Της Αναστασίας Δρόσου,
Ας μιλήσουμε για την ελευθερία του λόγου. Μία κατεξοχήν πολιτική ελευθερία. Μία επίσης ελευθερία που πηγαίνει μαζί με το δημοσιογραφικό λειτούργημα. Τέλος, μία ελευθερία που σιγά σιγά ξεψυχά στο Χονκ Κονγκ, καθώς το Πεκίνο σφίγγει την αγχόνη γύρω της. Αξίζει να μιλήσουμε για μία πρόσφατη χαρακτηριστική περίπτωση, τον Chung Pui-kuen και τον Patrick Lam, δημοσιογράφους της εφημερίδας Stand New, οποίοι κρίθηκαν ένοχοι για έγκλημα εναντίον του κράτους. Γιατί;
Είναι απλό: οι δημοσιεύσεις τους σε δημοκρατικό σάιτ κρίθηκαν αντίθετες στο κρατικό συμφέρον. Είναι χαρακτηριστικό ότι η καταδίκη τους βασίστηκε σε έναν νόμο που έχει τις ρίζες του στην εποχή της αποικιοκρατίας κι ο οποίος χρησιμοποιήθηκε επανειλημμένα για την κατάπνιξη αντικαθεστωτικών απόψεων μετά το 2019, όταν ξέσπασαν βίαιες διαδηλώσεις. Ωστόσο, είναι η πρώτη φορά μετά το 1997 (έτος που το Χονκ Κονγκ επεστράφη από το Ηνωμένο Βασίλειο στην Κίνα), που η κατηγορία για ανταρσία εναντίον του καθεστώτος χρησιμοποιείται για την καταδίκη δημοσιογράφων από το Δικαστήριο του Χονκ Κονγκ.
Τι αλλάζει ποιοτικά σε αυτή την περίπτωση; Όσο ιδεαλιστικό κι αν ακούγεται, το επίπεδο της δημοσιογρφίας δείχνει τη στάθμη της δημοκρατίας και των ατομικών ελευθεριών κάθε κοινωνίας. Η στάθμη αυτή στο Χονκ Κονγκ έχει πιάσει… πάτο. Τοπικά «τολμηρά» πρακτορεία ειδήσεων, όπως το News Daily και το Apple News, έβαλαν λουκέτο με την «ευγενική» βοήθεια της Κίνας. Παράλληλα, άλλα ξένα κανάλια ή διεθνείς οργανώσεις έχουν αποχωρήσει από το έδαφος του Χονκ Κονγκ, αναφέροντας ως αιτία την αλλαγή του πολιτικού τοπίου.
Αλλαγή του πολιτικού τοπίου προς το χειρότερο, αφού ο ολοκληρωτισμός φέρνει μαζί του την κατάπνιξη της ελευθερίας του λόγου σε όλα τα επίπεδα. Το «έγκλημα» των δύο δημοσιογράφων ήταν η δημοσίευση 17 ιστοριών που έπλητταν το κύρος και την τιμή του Κόμματος, παραβιάζοντας τον νόμο περί δημόσιας ασφάλειας που είχε επιβληθεί στο Χονκ Κονγκ μεταξύ του Ιουλίου του 2020 και του Δεκεμβρίου του 2021. Επρόκειτο για μαρτυρίες ακτιβιστών και πολιτικών της αντιπολίτευσης, οι οποίοι σήμερα βρίσκονται στη φυλακή.
Οι δημοσιογράφοι υποστήριξαν πως το συγκεκριμένο ρεπορτάζ περιείχε κι απόψεις υπέρ του κόμματος, σε μία προσπάθεια ολοκληρωμένης απόδοσης της πραγματικότητας. Ωστόσο, για το Κινεζικό Κράτος η πραγματικότητα είναι μία. Κι όποιος παρεκλίνει, πληρώνει για τις συνέπεις. Εδώ, οι δύο κατηγορούμενοι απειλούνται με ποινή φυλάκισης έως δύο χρόνια. Στάθηκαν τυχεροί, θα έλεγε κανείς, καθώς η ποινή ανέβηκε πλέον από 2 σε 10 χρόνια, με νέο νόμο για τη δημόσια ασφάλεια.
Για ποια ασφάλεια μιλάμε; Σύμφωνα με το Hong Kong Journalists Association, η ελευθερία του λόγου στην περιοχή έχει φτάσει στα χαμηλότερα επίπεδα που έχουν καταγραφεί από το 2013, ενώ οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα (RSF) κατατάσσουν το Χονκ Κονγκ στη θέση 135 μεταξύ 180 χωρών.
Θεωρητικά, το Χονκ Κονγκ, από την αποχώρηση των Βρετανών το 1997, θα βρισκόταν υπό ένα ιδιαίτερο καθεστώς αυτονομίας ως προς την Κίνα, το γνωστό “one country, two systems”. Η Κίνα κάνει για ακόμη μία φορά εμφανές πως ένα σύστημα υπάρχει κι υιοθετεί: αυτό του ολοκληρωτισμού και του φόβου. Κι αν σήμερα ο λόγος είναι το δημόσιο συμφέρον, αύριο αυτό θα καταπιεί ό,τι ανθρώπινο έχει απομείνει. Κι ένα από αυτά είναι οι λέξεις κι η δύναμή τους.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Hong Kong journalists found guilty of sedition in case critics say highlights decline in press freedom, CNN, διαθέσιμο εδώ
- Hong Kong’s freedoms: what China promised and how it’s cracking down, Council on Foreign Relations, διαθέσιμο εδώ