Του Γιάννη Μπότσα,
Εισαγωγή
Η αγροτική οικονομία αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους πυλώνες ανάπτυξης, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη. Καθώς οι γεωργικές και κτηνοτροφικές δραστηριότητες συνδέονται άμεσα με την παραγωγή τροφίμων, τη διαχείριση φυσικών πόρων και την ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών, η αγροτική ανάπτυξη δεν περιορίζεται μόνο στον πρωτογενή τομέα, αλλά επεκτείνεται σε ευρύτερες οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές διαστάσεις. Στην Ελλάδα, ο αγροτικός τομέας, από τα πρώτα χρόνια ύπαρξης του νέου ελληνικού κράτους, όταν η πλειονότητα του πληθυσμού απασχολούνταν στον αγροτικό τομέα, εξακολουθεί να διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην οικονομική δραστηριότητα πολλών περιφερειών. Στο παρόν άρθρο, θα εξετάσουμε τις σύγχρονες προκλήσεις και προοπτικές της αγροτικής οικονομίας σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, αναλύοντας τις πολιτικές, τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις στρατηγικές που προωθούν την ανάπτυξή της, αλλά και τα εμπόδια που συχνά τη δυσχεραίνουν.
Πρώτα Χρόνια
Για να μπορέσουμε να ξετυλίξουμε το κουβάρι της αγροτικής οικονομίας στην Ελλάδα, θα πρέπει να το πάρουμε από την αρχή. Στην περίοδο του 19ου, η αγροτική οικονομία αποτέλεσε ίσως το σημαντικότερο οικονομικό κεφάλαιο εκείνης της περιόδου, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της χώρας και πέρασε φάσεις κρίσης, εντάσεων, αλλά και προόδου. Μετά την επιτυχή επανάσταση, η ίδρυση του ελληνικού κράτους η αγροτική παραγωγή είχε υποστεί τεράστιες ζημιές λόγω του πολέμου, ενώ πολλές περιοχές είχαν αποδεκατιστεί πληθυσμιακά, το μεγαλύτερο ζήτημα που ανέκυψε ήταν αυτό των «εθνικών γαιών» (Περισσότερα εδώ). Στην περίοδο του Όθωνα, έγιναν προσπάθειες εκσυγχρονισμού, μιας και οι μέθοδοι παραγωγής ήταν παραδοσιακοί και πρωτόγονοι. Φυσικά, το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν η έλλειψη επενδύσεων, αλλά και η αργή ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών. Στα τέλη του 19ου αιώνα, δόθηκε μεγαλύτερη ώθηση με επενδύσεις στις υποδομές, όπως η κατασκευή σιδηροδρόμων και η βελτίωση των οδικών δικτύων που συνέβαλαν αποτελεσματικά στις μεταφορές των προϊόντων και έφεραν άνθιση στις εξαγωγές. Ίσως η μεγαλύτερη εξαγωγική επιτυχία της Ελλάδας εκείνη την περίοδο ήταν η σταφίδα. Η καλλιέργεια και η εξαγωγή της, κυρίως προς τη Μεγάλη Βρετανία, δημιούργησε μια σημαντική οικονομική βάση για πολλές περιοχές, όπως η Πελοπόννησος και τα νησιά του Ιονίου. Οι υψηλές τιμές και η ζήτηση την καθιστούσαν πρωταγωνιστή στις ελληνικές εξαγωγές. Γενικά, η αγροτική οικονομία εκείνου του αιώνα στην Ελλάδα καθορίζεται από την αργή μετάβαση από την παραδοσιακή γεωργία σε μια πιο εμπορευματική και εξαγωγική παραγωγή. Παρόλο που έγιναν σημαντικές προσπάθειες για την εκσυγχρονισμό της, τα διαρθρωτικά προβλήματα, όπως η άνιση διανομή της γης και η έλλειψη κεφαλαίων συνέχισαν να εμποδίζουν τη συνολική ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας.
Η χαμένη Ευκαιρία
Μπαίνοντας στον 20ό αιώνα, ο ελληνικός πρωτογενής τομέας χαρακτηρίζεται από ένα σύστημα βασισμένο στη μικρή ιδιοκτησία και στην οικογενειακή εργασία. Έτσι θα προχωρήσει και για τα επόμενα χρόνια, μαστιζόμενος παράλληλα από ανεπαρκείς αγροτικές υποδομές, περιορισμένη αυτοματοποίηση και τεχνολογική ανάπτυξη που συνεπάγονταν χαμηλά επίπεδα παραγωγικότητας. Μόνο κατά τις δεκαετίες του 1950 και 1960 παρουσιάστηκε κάποια πρόοδος και σχετικός εκσυγχρονισμός στην αγροτική οικονομία, με την εισαγωγή μηχανοκίνητων εργαλείων (όπως τρακτέρ) και ορισμένες επενδύσεις στις υποδομές και την άρδευση. Έγινε επίσης μια στροφή προς περισσότερο εμπορικά προϊόντα, όπως τα εσπεριδοειδή και τα φρούτα, κάτι που ενίσχυσε σημαντικά τις εξαγωγές. Η μεγάλη χαμένη ευκαιρία όμως τοποθετείται στον ύστερο 20ό αιώνα και κυρίως τη δεκαετία του 1980. Η ένταξη της χώρας μας στην τότε ΕΟΚ (Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα) έφερε ραγδαίες εξελίξεις και αλλαγές στην αγροτική οικονομία. Οι επιδοτήσεις μέσω της κοινής αγροτικής πολιτικής (ΚΑΠ περισσότερα εδώ) ενίσχυσαν τη γεωργική παραγωγή, αλλά κυρίως προκάλεσαν στρεβλώσεις, καθώς πολλοί παραγωγοί βασίζονταν σε αυτές χωρίς να προβαίνουν στο απαραίτητο εκσυγχρονισμό των πρακτικών τους, με τη διείσδυση των νέων τεχνολογιών στην παραγωγή να είναι ελάχιστη έως ασήμαντη, αν λάβει κανείς υπόψη το ύψος των ποσών που δόθηκαν. Στο κομμάτι των εξαγωγών, πρωταγωνίστησαν προϊόντα όπως το ελαιόλαδο, το κρασί, τα φρούτα και λαχανικά, το βαμβάκι και ο καπνός, ωστόσο η έλλειψη τυποποίησης αλλά και η ύπαρξη του ολιγοψώνιου –η παρουσία δηλαδή λίγων αγοραστών–, δεν εξασφάλιζε δίκαιες τιμές για τους αγρότες ούτε και υπεραξία για το ΑΕΠ της χώρας.
Αντί Επιλόγου
Ο «εθισμός» των αγροτών σε επιδόματα, παροχές και κρατικές ενισχύσεις που συνέβη με τις κρατικές ευλογίες, δεν επέτρεψε στην ελληνική αγροτική παραγωγή να αναπτυχθεί στο βαθμό που θα μπορούσε να ξεπεράσει τα δομικά προβλήματα και να ανοιχθεί σε μονοπάτια εκσυγχρονισμού, ανάπτυξης και υψηλής κερδοφορίας. Το παραγωγικό μοντέλο των μικρών οικογενειακών εκτάσεων δεν επιτρέπει τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας, παρόλες τις φιλότιμες προσπάθειες που έκαναν συχνά οι αγρότες μέσω των συνεταιρισμών. Όλα τα παραπάνω οδηγούσαν σε στασιμότητα. Έχοντας κάνει μια βασική ανασκόπηση για τους πρώτους δύο αιώνες του ελληνικού πρωτογενή τομέα θα προχωρήσουμε στο Β΄ μέρος με μια ανάλυση της σημερινής κατάστασης, των ευκαιριών και των εμποδίων που συναντά η αγροτική οικονομία. Με τη βοήθεια στατιστικών και οικονομικών μοντέλων θα προσπαθήσουμε να αποκρυπτογραφήσουμε την επόμενη μέρα του αγροτικού κλάδου.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Συλλογικό, Αγροτική Οικονομική Θεωρίες και πολιτική, Εκδόσεις Μπένου, Αθήνα 2009