Της Καλλιόπης Μπεκίρη,
Το μεταναστευτικό ζήτημα, το οποίο έλαβε εκτεταμένες διαστάσεις διεθνώς το 2015, ανέδειξε τη σημαντικότητα δημιουργίας διμερών σχέσεων μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τουρκίας, προκειμένου να εφαρμοστεί μια σειρά ορίων και ελέγχων και να «χαλιναγωγηθεί» το υπέρμετρο ρεύμα των μεταναστευτικών ροών. Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, της αναγκαιότητας ανάπτυξης αυτής της διπλωματικής πρωτοβουλίας, η Γερμανία αποτέλεσε και εξακολουθεί να αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της περάτωσης του εν λόγω «σχεδίου».
Υπήρξε μια από τις χώρες που απορρόφησε σημαντικό αριθμό ατόμων που αιτούνταν άσυλο και ουσιαστικά διαδραμάτισε βαρυσήμαντο ρόλο ως προς την επίσημη πραγματοποίηση της Συμφωνίας Ε.Ε.-Τουρκίας. Έως και σήμερα, η Γερμανία με τον Καγκελάριο Olaf Scholz και έπειτα από διμερή συμφωνία, στην οποία κατέληξε από κοινού με τον Πρόεδρο Recep Tayyip Erdoğan, συνεχίζει και επιτελεί το έργο της και προχωρά τώρα σε απέλαση εκατοντάδων Τούρκων προς τη χώρα τους, σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα της Frankfurter Allgemeine Zeitung.
Η διμερής αυτή συμφωνία μεταξύ Γερμανίας και Τουρκίας πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με την εφημερίδα FAZ «έπειτα από μήνες διαπραγματεύσεων με την Άγκυρα, και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει αρχίσει να απελαύνει μεγάλο αριθμό Τούρκων πολιτών στην πατρίδα τους, ενώ έχουν ήδη πραγματοποιηθεί οι πρώτες ειδικές πτήσεις προς την Τουρκία». Αυτή η απόφαση της Γερμανίας να προχωρήσει σε διαδικασίες απέλασης Τούρκων αιτούντων άσυλο, σχετίζεται με μια σειρά από παράγοντες που αφορούν αφενός την εσωτερική πολιτική της, αφετέρου και τις διεθνείς γεωστρατηγικές και διπλωματικές ανακατατάξεις.
Πιο συγκεκριμένα, η Γερμανία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πίεση που πηγάζει από την εσωτερική της πολιτική. Οι ροές μεταναστών οι οποίες μεγιστοποιήθηκαν από το 2015 και έπειτα, την έχουν τοποθετήσει σε μια ιδιαίτερα δυσμενή θέση, δημιουργώντας πλήθος ζητημάτων που υπονομεύουν την γερμανική κοινωνία στο σύνολό της. Χαρακτηρίζεται πλέον από μια κοινωνική αναστάτωση και ανομοιογένεια, καθώς επίσης και από οικονομική στενότητα-δυσπραγία. Δεν της είναι πλέον εφικτό να διαχειριστεί ορθολογικά και με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο τις μεταναστευτικές ροές που συνεχώς αυξάνονται. Στερείται πλέον βασικών στοιχείων, και κατά αυτόν τον τρόπο η γερμανική κοινωνία χωλαίνει επί του συγκεκριμένου ζητήματος. Παράλληλα, η άνοδος ακροδεξιών κομμάτων όπως είναι το “AfD”, καθώς και η εν γένει αναταραχή που επικρατεί στη χώρα για το μεταναστευτικό, οδήγησαν τους γερμανικούς φορείς εξουσίας στο να λάβουν ρηξικέλευθες αποφάσεις προκειμένου να τροποποιηθεί αυτή η κατάσταση.
Ταυτόχρονα, η Γερμανία μέσω της συγκεκριμένης στρατηγικής κίνησης, επιδιώκει να διατηρήσει βέλτιστες διακρατικές σχέσεις με την Τουρκία. Αναγνωρίζει πως πρόκειται για μια χώρα με ιδιαίτερη γεωπολιτική δυναμική που αποτελεί επιπλέον βασική χώρα διέλευσης μεταναστών, άρα κατέχει ισχύ και διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο για την έκβαση του μεταναστευτικού ζητήματος. Ο Γερμανός Καγκελάριος επιδίωξε διαρκείς διαπραγματεύσεις με τον Τούρκο Πρόεδρο, ώστε να εξασφαλίσει την διατήρηση ισορροπιών ανάμεσά τους, αναγνωρίζοντας όπως προαναφέρθηκε την ακανθώδη θέση της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως επίσης και στο ΝΑΤΟ.
Οι διακρατικές σχέσεις μεταξύ Γερμανίας και Τουρκίας υπό την ηγεσία του Olaf Scholz και του Recep Tayyip Erdoğan, χαρακτηρίζονται από μια αμφίρροπη τάση συμφωνίας αλλά και διαφωνίας. Υφίστανται διαφορετικοί τρόποι διαχείρισης των πολιτικών καταστάσεων από την εκάστοτε χώρα και αυτό πολλές φορές δημιουργεί δυσκολίες ανάμεσά τους και παρεμποδίσεις. Ωστόσο, παρά αυτές τις διαφοροποιήσεις και τις διαφωνίες που ανακύπτουν διαρκώς, η Τουρκία, η στρατηγική της σημασία ως μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά και η γεωπολιτική της ισχύ ως χώρα διέλευσης μεταναστών, καθιστούν αναγκαία την επίτευξη συνέχισης της συνεργασίας μεταξύ Γερμανίας και Τουρκίας. Κατά αυτόν τον τρόπο, ο Γερμανός Καγκελάριος επιδιώκει μια μέση λύση που θα εξυπηρετεί και την αντίπερα όχθη, προσπαθώντας να αποφευχθούν οξείες αντιδράσεις και να επιτευχθεί η αγαστή συνεργασία μεταξύ τους, προωθώντας συνεπώς τόσο τα γερμανικά, όσο και τα τουρκικά συμφέροντα.
Αναλυτικότερα, η Τουρκία μέσω της πρόσφατης διμερούς σχέσης που πραγματοποιήθηκε δεσμεύτηκε πως θα δέχεται στη χώρα από τη Γερμανία μέχρι και 500 άτομα κάθε εβδομάδα, αναφέρει χαρακτηριστικά η Frankfurter Allgemeine Zeitung. «Αν και συνεχίζει να απορρίπτει απελάσεις που πραγματοποιούνται μέσω πτήσεων τσάρτερ, φαίνεται διατεθειμένη να αποδεχθεί τέτοιου είδους πτήσεις μόνον εφόσον χαρακτηρίζονται ως ειδικές», αποσαφηνίζει η FAZ και προχωρά στην εξήγηση του παραπάνω υποστηρίζοντας πως οι ειδικές πτήσεις σχετίζονται με την ανάμειξη της εγχώριας αεροπορικής εταιρείας Turkish Airlines.
Επομένως, η Συμφωνία της Γερμανίας με την Τουρκία για την απέλαση αιτούντων ασύλου και η πραγματοποίηση της διμερούς σχέσης υπό την ηγεσία του Olaf Scholz και του Recep Tayyip Erdoğan, καταδεικνύουν την συνθετότητα της σύγχρονης διεθνούς πολιτικής σκηνής. Η Γερμανία επιδιώκει να αναζητήσει τις ισορροπίες ανάμεσα στις δύο χώρες, καθώς και να περατώσει την ανάγκη της για άμβλυνση των μεταναστευτικών ροών που την κατακλύζουν, με απώτερο σκοπό να απελάσει από τη χώρα περισσότερους από 13.500 Τούρκους και να επαναφέρει ζωτικό χώρο στη Γερμανία. Από την άλλη πλευρά, η Τουρκία παρουσιάζεται ιδιαίτερα πρόθυμη και συνεργάσιμη απέναντι στο εν λόγω σχέδιο, ιδίως μετά από την επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στο Βερολίνο, τον Νοέμβριο του 2023. Έτσι, καθίσταται αντιληπτό πως η Γερμανία και η Τουρκία επρόκειτο να εξακολουθήσουν να είναι σημαντικοί διακρατικοί εταίροι, με την συνεργασία ανάμεσά τους ,τουλάχιστον επί του παρόντος, να διαφαίνεται ευοίωνη.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Γερμανία: Συμφωνία με την Άγκυρα για απελάσεις Τούρκων, H Kathimerini, διαθέσιμο εδώ
- Γερμανία: Συμφωνία Σολτς – Ερντογάν για απελάσεις εκατοντάδων τούρκων μεταναστών, in.gr, διαθέσιμο εδώ
- Συμφωνία Γερμανίας – Τουρκίας για απέλαση αιτούντων άσυλο, CNN Greece, διαθέσιμο εδώ
- Γερμανία: Απελαύνει εκατοντάδες Τούρκους, μετά τη συμφωνία Σολτς-Ερντογάν, naftemporiki.gr, διαθέσιμο εδώ