Του Βασίλη Γκουρή,
Στην ελληνιστική εποχή η δημοκρατία υποχώρησε, ενώ η απόλυτη μοναρχία, με στοιχεία θεϊκής λατρείας προς τον βασιλιά, κυριάρχησε. Οι Αθηναίοι, όπως και άλλες πόλεις της εποχής, επιδόθηκαν σε υπερβολικές κολακείες για να κερδίσουν την εύνοια των ηγεμόνων τους, καταδεικνύοντας τη στροφή της ελληνικής πολιτικής και κοινωνικής δομής προς τον συγκεντρωτισμό και τη θεοποίηση της εξουσίας. Το φαινόμενο αυτό αντανακλά την επίδραση της Ανατολής, η οποία εδραιώθηκε στους διαδόχους του Αλεξάνδρου. Οι πρώτες σπίθες αυτού του φαινομένου εμφανίστηκαν στην Αθήνα ανάμεσα στη σχέση τους με τον Δημήτριο Πολιορκητή. Η σχέση των Αθηναίων με τον Πολιορκητή χαρακτηρίστηκε από έντονη κολακεία και υπερβολική λατρεία, γεγονός που αντανακλά την αλλαγή των πολιτικών και κοινωνικών δομών στην Ελληνιστική Περίοδο. Οι Αθηναίοι, προκειμένου να εξασφαλίσουν την εύνοια του Δημήτριου και να διατηρήσουν κάποια μορφή αυτονομίας, προέβησαν σε σειρά ενεργειών που υποδηλώνουν την υποταγή τους και την πρόθεσή τους να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά του, συχνά εις βάρος της δικής τους πολιτικής και θρησκευτικής παράδοσης.
Η Απελευθέρωση της Αθήνας
Το 307 π.Χ. ο Δημήτριος και ο πατέρας του διεξάγουν εκστρατείες στην ηπειρωτική Ελλάδα με πρόσχημα την ανεξαρτησία των ελληνικών πόλεων από τις μακεδονικές φρουρές. Ο Αντίγονος όρισε τον γιο του ως αρχηγό του στόλου για την επερχόμενη εκστρατεία στην Αθήνα. Ο Δημήτριος τη θαύμαζε από μικρός, την έβλεπε ως κοιτίδα του πολιτισμού και της παιδείας, είχε πλέον την ευκαιρία να την ελευθερώσει, να τον υμνήσουν και να τον δοξάσουν οι ίδιοι οι Αθηναίοι, το όνομά του να τοποθετηθεί δίπλα σε αυτά του Θεμιστοκλή και του Αλκιβιάδη, για αυτόν ήταν ένα όνειρο που επρόκειτο να γίνει πραγματικότητα. Δεν τον ένοιαζε πλέον καμία άλλη εντολή, ο μόνος του στόχος ήταν η Αθήνα και μονάχα η Αθήνα.
Αποβιβάστηκε στον Πειραιά, διακηρύσσοντας ότι σκοπός του ήταν η αποκατάσταση της ανεξαρτησίας της πόλης και η επιστροφή του δημοκρατικού πολιτεύματος. Οι Αθηναίοι, μόλις τον άκουσαν, άφησαν τα όπλα κάτω και άρχισαν να φωνάζουν και να χειροκροτάνε, παροτρύνοντας τον νεαρό να βιαστεί και να έρθει. Οι μακεδονικές φρουρές, τρομοκρατημένες, έφυγαν από τον Πειραιά, με τον αρχηγό τους να φτάνει στην Αθήνα όπου ζήτησε από τον Πολιορκητή την προστασία του, με αντάλλαγμα την απελευθέρωση της πόλης. Έτσι ο Φαληρέας κατάφερε να φύγει από την Αθήνα. Ο Δημήτριος, όμως, δεν είχε σκοπό να μπει στην πόλη, έπρεπε πρώτα να απελευθερώσει ολόκληρη την Αθήνα διώχνοντας ακόμα και τους τελευταίους φρουρούς από τη Μουνυχία. Μετά από κάποιες περιπέτειες στην Πελοπόννησο, στράφηκε προς τη Μουνυχία όπου και κατάφερε να νικήσει, γκρεμίζοντας τους τοίχους και ανακηρύσσοντας πλέον την Αθήνα ως ανεξάρτητη πόλη.
Υποδοχή και Λατρεία
Εκφωνώντας τον λόγο του στην Αθήνα ανακήρυξε και επίσημα στον λαό ότι ήταν ελεύθεροι, τους προσέφερε υλικά και τρόφιμα με την υπόσχεση ότι θα ανακτήσουν την Ίμβρο. Ζητωκραυγές και ενθουσιασμός κυριαρχούσε στα πλήθη, μπροστά τους είχαν τον ευεργέτη τους. Για να τιμήσουν γιο και πατέρα, οι Αθηναίοι, με την επιρροή του Στρατοκλή ενός δημαγωγού, ψήφισαν να στηθούνε δίπλα στους αδριάντες του Αρμόδιου και Αριστογείτονα χρυσά τέθριππα και απάνω να έχουν τις εικόνες των σωτήρων, του Δημητρίου και του Αντιγόνου στεφανωμένων με χρυσά στεφάνια, να τους κάνουν βωμό και να διορίζουν ιερέα για τη λατρεία τους, να προσθέσουν δυο νέες φυλές, την Αντιγονίδα και Δημητριάδα και να καθιερώσουν στο όνομά τους αγώνες και πομπές.
Επιπλέον, ο Μουνυχιών μήνας ονομάστηκε Δημητριών, η τελευταία μέρα όλων των μηνών Δημητριάς. Πλέον είχαν μεταμορφωθεί ως Θεοί και πέραν από αυτό αναγνωρίστηκαν από τους Αθηναίους ως βασιλιάδες που την εποχή εκείνη κανείς δεν είχε τολμήσει να αποκαλέσει τον εαυτό του. Αυτές οι πράξεις καταδεικνύουν τη μετατόπιση των Αθηναίων από τις παραδοσιακές δημοκρατικές αξίες τους σε μια νέα πολιτική πραγματικότητα, όπου η υπερβολική τιμή προς τους ισχυρούς βασιλείς ήταν απαραίτητη για τη διατήρηση των προνομίων τους.
Η μετατροπή του Παρθενώνα σε χώρο ακολασίας
Μετά από μια μακρά περίοδο πολιορκίας στη Ρόδο, κατευθύνθηκε το 304 π.Χ. στην ηπειρωτική Ελλάδα όπου οι δυνάμεις του Κάσσανδρου έκαναν επιθέσεις στις ελεύθερες πόλεις. Τότε ο Δημήτριος έσπευσε να σώσει την κατάσταση, διεξάγοντας μάχες εναντίον του και σώζοντας την Αθήνα και τη Στερεά Ελλάδα για ακόμα μια φορά. Αποφάσισε να περάσει τον χειμώνα στην αγαπημένη του πόλη. Του αφιέρωσαν ακόμα μεγαλύτερες τιμές ειδικά τώρα που ήταν ελευθερωτής και για δεύτερη φορά. Ως δώρο του έδωσαν για κατοικία τον οπισθόδομο του Παρθενώνα με τη δικαιολογία ότι η Αθηνά ήθελε να φιλοξενήσει τον ελευθερωτή της πόλης της στον ιερό ναό. Η παραμονή του στην Αθήνα χαρακτηρίστηκε από προκλητικές συμπεριφορές, όπως η μετατροπή του Παρθενώνα σε χώρο προσωπικών απολαύσεων και οργίων. Αυτές οι ενέργειες αμαύρωσαν την εικόνα του ηγεμόνα, αλλά οι Αθηναίοι, σε μεγάλο βαθμό, συνέχισαν να υπομένουν τις καταχρήσεις του, φοβούμενοι την οργή του.
Δύο χρόνια αργότερα ζήτησε να μυηθεί στα Ελευσίνια Μυστήρια, όμως ήταν αδύνατον λόγω της αργοπορημένης άφιξής του στην πόλη. Οι Αθηναίοι άλλαξαν τις ημερομηνίες της ιερότερης γιορτής τους ώστε να μπορέσει να μυηθεί. Αφού επέστρεψε στην πόλη, τον υποδέχτηκαν με ψαλμούς και πομπές, χορεύοντας και τραγουδώντας πως αυτός είναι ο μοναδικός και αληθινός θεός, γιος της Αφροδίτης και του Ποσειδώνα. Συνέχισε αργότερα τα όργιά του στον Παρθενώνα μαζί με τη Λάμια και τις υπόλοιπες εταίρες του, ενώ οι Αθηναίοι καθιέρωναν ναό στην Λάμιαν Αφροδίτη και βωμούς και ηρωικές τιμές και σπονδές στους εραστές του βασιλιά. Πλέον, όμως, και ο ίδιος είχε κατανοήσει την κατάσταση των πραγμάτων, πόσο είχαν ξεπέσει οι Αθηναίοι, έτσι άρχιζε και ο ίδιος να τους χλευάζει.
Η πτώση του Δημήτριου
Μετά την ταπεινωτική ήττα στη μάχη της Ιψού, ο Δημήτριος είχε χάσει μεγάλο μέρος του στρατού, των χρημάτων και του γοήτρου. Η μόνη του ελπίδα πλέον ήταν να επιστρέψει στην Αθήνα όπου μπορούσε να αναδιοργανώσει τον στρατό του και τον στόλο του, ήλπιζε στη δημιουργία μιας ισχυρής ναυτικής αθηναϊκής δύναμης όπου θα κυβερνούσε μαζί της όλη τη Μεσόγειο. Ενώ βρισκόταν καθοδόν προς την Αθήνα, τον συνάντησε ένα αθηναϊκό καράβι όπου τον ενημέρωσε πως η πόλη λόγω των δύσκολων καταστάσεων δεν θα δεχόταν κανέναν βασιλιά. Ο Δημήτριος έγινε έξω φρενών, ένιωθε προδομένος, η τελευταία ελπίδα για τη θαλασσοκρατία του γκρεμίστηκε από την τόσο αγαπημένη του Αθήνα που είχε στηρίξει τα πάντα πάνω της. Με ψυχραιμία όμως τους είπε πως θα τους άφησε στην τύχη τους απλώς ήθελε να περάσει με τον στόλο του.
Το 295 π.Χ., ο Δημήτριος πολιόρκησε ξανά την Αθήνα, η οποία είχε περάσει στα χέρια του τυράννου Λάχαρη. Παρά τη σκληρή πολιορκία, όταν οι Αθηναίοι παραδόθηκαν ο Δημήτριος τους συγχώρεσε και τους προσέφερε τρόφιμα και εφόδια, κατακτώντας την αγάπη και τον θαυμασμό τους για τρίτη φορά. Οι Αθηναίοι άρχισαν να ζητωκραυγάζουν, να αγκαλιάζονται και να γλεντάνε, έκλαιγαν από τη χαρά τους. Στους δρόμους αναφωνούσαν επαίνους και ρήτορες κολάκευαν τον βασιλιά.
Μετά από διαρκείς ήττες το 287 π.Χ. ο Δημήτριος χάνει οριστικά τον θρόνο του και η Αθήνα βρίσκει ευκαιρία να επαναστατήσει, με την καθοδήγηση του Ολυμπιόδωρου. Οι Αθηναίοι ζήτησαν τη βοήθεια του Πύρρου. Ο Δημήτριος αναγκάζεται να λύσει την πολιορκία και αναχωρεί από την Αθήνα. Τότε ο Πύρρος συνθηκολογεί μαζί του με τους δυο άντρες να συμφωνούν να παραμείνει αυτόνομη η Αθήνα.
Η κολακεία των Αθηναίων προς τον Δημήτριο Πολιορκητή αποτυπώνει την αλλαγή που είχε υποστεί η πολιτική και κοινωνική τους δομή κατά την ελληνιστική περίοδο. Η παραδοσιακή ανεξαρτησία και οι δημοκρατικές αξίες είχαν υποχωρήσει μπροστά στην ανάγκη εξασφάλισης της εύνοιας των ισχυρών βασιλέων. Η υπερβολική τιμή, η θεοποίηση και η προσαρμογή των θρησκευτικών εθίμων φανερώνουν την πρόθυμη υποταγή της πόλης σε έναν ηγεμόνα, με αντάλλαγμα την προστασία και τα προνόμια που εκείνος μπορούσε να προσφέρει.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Droysen, Ιστορία των Διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, (μετάφραση, σχόλια και επιμέλεια Ρένος Αποστολίδης), Αθήνα Εκδόσεις Τράπεζα Πίστεως 1833
- Α. Χανιώτης, Η Εποχή των κατακτήσεων: Ο ελληνικός κόσμος από τον Αλέξανδρο στον Αδριανό 336 π.Χ. – 138 μ.Χ., Ηράκλειο Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης2022
- Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι: Δημήτριος-Αντώνιος, Αθήνα Εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ 1993