Του Θοδωρή Κεχαγιόγλου,
Αρκετούς αιώνες πριν, περί τον 15ο αιώνα, είχε επικρατήσει μια χαριτωμένη μεν, απλοϊκή δε θεωρία, η οποία υποστήριζε πως τα συναισθήματα θερμαίνουν την καρδιά. Αυτή με τη σειρά της παράγει υδρατμούς, προκειμένου να κρυώσει. Έπειτα, οι υδρατμοί ανεβαίνουν προς το κεφάλι, συμπυκνώνονται κοντά στα μάτια και μετατρέπονται σε δάκρυα.
Φυσικά, η αλήθεια απέχει παρασάγγας από τέτοιες αντιλήψεις. Στην πραγματικότητα, υπάρχει ένα κέντρο του εγκεφάλου που επεξεργάζεται όλα τα συναισθήματα και ονομάζεται μεταιχμιακό σύστημα. Το σύστημα αυτό συνδέεται άρρηκτα με το αυτόνομο νευρικό σύστημα, πάνω στο οποίο δεν μπορούμε να ασκήσουμε κανέναν έλεγχο. Γενικά, διαιρείται σε συμπαθητικό και παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα, με το πρώτο να σχετίζεται περισσότερο με διέγερση του ατόμου και ενέργειες που απαιτούν εγρήγορση (fight or flight situations), ενώ το δεύτερο λειτουργεί σε ακριβώς αντίθετες καταστάσεις (χαλάρωση, μείωση καρδιακού ρυθμού, μειωμένη αναπνευστική λειτουργία, συστολή κόρης κλπ.). Προκειμένου να λειτουργεί εύρυθμα ο οργανισμός μας, αυτά τα δύο συστήματα πρέπει να διατηρούν μια συνεργατική ισορροπία μεταξύ τους.
Τα δάκρυα χωρίζονται σε τρεις υποκατηγορίες:
- Βασικά δάκρυα: Διατηρούν την απαραίτητη υγρασία στην επιφάνεια των οφθαλμών, ώστε να διατηρείται ακέραιη η ικανότητα της όρασης. Σε καθημερινή βάση, παράγονται 150 με 300 γραμμάρια βασικών δακρύων.
- Αντιδραστικά δάκρυα: Παράγονται λόγω υπερβολικού αέρα, ξεφλουδίσματος κρεμμυδιού ή λόγω οποιουδήποτε άλλου επιπλέον ερεθίσματος.
- Συναισθηματικά δάκρυα: Παράγονται σε καταστάσεις που μεταβάλλουν τη συναισθηματική κατάσταση, είτε θετικά είτε αρνητικά. Αυτά είναι και γνωστά ως κλάμα.
Έρευνες έχουν δείξει ότι οι άνδρες κλαίνε 60% λιγότερο από τις γυναίκες, γεγονός που δεν απαιτεί τα γνωστά κοινωνικά στερεότυπα για να τεκμηριωθεί περαιτέρω. Αρκεί να αναφερθεί πως οι δακρυικοί πόροι των αντρών είναι στενότεροι από αυτούς των γυναικών, η τεστοστερόνη αναστέλλει το κλάμα και η προλακτίνη, η οποία είναι μειωμένη στους άντρες, συμβάλλει στο κλάμα.
Οι δακρυικοί αδένες που παράγουν τα δάκρυα βρίσκονται στο άνω πλάγιο τμήμα του κόγχου. Ο αδένας χωρίζεται σε άνω και κάτω λοβό από την απονεύρωση του ανελκτήρα μυ. Ο άνω λοβός έχει μεγαλύτερο μέγεθος και σχήμα φασολιού. Στη συνέχεια, ανοιγοκλείνει το βλέφαρο και τα δάκρυα απλώνονται σε όλη την έκταση του οφθαλμού. Βιοχημικά, τα δάκρυα αποτελούνται ως επί το πλείστον από νερό, αλλά και από ηλεκτρολύτες, πρωτεΐνες (π.χ. αντισώματα, λυσοζύμη) και λιπίδια. Οι κύριοι νευροδιαβιβαστές που ρυθμίζουν τις εκκρίσεις των κυττάρων των δακρυικών αδένων είναι η ακετυλοχολίνη, το αγγειοδραστικό εντερικό πολυπεπτίδιο, η νορεπινεφρίνη και το νευροπεπτίδιο Υ. Ουσιαστικά, η ακετυλοχολίνη εκκρίνεται και δίνει σήμα στη γέφυρα (μέρος του εγκεφάλου) να στείλει σήμα στον δακρυικό αδένα. Η ακετυλοχολίνη ενεργοποιεί την έκκριση νερού, ηλεκτρολυτών και πρωτεϊνών μέσα στον οφθαλμό. Μια έντονη συναισθηματική κατάσταση επιφέρει ενεργοποίηση του συμπαθητικού, επομένως πρέπει να επέλθει ισορροπία. Για αυτόν τον λόγο, το παρασυμπαθητικό που είναι και το επικρατέστερο στο δακρυικό σύστημα ενεργοποιείται και προκαλεί το κλάμα σαν μορφή εκτόνωσης. Αυτή είναι και η αιτία που ύστερα από το κλάμα πέφτουν οι σφυγμοί μας και αισθανόμαστε ανακουφισμένοι.
Επιπλέον, οι εγκεφαλίνες είναι δύο πεπτίδια στον εγκέφαλο που έχουν αναλγητικές δράσεις παρέχουν ένα ανασταλτικό μονοπάτι το οποίο αναστέλλει την έκκριση από τον δακρυικό αδένα, μπλοκάροντας Δ-οπιοειδείς υποδοχείς. Τα λιπίδια των δακρύων καθιστούν την επιφάνεια του ματιού λεία και εμποδίζουν τη γρήγορη εξάτμιση. Το νερό θρέφει και ενυδατώνει τον οφθαλμό, ενώ η βλέννα βοηθά το δακρυικό φιλμ να κολλήσει στην επιφάνεια του ματιού. Μετά την έκκρισή του, το υγρό κυκλοφορεί σε όλο το μάτι και συσσωρεύεται στη δακρυική λίμνη στον έσω κανθό. Από εκεί, ρέει σε ανοίγωματα των άνω και κάτω βλεφάρων. Στη συνέχεια, εισέρχονται στον δακρυικό σάκο, απ’ όπου περνούν στον ρινοδακρυικό πόρο και στραγγίζουν τη μύτη. Εκεί τα δάκρυα είτε εξατμίζονται είτε επαναρροφούνται.
Η ευεργετική δράση του κλάματος δεν εξαντλείται μόνο στην ψυχική και συναισθηματική κάθαρση που επέρχεται. Έπειτα από την ταχυκαρδία και την ταχύπνοια, ακολουθεί εφίδρωση, επιβράδυνση της αναπνοής και σιελόρροια. Ακόμα, έχει βρεθεί πως τα συστατικά των δακρύων συμβάλλουν πολύ στη σωστή ενυδάτωση του δέρματος του προσώπου. Στην πραγματικότητα, τα δάκρυα αναδεικνύουν όχι μόνο τις βαθιές συναισθηματικές συνδέσεις με τον κόσμο μας, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, αλλά μας βοηθούν να τις δείξουμε και, κατ’ επέκταση, να αισθανθούμε καλύτερα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- The neurobiology of human crying, διαθέσιμο εδώ
- Mechanism of Crying, διαθέσιμο εδώ
- Τι κρύβεται πίσω από κάθε δάκρυ που χύνουμε, διαθέσιμο εδώ