Του Ναπολέοντα- Σάββα Γρίβα,
Μόνο λίγες δεν είναι οι περιπτώσεις, όπου φράσεις που διατυπώθηκαν από τους προγόνους μας έχουν αποδειχθεί ιδιαίτερα εύστοχες και ικανές να ερμηνεύσουν τις ανάγκες της καθημερινότητας και της ζωής μας κατ’ επέκταση. Μία εκ των πολλών αυτών δεν είναι άλλη από τη φράση «μέτρον άριστον», η οποία πρωτοδιατυπώθηκε από τον Κλεόβουλο τον Λίνδιο και εκφράζει την πεποίθηση πως η παρουσία του «μέτρου» αποτελεί εχέγγυο για μία υγιή και ισορροπημένη ζωή. Πρόκειται, αδιαμφισβήτητα, για μία «επίπονη» και πειθαρχημένη στάση ζωής, ωστόσο είναι εφικτή η πιστή εφαρμογή της στην καθημερινότητά μας;
Η αλήθεια είναι, πως η ευκολία ή μη εφαρμογής της είναι άμεσα συσχετιζόμενη με την ηλικία του κάθε ανθρώπου. Αν μη τι άλλο, η παιδική είναι η καταλληλότερη ηλικία για να μπορέσει ο άνθρωπος να αναπτύξει πλήθος ενδιαφερόντων, καθώς οι υποχρεώσεις που εκείνη την περίοδο φέρει είναι ελάχιστες, αν όχι μηδαμινές. Η απουσία ωριμότητας, ωστόσο, που στις ηλικίες αυτές μάς κυριεύει έχει ως αποτέλεσμα όχι απλώς να μην μπορούμε να εφαρμόσουμε το «μέτρον άριστον», αλλά… να χάνουμε, συχνά, εντελώς το μέτρο! Πόσες και πόσες φορές, όλοι μας, αφιερώσαμε υπέρ του δέοντος χρόνο —και μάλιστα κατ’ επανάληψη— σε μία ασχολία που αγαπούσαμε, παραμελώντας κάθε άλλη δραστηριότητα…
Μεγαλώνοντας, πέραν του ότι αυξάνεται η ωριμότητά μας, πολλαπλασιάζονται και οι υποχρεώσεις μας και τότε σιγά σιγά αναδύεται η αναγκαιότητα εύρεσης του «μέτρου», της χρυσής τομής για την ταυτόχρονη ενσωμάτωση τόσο των υποχρεώσεων μας, όσο και των δραστηριοτήτων που μας ευχαριστούν. Σε μία τέτοια κατάσταση, βρισκόμαστε, οι περισσότεροι, για πρώτη φορά στην τρίτη τάξη του Λυκείου, εκεί όπου ο απαιτούμενος χρόνος τόσο για τη διδασκαλία όσο και για το διάβασμα και την αφομοίωση της εξεταστέας ύλης, έχουν ως αποτέλεσμα να μην μπορούμε να διάγουμε μία ισορροπημένη ζωή. Η ελάττωση ή ακόμη και η διακοπή των αθλητικών μας δραστηριοτήτων εκείνη την περίοδο, για παράδειγμα, αποτελεί σαφή ένδειξη πως έχουμε χάσει το «μέτρο». Βέβαια, στην επίπονη και ψυχοφθόρα αυτή διαδικασία που ως έφηβοι καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε, ελαφρυντικό αποτελεί το γεγονός πως ο σκοπός «αγιάζει» τα μέσα. Όχι, όμως, ότι από την ενηλικίωσή μας και έπειτα, μία τέτοια πολυτέλεια υφίσταται. Είναι τόσες οι υποχρεώσεις, στις οποίες οφείλουμε να ανταπεξέλθουμε, με αποτέλεσμα από τα φοιτητικά μας χρόνια, αλλά και στα πρώιμα στάδια της εργασίας μας, να συνειδητοποιούμε την αναγκαιότητα της σωστής διαχείρισης του χρόνου μας, καθώς και την ύπαρξη του «μέτρου» στη ζωή μας. Αργά ή γρήγορα, είτε με τον εύκολο είτε με τον δύσκολο τρόπο, αντιλαμβανόμαστε πως η ύπαρξη μίας ισορροπημένης ζωής δεν πρόκειται περί πολυτέλειας, αλλά περί αναγκαιότητας! Η αλήθεια είναι, ωστόσο, πως όσο «εύκολα» προκύπτει αυτή η «διάγνωση», άλλο τόσο δύσκολη —και συχνά αδύνατη— μοιάζει να είναι η επίλυσή της.
Απ’ την ενηλικίωση κι έπειτα, είναι εμφανές πως καλούμαστε να αναδιαμορφώσουμε και να προβούμε τρόπον τινά σε μία επιλογή των ενδιαφερόντων μας, καθώς ο ελεύθερος μας χρόνος δεν επαρκεί για την ανάπτυξη όλων. Ως απόρροια αυτής, προκύπτει η ενασχόλησή μας με λιγότερες δραστηριότητες, αφιερώνοντας, ωστόσο, περισσότερο χρόνο σε καθεμία, σε σχέση με πριν. Κάνοντας, όμως, την άτυπη αυτή επιλογή, στην πραγματικότητα περισσότερο μοιάζει σαν να αναγκάζεστε να περιορίσετε τα ενδιαφέροντά σας, παρά να προσεγγίζετε την επίτευξη της «μεσότητας», κατά Αριστοτέλη. Κάτι τέτοιο γίνεται ακόμη πιο αντιληπτό σε μεταγενέστερο στάδιο, με τη δημιουργία οικογένειας, όπου η ζωή του ανθρώπου τότε λαμβάνει μία πολύ ιδιαίτερη τροπή. Κοινό μυστικό αποτελεί πως η οικογένεια προσφέρει πληθώρα από συναισθηματικά οφέλη στα μέλη της, όμως… και ιδιαιτέρως αυξημένες υποχρεώσεις. Από εκείνη την περίοδο και έπειτα, μοιάζει δύσκολο κάποιος να διάγει μία ισορροπημένη ζωή, τουλάχιστον με τον τρόπο που μέχρι τότε είχε συνηθίσει. Οι εξαντλητικοί ρυθμοί ζωής, ως απόρροια τόσο της διαρκούς αύξησης του ορίου συνταξιοδότησης, αλλά και της εξαήμερης εργασίας, αφήνουν… μάλλον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο στον μέσο άνθρωπο. Και όταν στον ελάχιστο αυτό χρόνο έρχονται να προστεθούν και οι οικογενειακές υποχρεώσεις, τότε είναι απορίας άξιον, αν για κάποιες πληθυσμιακές ομάδες υπάρχει ελεύθερος χρόνος. Πώς μετά αυτοί οι άνθρωποι, οι οποίοι δεν βρίσκουν τον χρόνο για δραστηριότητες που τους ευχαριστούν, να ζήσουν τηρώντας το «μέτρο» στη ζωή τους; Καταφεύγουν, λοιπόν, στους εθισμούς, όπως το αλκοόλ χωρίς όρια και η απεριόριστη ενασχόληση με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το αποτέλεσμα είναι ότι στο τέλος αποξενώνονται όχι μόνο από τους γύρω τους, αλλά αλλοτριώνονται και από τον ίδιο τους τον εαυτό! Γιατί, για να υπάρχει «μέτρο», απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί και η ύπαρξη πληθώρας δραστηριοτήτων, οι οποίες θα πρέπει να βρίσκονται σε «ισορροπία» με τις υποχρεώσεις μας. Συνεπώς, όπως στην εν λόγω περίσταση, αν ο ενήλικας δεν έχει καν την ευκαιρία να αφιερώσει χρόνο για δράσεις που τον χαροποιούν, τότε πώς θα καταφέρει να βρει αυτή τη πολυπόθητη ισορροπία;
Συμπερασματικά, είμαστε σε θέση να αποφανθούμε πως για τον σύγχρονο άνθρωπο η εφαρμογή της φράσης «μέτρον άριστον» περισσότερο αποτελεί έναν ιδεατό στόχο, παρά μία κατάσταση που ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Είναι, άλλωστε, τέτοια και η φύση του ανθρώπου να επιδιώκει το εύκολο και το ελκυστικό και να μην κοπιάζει για το δύσκολο και μακροπρόθεσμα «καλό». Το να προσπαθήσουμε να ζήσουμε με «μέτρον άριστον» μοιάζει, ίσως, λίγο ουτοπικό, όμως χρέος όλων μας αποτελεί να καταβάλουμε προσπάθεια για τη διασφάλιση μίας όσο το δυνατόν πιο ισορροπημένης ζωής! Σε άλλη περίπτωση, τον εαυτό μας βλάπτουμε.. Κρίμα δεν είναι;