25.8 C
Athens
Τετάρτη, 16 Οκτωβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΌταν η ιστορία κάνει κακό χιούμορ: Η παραμόρφωση ενός σλόγκαν

Όταν η ιστορία κάνει κακό χιούμορ: Η παραμόρφωση ενός σλόγκαν


Της Ράνιας Μουστάκα,

Η φράση «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» έχει χαραχθεί στη συλλογική μνήμη της νεότερης ελληνικής ιστορίας με τρόπο βαθύ, σύνθετο και αντιφατικό, ως μία πολυφορεμένη και φθαρμένη πολιτική κουβέντα. Αρχικά διατυπωμένη από τον Ανδρέα Παπανδρέου, στις αρχές της δεκαετίας του 1980, αυτή η φράση εξέφρασε το όραμα μιας εθνικής αναγέννησης, ενώ αργότερα καπηλεύθηκε από εθνικιστικές δυνάμεις, κυρίως τη Χρυσή Αυγή, η οποία έκανε την εμφάνισή της στην δεκαετία του 1990, για την εξυπηρέτηση αλλότριων, σκοτεινών σκοπών. Η φράση αυτή, λοιπόν, φέρει ένα βαρύ συμβολικό φορτίο και αποτελεί γέφυρα ανάμεσα σε δύο ιστορικές και ιδεολογικές συγκυρίες που φαινομενικά μοιράζονται κοινές λέξεις, αλλά ενσαρκώνουν εκ διαμέτρου αντίθετα νοήματα.

Όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου εκστόμισε τη φράση «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» στις αρχές της δεκαετίας του 1980, πολλοί το εξέλαβαν ως το σύνθημα που θα έδινε σάρκα και οστά στο αίτημα της εθνικής ανεξαρτησίας. Σαφώς, η χώρα μόλις έβγαινε από τη χούντα και απολάμβανε την πρώτη της γεύση δημοκρατίας μετά από 7 χρόνια δικτατορίας και παρεμβάσεων από ξένες δυνάμεις. Το σύνθημα του Παπανδρέου ήταν ουσιαστικά μια προτροπή να σταματήσουμε να είμαστε το ορφανό παιδί των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, να βάλουμε τέλος στην υπαγόρευση πολιτικών από το εξωτερικό, και να πάρουμε τον έλεγχο της χώρας μας. Και πράγματι, είχε απήχηση: ποιος δεν θα ήθελε να ακούσει ότι «επιτέλους, η Ελλάδα θα ανήκει στους Έλληνες»;

Αλλά η φράση αυτή δεν ήταν απλά μια δήλωση ανεξαρτησίας – ήταν, στο ιδεολογικό πλαίσιο του Παπανδρέου, μια έκκληση για κοινωνική δικαιοσύνη. Ήταν το σημείο όπου η Ελλάδα θα ανήκε εξίσου σε όλους τους Έλληνες, όχι μόνο στους ολίγους και προνομιούχους. Το «Ελλάδα» σε αυτό το πλαίσιο δεν ήταν απλά μια γεωγραφική οντότητα με σύνορα και σημαία, αλλά μια συλλογική προσπάθεια για την αναβάθμιση της ζωής των πολιτών μέσα από κρατικές πολιτικές πρόνοιας, δημοκρατικές θεσπίσεις και έναν ενισχυμένο ρόλο του κράτους στην οικονομία. Στο πολιτικό του όραμα, το έθνος δεν οριζόταν από φυλετικές ή εθνοτικές παραμέτρους, αλλά από μια αίσθηση του κοινού συμφέροντος και της συλλογικής δράσης. Ήταν μια φράση που έδινε φωνή στη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, προωθώντας την έννοια του κοινωνικού κράτους και της πολιτικής αυτονομίας. Έτσι, η φράση αυτή, στην πρώτη της μορφή, απηχούσε τον ανθρωπισμό, την ισότητα και την ιδέα ότι η πολιτεία οφείλει να υπηρετεί το λαό της.

Γρήγορα, όμως, και η πολιτική φράση αυτή – όπως και πολλά άλλα στη χώρα μας – «παραδόθηκε στην κατανάλωση». Όπως ο μουσακάς μπορεί να εκφυλιστεί σε λανθασμένη παραλλαγή σε τουριστικά ταβερνεία, έτσι και η φράση «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» εκφυλίστηκε στα χέρια της Χρυσής Αυγής. Εδώ η «Ελλάδα» δεν ήταν πλέον η πολυσχιδής, ζωντανή κοινωνία με τα προβλήματά της και τις δημοκρατικές της προκλήσεις. Ήταν η «Ελλάς των Ελλήνων Χριστιανών», η κλειστή χώρα-φρούριο που δέχεται μόνο όσους πληρούν συγκεκριμένα ρατσιστικά και θρησκευτικά κριτήρια. Και ενώ ο Παπανδρέου έλεγε «στους Έλληνες» εννοώντας όλους όσοι κατοικούν σε αυτή τη χώρα και μοιράζονται το κοινό όνειρο μιας καλύτερης ζωής, οι χρυσαυγίτες το μετέφρασαν σε «στους Έλληνες… αλλά μόνο στους αληθινούς, τους καθαρόαιμους Έλληνες, αυτούς που μιλάμε για χιλιάδες χρόνια φυλετικής συνέχειας (ή έστω αυτούς που μοιάζουν σε αρχαιοελληνικά αγάλματα)».

Κάπως έτσι, η φράση από όχημα της κοινωνικής χειραφέτησης έγινε σημαία του μίσους. Γιατί, στην πραγματικότητα, για τους ακροδεξιούς δεν μετράει τι κάνεις για την Ελλάδα, αλλά ποιοι μπορούν να είναι μέσα σ’ αυτήν. Με λίγα λόγια, η ιδέα της «Ελλάδας στους Έλληνες» εκφυλίστηκε σε ένα παρηκμασμένο ταυτοτικό σύνθημα που καλλιεργεί τη διάκριση αντί της ένωσης. Η φράση αυτή απέκτησε νέα ζωή και νόημα στα χείλη των εκπροσώπων της Χρυσής Αυγής, που το μετέτρεπαν σε μία εθνικιστική καρικατούρα, ένα μανιφέστο μίσους. Και φυσικά, τα βέλη τους στράφηκαν στους μετανάστες – αυτούς που είχαν το θράσος να αναζητήσουν μια καλύτερη ζωή στην Ελλάδα και να δουλεύουν σε θέσεις που οι «καθαροί Έλληνες» δε θα αγγίζανε ούτε με δέκα μέτρα καλαμάκι.

Το «σλόγκαν» έγινε από εργαλείο χειραφέτησης, μηχανισμός καταπίεσης. Η ειρωνεία έγκειται στο γεγονός ότι η ίδια φράση που εκφράζει την έννοια της εθνικής ενότητας και της συλλογικής χειραφέτησης, μπορεί επίσης να διαστρεβλωθεί για να προκαλέσει διάσπαση και να υποδαυλίσει τη μισαλλοδοξία. Στη μορφή που της έδωσε ο Ανδρέας Παπανδρέου, η φράση αντανακλούσε την αγωνία για μια Ελλάδα που να λειτουργεί υπέρ των συμφερόντων όλων των Ελλήνων, ανεξαρτήτως τάξης και καταγωγής. Από την άλλη, η εθνικιστική καπήλευση από τη Χρυσή Αυγή χρησιμοποίησε την ίδια φράση για να προωθήσει μια ρητορική αποκλεισμού και ρατσισμού, κάτι που οδήγησε σε μια διαρκώς αυξανόμενη κοινωνική πόλωση.

Ποιοι είναι, λοιπόν, αυτοί οι «Έλληνες» στους οποίους ανήκει η Ελλάδα; Ο Παπανδρέου μιλούσε για έναν λαό που θα έπρεπε να έχει τη δύναμη και το δικαίωμα να αποφασίζει για το μέλλον του. Ο λαός αυτός, για τον Ανδρέα, δεν ήταν κάποιο ιδανικό εθνοφυλετικό πρότυπο, αλλά όλοι οι πολίτες που ζούσαν και αγωνίζονταν για μια καλύτερη Ελλάδα, είτε γεννήθηκαν σε αυτή τη χώρα είτε ήρθαν εδώ για να χτίσουν μια νέα ζωή. Οι εθνικιστές της Χρυσής Αυγής, από την άλλη, έχουν ένα περίεργο φετίχ με την ιδέα της καθαρότητας – μια ιδέα τόσο αντιεπιστημονική που ακόμα και οι δεινόσαυροι θα ντρέπονταν αν την είχαν. Αυτοί θεωρούν πως «Έλληνας» σημαίνει να έχεις καταγωγή που φτάνει πίσω στους αρχαίους πολεμιστές, ακόμα κι αν είσαι απόγονος ανθρώπων που πέρασαν από τις βαριά αναμεμειγμένες βαλκανικές και ανατολίτικες φλέβες. Πάτησαν επάνω στο μακεδονικό ζήτημα της δεκαετίας του 1990 και έβγαλαν όλο το μισός τους σε άτομα τα οποία κατά τύχη δεν τους έμοιαζαν.

Και να πούμε και το αυτονόητο: η Ελλάδα δε χρειάζεται ιδιοκτήτες. Η χώρα αυτή δεν είναι το «κακομαθημένο παιδί της ιστορίας», αλλά ένα ζωντανό κοινωνικό και πολιτισμικό οικοδόμημα που ανήκει σε όσους προσπαθούν να την κάνουν καλύτερη, όχι σε αυτούς που κλειδώνουν τα σύνορα και φοβούνται τις σκιές. Είναι ένα ιδανικό, μία κοινότητα που χτίζεται από την προσφορά όλων όσων την κατοικούν και την αγαπούν και, σίγουρα, δεν ανήκει σε κάποιους «καθαρούς», ούτε σε αυτούς που κρατάνε πιο δυνατά τη σημαία. Ανήκει σε εκείνους που αγωνίζονται για να την κάνουν καλύτερη – δίχως να έχει ιδιαίτερη σημασία η εθνικότητα.

Κι αν αυτοί οι «Έλληνες» είναι άνθρωποι που ξέρουν να παλεύουν για δικαιοσύνη και αλληλεγγύη, τότε ναι, η Ελλάδα ανήκει και σε αυτούς. Αλλά αν «Έλληνες» σημαίνει κλειστόμυαλοι, ξενοφοβικοί και βίαιοι, τότε, ξέρετε κάτι; Ας ψάξουν κάπου αλλού. Αυτή η χώρα έχει άλλες προτεραιότητες!


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες;, capital.gr, διαθέσιμο εδώ.
  • “Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες”, rizospastis.gr, διαθέσιμο εδώ.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ράνια Μουστάκα
Ράνια Μουστάκα
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου ζει έκτοτε. Σπουδάζει Πολιτικές Επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο με παράλληλες σπουδές στο Marketing .Έχει συμμετάσχει σε πληθώρα πολιτικών και κοινωνικών συνεδρίων και σεμιναρίων. Αγαπά τα ταξίδια, τις ξένες γλώσσες και τα βιβλία, ιδιαίτερα αυτά της Κοινωνιολογίας, της Ιστορίας, της Πολιτικής και της Φιλοσοφίας.