Της Κωνσταντίνας Χασιώτη,
Σε μια προσπάθεια διατήρησης της εθνικής ουδετερότητας, η Ελβετία αποτελεί μια από τις λιγοστές δυτικοευρωπαϊκές χώρες που εθελούσια δεν έχουν ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Λόγω της γεωγραφικής της θέσης, η απόλυτη αποστασιοποίηση της από την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αδύνατη. Περιτριγυρισμένη γεωγραφικά από τα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη της Γερμανίας, Γαλλίας, Ιταλίας, Αυστρίας και του Λιχτενστάιν, η Ελβετία έχει αναπτύξει άριστες διμερείς σχέσεις, μέσω μιας μακρόχρονης σειράς 120 συμφωνιών, με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, διασφαλίζοντας την κυριαρχία της, αλλά και εξυπηρετώντας το ευρωπαϊκό συμφέρον.
Ειδικότερα, η πρώτη σημαντική συμφωνία μεταξύ της Ελβετίας και της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας πραγματοποιήθηκε το 1972, όπου και υπογράφηκε η Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου (FTA). Η συγκεκριμένη συμφωνία ορίζει μια ζώνη ελεύθερων συναλλαγών, κυρίως γεωργικών και βιομηχανικών προϊόντων, η οποία διέπει τα κράτη-μέλη της ΕΟΚ (και κατ’ επέκταση της Ε.Ε.) και την Ελβετία.
Μετά την απόρριψη προσχώρησης της Ελβετίας στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, η Ελβετική Συνομοσπονδία μαζί με την Ευρωπαϊκή Ένωση υπέγραψαν το 1999 εφτά στο σύνολο διμερείς και νομικά συνδεδεμένες συνθήκες. Οι συνθήκες ονομάστηκαν «Διμερείς Συμφωνίες 1» και προέβλεπαν την οικονομική ολοκλήρωση και των δύο πλευρών μέσω της κοινής αγοράς. Το 2004, ακολούθησαν οι «Διμερείς Σχέσεις 2», στις οποίες η οικονομική ολοκλήρωση αφορούσε και σε βιομηχανίες, όπως ο τουρισμός και προσέφερε ασφάλεια σε θέματα συνταξιοδότησης, φορολογικής και οικονομικής εξαπάτησης αλλά και ασύλου.
Οι συμφωνίες οι οποίες έχουν κατοχυρωθεί τόσο από την Ελβετία, αλλά και από την Ευρωπαϊκή Ένωση ενδέχεται σε συγκεκριμένες περιόδους να δέχονται τροποποιήσεις, ώστε να ανταποκρίνονται ορθότερα στις σύγχρονες απαιτήσεις τις Γηραιάς Ηπείρου. Παρά την υπογραφή ισχυρών συμφωνιών, η αποχή της Ελβετίας από την Ε.Ε. ενδεχομένως να δημιουργήσει ανισορροπία στην εφαρμογή της οικονομικής νομοθεσίας, καθώς η Ελβετία δεν επηρεάζεται από το ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο.
Όπως φαίνεται, η Ελβετία δείχνει ενδιαφέρον για τις οικονομικές διευκολύνσεις που μπορεί να της προσφέρει η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά ταυτόχρονα στρέφεται κατηγορηματικά κατά της περαιτέρω εμπλοκής της σε πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα της ευρωπαϊκής κοινότητας. Η άρνηση ένταξης της Ελβετίας στην Ε.Ε. για πολλούς εκλαμβάνεται ως προσπάθεια διατήρησης του εθνικού πλούτου, ενώ ο ελβετικός λαός υποστηρίζει πως η αποστασιοποίηση πηγάζει από την ιστορία και την παράδοση ουδετερότητας και ανεξαρτησίας του έθνους.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Ευρωπαϊκής Πολιτικής του Πανεπιστημίου της Βέρνης, Fabio Wasserfallen, πολλά στοιχεία που κάνουν την Ευρωπαϊκή Ένωση ελκυστική δεν είναι σημαντικά για την Ελβετία. Πιο συγκεκριμένα, η Ελβετία δεν έχει υπάρξει κάτω από δικτατορικό καθεστώς τον 20ό αιώνα, όπως η Ελλάδα, οπότε το επιχείρημα την πολιτικής σταθερότητας δεν αγγίζει τον ελβετικό λαό. Επιπρόσθετα, η γεωγραφική της θέση δεν επηρεάζεται από τις ενδεχόμενες πολιτικές συρράξεις της Ανατολής και ευνοείται, καθώς βρίσκεται ανάμεσα σε τρία ισχυρά στρατιωτικά κράτη, με τα οποία διατηρεί άψογες φιλικές σχέσεις. Η επιθυμία διατήρησης του status quo από την πλειοψηφία του ελβετικού λαού έρχεται ως αποτέλεσμα της ήδη ικανοποίησης των οικονομικών συμφερόντων τους, μέσω των διαχρονικών Συμφωνιών που επιτρέπουν στην Ελβετία να είναι στενά συνδεδεμένη με την Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς δεσμεύσεις.
Για τον ελβετικό πληθυσμό, πιο σημαντικό επιχείρημα κατά της προσχώρησης στην Ε.Ε. αποτελεί ο φόβος διατάραξης της εθνικής ουδετερότητας και κυριαρχίας τους. Με την είσοδο στην Ε.Ε., τα κράτη οφείλουν να ακολουθούν πιστά τις γεωπολιτικές στρατηγικές που ορίζει η ευρωπαϊκή πολιτική, οδηγώντας έτσι στην κατάρρευση της ειρηνευτικής ελβετικής πορείας ανά τα χρόνια.
Σε πιο πρόσφατες εξελίξεις, τον φετινό Μάρτιο στις Βρυξέλλες, έλαβαν χώρο νέες διαπραγματεύσεις, ύστερα από την διακοπή τους το 2021, μεταξύ της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen και της Ελβετής ομολόγου της, Viola Amherd. Οι διαπραγματεύσεις είχαν ως επίκεντρο την συμμετοχή της Ελβετία σε αρκετά προγράμματα της Ένωσης, σχετικά με την πρόσβαση στην αγορά, την εκπαίδευση, την νεολαία και την καινοτομία, ενώ πραγματοποιήθηκαν και νέες συνομιλίες αναφορικά με συμφωνίες περί ηλεκτρικής ενεργείας και υγείας.
Οι σχέσεις Ελβετίας – Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί από μια εξωτερική ματιά να φαντάζουν τεταμένες και βαθιά συμφεροντολογικές, αλλά στην πραγματικότητα φανερώνουν μια πρωτοφανή αμοιβαία συνεργασία, που στηρίζεται στα θεμέλια της ενοποίησης και όχι του διχασμού.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Switzerland and the European Union, American Swiss Foundation, διαθέσιμο εδώ
- Why Switzerland doesn’t want to join the European Union, swissinfo.ch, διαθέσιμο εδώ
- EU and Switzerland begin negotiations on a package of measures that will deepen bilateral relations, Eu News, διαθέσιμο εδώ