γενικά ακατάλληλο για τις προβλεπόμενες κατά περίπτωση χρήσεις του»

Με τη συγκεκριμένη διάταξη τιμωρείται μόνο η σοβαρή ρύπανση. Το αν μια ρύπανση λογίζεται ως σοβαρή εναπόκειται τελικώς στην κρίση του δικαστηρίου, η οποία θα πρέπει να περιέχει ειδική κι εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Η διάταξη αυτή αποτελεί λευκό ποινικό νόμο. Η πράξη (ή παράλειψη) του δράστη αφορά παραβάσεις του παρόντος νόμου, της «Σύμβασης» και των Προεδρικών Διαταγμάτων κι Υπουργικών Αποφάσεων που εκδίδονται σε εκτέλεση αυτών. Στον χώρο αυτό συμπεριλαμβάνονται κι οι διεθνείς συμβάσεις. Η ιδιαίτερη αυτή νομική υποχρέωση αναγνωρίζεται εξάλλου και στο άρθρο 11 παρ.1 του Ν 743/1977, σύμφωνα με το οποίο προβλέπεται ότι «Σε περίπτωση ρύπανσης ή πιθανού κινδύνου πρόκλησης αυτής, ο πλοίαρχος και ο εκπρόσωπος του πλοίου, ο προϊστάμενος ή διευθυντής της εγκατάστασης καθώς κι οι τυχόν εντεταλμένοι υποχρεούνται να αναφέρουν αμέσως το περιστατικό στην αρμόδια Λιμενική Αρχή ή το Υπουργείο και να λάβουν άμεσα κάθε πρόσφορο μέτρο για την αποτροπή, περιορισμό κι αντιμετώπιση της ρύπανσης, ενεργώντας σύμφωνα με τα υφιστάμενα σχέδια αντιμετώπισης της ρύπανσης».

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: Yogendra Singh

Παράλληλα,  σε ότι αφορά τις παραλλαγές του βασικού εγκλήματος προβλέπεται διακεκριμένη μορφή του αδικήματος κατά την οποία προκύπτει κίνδυνος ζημίας ή βλάβης σε πρόσωπο ή πράγματα. Η μορφή αυτή αποτελεί καταρχήν έγκλημα βλάβης σε ότι αφορά το θαλάσσιο περιβάλλον και ταυτόχρονα αδίκημα αφηρημένα – συγκεκριμένης διακινδύνευσης ή αλλιώς δυνητικής διακινδύνευσης (κατά άλλους συγκεκριμένης διακινδύνευσης) ατομικών εννόμων αγαθών (ζωή, υγεία, ιδιοκτησία). Ως απειλούμενη ποινή προβλέπεται από τον νόμο φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Ακόμα, προβλέπεται από τον νόμο προνομιούχα παραλλαγή του εξ αμελείας τελεσθέντος εγκλήματος στο άρθρο 13 παρ.1 α (ii) N 743/1977.

Επιπλέον, σε ότι αφορά την ποινική προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος θεσπίζεται κι ο Ν 4037/2012. Ο νόμος αυτός θεσπίστηκε ύστερα από συμμόρφωση της Ελλάδας στην Οδηγία 2035/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης «ρύπανση από πλοία και θέσπιση κυρώσεων για την περίπτωση παραβάσεων». Η οδηγία αυτή κινήθηκε στο σκεπτικό ότι η θαλάσσια ρύπανση δεν περιορίζεται στα στενά χωρικά ύδατα των κρατών και μάλιστα μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές περιβαλλοντικές ζημίες. Το ζήτημα αυτό είχε ήδη εγείρει προβληματισμό σε διεθνές επίπεδο στο παρελθόν. Με την οδηγία 2009/123/ΕΚ θεσπίστηκε ένα ενιαίο ευρωπαϊκό νομοθετικό πλαίσιο με το οποίο υιοθετήθηκαν αποτελεσματικά μέτρα προς την κατεύθυνση της πρόληψης της ρύπανσης της θάλασσας από τα πλοία και της επιβολής κυρώσεων. Ακολούθως, ο Ν 4037/2012 περιέχει ξεχωριστές διατάξεις από εκείνες του Ν 743/1977, που αναλύθηκε ανωτέρω, καθώς αφορά τις προσβολές του θαλάσσιου περιβάλλοντος από τις απορρίψεις συγκεκριμένων ρυπογόνων ουσιών από τα πλοία

Συγκεκριμένα, η ποινική προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος τυποποιείται στο άρθρο 6 του παρόντος νόμου. Ως αδίκημα ορίζεται «η απόρριψη ρυπογόνων ουσιών από πλοίο από την οποία προκαλείται υποβάθμιση της ποιότητας του θαλάσσιου ύδατος». Η ισχύς του συγκεκριμένου νόμου καταλαμβάνει μόνο την απόρριψη ρυπογόνων ουσιών που γίνονται στις περιοχές που ορίζονται στο άρθρο 3 Ν 4037/2012, οι οποίες περιλαμβάνουν: « α) τα εσωτερικά ύδατα κράτους-μέλους συμπεριλαμβανομένων των λιμένων β) τα χωρικά ύδατα κράτους-μέλους, γ) τα στενά που χρησιμοποιούνται για τη διεθνή ναυσιπλοΐα κι υπόκεινται στο καθεστώς διέλευσης που ορίζεται στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών δ) την αποκλειστική οικονομική ζώνη ή σε αντίστοιχη ζώνη κράτους-μέλους, που έχει καθοριστεί σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο κι ε) την ανοικτή θάλασσα».


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Λάμπρος Μαργαρίτης, Χρήστος Ν. Σατλάνης, Ειδικοί Ποινικοί Νόμοι, Νομική Βιβλιοθήκη, 2022.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ελένη Κάζου
Ελένη Κάζου
Γεννήθηκε το 2003 στην Καβάλα. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την εμβάθυνση και εξειδίκευση σε σύγχρονα ζητήματα του ουσιαστικού και δικονομικού ποινικού δικαίου. Ομιλεί άπταιστα την Αγγλική και πολύ καλά τη Γερμανική γλώσσα. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με το σκάκι, την εκμάθηση ξένων γλωσσών, τα ταξίδια και την μουσική